24 Νοεμβρίου 2018

Το οικολογικό πρόβλημα και η Εκκλησία


Το οικολογικό πρόβλημα και η Εκκλησία - The ecological problem and the Church- χριστιανική ηθική- μάθημα θρησκευτικων
Γη ένας εύθραυστος πλανήτης
της Βασιλικής Β. Παππά* 

"... O ουρανός που χτίζουμε όλοι μαζί μας στεγάζει. Το σύμπαν είναι η αγκαλιά μας». Προχωρούσα με ευλάβεια για τα χτίσματα, προσέχοντας να μην εμποδίσω κανένα έργο. Μ' ευσπλαχνία, με θαυμασμό. Με αγάπη για το χώμα και για την πέτρα, για τα χόρτα, το λουλούδι, το πουλί και το ζώο, για τη φωτιά και το νερό». 
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ

«Ο Πεθαμένος και η Ανάσταση» 
"To κακό είναι ότι δεν μολύνθηκαν
μόνο τα ποτάμια, ο αέρας, οι θάλασσες,
τα βουνά... Μολύνθηκαν κυρίως τα μυαλά και οι ψυχές μας...». 
Εντγκάρ Μορέν[1]


Το οικολογικό πρόβλημα και η Εκκλησία - The ecological problem and the Church- χριστιανική ηθική- μάθημα θρησκευτικων Το οικολογικό πρόβλημα είναι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα του καιρού μας. Σύμφωνα με τον Ζακ Ρομπέν[2], ολόκληρο το οικοσύστημα του πλανήτη, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Η αγωνία μεγάλη για την τύχη του κόσμου και την πιθανότητα μεγάλων οικολογικών καταστροφών. Τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών σε όλη την Ευρώπη, στην Αυστραλία μεγάλες περίοδοι ξηρασίας, στην Κίνα βροχοπτώσεις ιδιαίτερης έντασης και στις Η.Π.Α. ραγδαία αύξηση τυφώνων[3].

Όταν λέμε οικολογικό πρόβλημα εννοούμε την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος εξαιτίας της παρέμβασης του ανθρώπου. Στον 20ό αιώνα η βιομηχανική έκρηξη, η υλοτόμηση των δασών, ο περιορισμός του αριθμού πολλών ζώων, δημιούργησε μια ανισορροπία στο φυσικό περιβάλλον, με ανεξέλεγκτες συνέπειες στη ζωή του ανθρώπου. Μερικές από τις μορφές του προβλήματος αυτού είναι η εξάντληση των φυσικών πόρων, η ρύπανση των θαλασσών, η καταστροφή των βιότοπων, η μόλυνση της ατμόσφαιρας[4], το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η καταστροφή του ενάλιου πλούτου
Το οικολογικό πρόβλημα και η Εκκλησία - The ecological problem and the Church- χριστιανική ηθική- μάθημα θρησκευτικων από μεγάλες πετρελαιοκηλίδες, η όξινη βροχή[5]. Μια από τις συνέπειες που ήδη εμφανίζεται και είναι δυνατό να μετρηθεί, είναι η ανύψωση της επιφάνειας της θάλασσας. Η ανύψωση αυτή, σύμφωνα με τις μετρήσεις, από το 1993 μέχρι σήμερα είναι 3,1 cm, δηλαδή περισσότερο από διπλάσια εκείνης που είχε μετρηθεί για ολόκληρο τον προηγούμενο αιώνα. Για να συνεχιστεί η ζωή στη γη είναι απαραίτητο να θέσουμε σε αμφισβήτηση τη θέληση για δύναμη και να ακολουθήσουμε την κατεύθυνση της οικολογίας, ενάντια στην συμμαχία των κατεστημένων συμφερόντων και στην κυρίαρχη αντίληψη και νοοτροπία[6].

Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού για την Προστασία της Φύσης, τη δεκαετία 1980-1989
παρατηρήθηκε δραματική μείωση των δασικών εκτάσεων σε όλη τη Γη κατά 42%[7]. Επίσης, η διαρροή ραδιενέργειας, ύστερα από κάποιο ατύχημα, όπως στο αμερικανικό Χάρτσμπουργκ το 1979, και το ρωσικό Τσερνομπίλ το 1986, είχε σαν αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες καρκινοπαθείς. Σε συνέδριο που διοργάνωσε η Διεθνής Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας για τις επιπτώσεις του πυρηνικού ατυχήματος του Τσερνομπίλ, ανακοινώθηκε ότι τα θανατηφόρα θύματα δεν ξεπέρασαν τα 50[8]. Επομένως, η βιομηχανική ανάπτυξη, η πρόοδος της επιστήμης, και ειδικότερα της Τεχνολογίας, όπως και η πληθυσμιακή έκρηξη είναι από τους βασικότερους παράγοντες που συνέβαλαν στην διαμόρφωση της περιβαλλοντικής-οικολογικής κρίσης.

Η συνειδητοποίηση του οικολογικού προβλήματος άρχισε να γενικεύεται στον κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του ' 70. Είναι η δεκαετία στην οποία αρχίζουν να λαμβάνονται μέτρα και αποφάσεις. Υπογράφονται διεθνείς συμφωνίες (Στοκχόλμη, 1972), απαγορεύονται οι πυρηνικές δοκιμές, υπογράφεται η συμφωνία Ραμσάρ για την προστασία των βιότοπων[9]. Πολύ νωρίς οι δυτικοευρωπαίοι αντέδρασαν και ύψωσαν φωνή διαμαρτυρίας. Έτσι δημιουργήθηκαν οι πρώτες οικολογικές οργανώσεις όπως η «Greenpeace» ή το WWF, δραστηριοποιήθηκαν πολιτικά κόμματα, όπως οι «πράσινοι» στη Γερμανία με οικολογικό χαρακτήρα[10]. Παρά τις παγκόσμιες συνδιασκέψεις στο Μόντρεαλ, το Ρίο (3-13 Ιουνίου 1992) και το Κιότο της Ιαπωνίας (Δεκέμβριος 1997) για την προσέγγιση του προβλήματος και την ανάληψη κοινών δεσμεύσεων και δράσεων, ωστόσο ακόμη τίποτα δεν φαίνεται ν' αλλάζει. Ευελπιστούμε ότι στη σύνοδο της Κοπεγχάγης για το κλίμα που ξεκίνησε τις εργασίες της χθες, οι κυβερνήσεις που θα αναζητήσουν τρόπους για την προστασία του περιβάλλοντος θα φέρει κάποια αποτελέσματα[11].

Η οικολογική κρίση κατά βάση είναι κρίση του ανθρώπου, αφού εκείνος παραβίασε κάποιους κανόνες. Η μόνη ελπίδα σωτηρίας είναι η βαθιά ανατροπή και ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεών μας με τον άνθρωπο, με τα άλλα όντα και με την ίδια τη φύση[12]. Το περιβάλλον θα έπρεπε και πρέπει να ελέγχεται από κανόνες Ηθικής και κυρίως ορθόδοξης ηθικής. Μιας ηθικής που έχει στο κέντρο της τους κανόνες και τα διδάγματα της ορθόδοξης πίστης, τα θεόπνευστα κείμενα και τον πλούσιο πατερικό λόγο.

Πληθώρα περικοπών στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη καθώς και την Πατερική γραμματεία της Εκκλησίας οριοθετούν τις σχέσεις του ανθρώπου προς το φυσικό περιβάλλον. Η σχέση του ανθρώπου με το Θεό και τη φύση αποτυπώνεται σαφέστατα στο βιβλίο της Γένεσης: «Καί έλαβεν κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, ον έπλασεν, καί έθετο αυτόν εν τω παραδείσω εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν»[13]. Κατά τους πατέρες της Εκκλησίας μας, η οικολογική καταστροφή άρχισε από την πτώση των Πρωτοπλάστων. Το προπατορικό αμάρτημα είναι η πρώτη αιτία, που έχει ως συνέπεια τη διαταραχή της φύσης, αφού όπως αναφέρεται στη Γραφή ο Θεός «εποίησε τα πάντα καλά λίαν». Η μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή που συναντούμε στην Αγία Γραφή είναι ο Κατακλυσμός την εποχή του Νώε ο οποίος έγινε γιατί «είχαν πληθύνει οι κακίες των ανθρώπων στη γη καί κάθε άνθρωπος είχε επιδοθεί με επιμέλεια στα πονηρά»[14]. Ο άνθρωπος κάνει κακή χρήση της ελευθερίας που του δόθηκε γι' αυτό και ο Θεός αναγκάζεται να πει «ου μή καταμείνη τό πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τόν αιώνα διά το είναι αυτούς σάρκας»[15]. Οπότε ο Κατακλυσμός δεν επήλθε από το Θεό ως τιμωρία, αλλά τον επέφερε η αποστασία του ανθρώπινου γένους. Γι' αυτό επιβάλλεται να είμαστε σε ετοιμότητα ώστε να μη βρεθούμε κι εμείς σε ανάλογη θέση, όπως οι άνθρωποι την εποχή του Νώε που «ήσαν εν ταις ημέραις ταις πρό του κατακλυσμού τρώγοντες και πίνοντες, γαμούντες και εκγαμίζοντες»[16].

Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την κτίση και το φυσικό περιβάλλον, «οίδαμεν γάρ ότι πάσα η κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν»[17]. Η φύση «συστενάζει και συνωδίνει» κάτωαπό το βάρος της υπερπαραγωγής, της υπερκατανάλωσης και της ρύπανσης. Η πτώση του ανθρώπου σήμανε και την πτώση της φύσης. Ο στεναγμός της κτίσης διατυπώνει τον καθολικό στεναγμό της δημιουργίας που αλλοτριώθηκε. Εκφράζει τον πόθο της ελευθερίας από τη δουλεία και τη φθορά. Στο βιβλίο των Αριθμών, η ευφορία της γης είχε άμεση εξάρτηση από την παρουσία σ' αυτήν πολλών ή λίγων δέντρων. «Καί τίς η γη, ει πίων ή παρειμένη, ει έστιν εν αυτή δένδρα ή ου»[18]. Οι δε καρποί των δένδρων θεωρούνταν αγιασμένοι, «πάσα δεκάτη της γης από του σπέρματος της γης καί του καρπού του ξυλίνου τω Κυρίω εστίν, άγιον τω Κυρίω»[19]. Ακόμη για την ορθόδοξη παράδοση, η ικανότητα επικοινωνίας με το φυσικό περιβάλλον και ιδιαίτερα με τα ζώα ήταν ανέκαθεν σημείο αγιότητας. Ακόμη και η επικοινωνία κάποιων αγίων με άγρια ζώα υποδηλώνει «απόδειξη θείας Χάριτος»[20]. Επομένως άνθρωπος και κόσμος δεν διαχωρίζονται στο σχέδιο δημιουργίας, γι' αυτό και αποτελεί ευθύνη του πρώτου να διατηρεί αγαθές σχέσεις με τον φυσικό κόσμο[21]. Kι όμως σήμερα ο πλανήτης που κατοικούμε κάθε χρόνο γίνεται φτωχότερος. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), κάθε χρόνο κατά μέσο όρο εξαφανίζονται δάση έκτασης 125.000 τετρ. χλμ[22]. Υπολογίζεται ότι καθημερινά εξαφανίζονται 50-100 είδη του ζωικού και φυτικού κόσμου πράγμα που αποτελεί απειλή για το οικοσύστημα[23].

Μπροστά σ' αυτή την καταστροφή ο άνθρωπος υποφέρει γιατί όπως παρατηρεί ο Nikolas Berdyaev: «Ο άνθρωπος δε ζει πια κοντά στη γη, ανάμεσα στα φυτά και τα ζώα. Κατοικεί μέσα σ' έναν καινούριο μεταλλικό κόσμο. Βρίσκεται μέσα σε μια νέα συνθετική ατμόσφαιρα και αναπνέει ένα δηλητηριασμένο αέρα. Η μηχανή ασκεί μια μοιραία επίδραση πάνω στην ανθρώπινη ψυχή. Πάνω απ' όλα καταστρέφει τη συναισθηματική ζωή και με τον τρόπο αυτό κλονίζει την ακεραιότητά της ανθρώπινης προσωπικότητας»[24].

Η Εκκλησία αγαπά και σέβεται το περιβάλλον κι αυτό το έχει αποδείξει έμπρακτα. Οι άγιοι βλέπουν με σεβασμό την κτίση. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης παρατηρεί: «Πρέπει να έχωμεν συμπάσχουσαν καρδίαν, και ουχί μόνον τον άνθρωπον να αγαπώμεν, αλλά να συμπονώμεν και παν πλάσμα, παν ό, τι εκτίσθη υπό του Θεού. Ιδού, εν πράσινον φύλλον επί δένδρου, και σύ απέσπασας αυτό άνευ ανάγκης. Αν και δεν είναι αμαρτία, όμως, πώς να είπω, προκαλεί τον οίκτον∙ η καρδία ήτις έμαθε να αγαπά, λυπείται και το φύλλον και πάσαν την κτίσιν»[25]. Στην οικονομική και κοινωνική ανισότητα της κατανάλωσης η ορθόδοξη πνευματικότητα προτείνει ένα ασκητικό οικολογικό τρόπο ζωής.

H διαφύλαξη της φύσης και του περιβάλλοντος διαφαίνεται και μέσα από το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας όταν ο ιερέας εκφωνεί τη φράση: «Τα σα εκ των σων Σοι προσφέρομεν». Δηλαδή ο άνθρωπος προσφέρει στο Θεό αυτά που του δώρισε ο Θεός και μέσα από τη συμμετοχή του στο μυστήριο προγεύεται αυτό που όπως υποστηρίζει ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας θα κερδηθεί στην «εσχάτη μέρα». «Ο επίγειος παράδεισος μιας ηθικά τέλειας κοινωνίας αποτελεί προσδοκία, που γέννησε ο δυτικός ορθολογισμός και που η μαρτυρία της Ευχαριστίας αδυνατεί να υιοθετήσει. Διότι η Ευχαριστία στην εσώτερη φύση της περιέχει μια εσχατολογική διάσταση, που όσο και αν εισδύει στην ιστορία, δεν μεταβάλλεται σε ιστορία. Είναι η δραματικότερη μαρτυρία μιας συνάντησης του εσχάτου με την ιστορία, του τέλειου με το σχετικό μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη - εδώ και τώρα. Είναι η μαρτυρία μιας ηθικής, που δεν είναι ιστορική εξέλιξη, αλλά υπαρξιακή μάχη, που κερδίζεται, για να χαθεί και πάλι, μέχρις ότου κερδηθεί οριστικά «εν τη εσχάτη ημέρα»[26].

Όταν στις ακολουθίες και τα μυστήρια της Εκκλησίας χρησιμοποιούμε υλικά όπως το νερό, ο άρτος, ο οίνος και το λάδι «η υλική φύση εξαγιάζεται, ο κόσμος μεταμορφώνεται και ο άνθρωπος υπερβαίνει το θάνατο»[27].

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επί αειμνήστου Πατριάρχου Δημητρίου, όρισε την 1η Σεπτεμβρίου, αρχή του εκκλησιαστικού έτους, ως ημέρα Προσευχής για την προστασία του περιβάλλοντος και έχει συνταχθεί ειδική ακολουθία ενώ προέβη και στην ίδρυση του Οικολογικού Ινστιτούτου της Χάλκης[28]. Καθημερινά για το θέμα αυτό γίνονται εκθέσεις, ενώ είναι γνωστά τα διεθνή οικολογικά συνέδρια που οργανώνονται από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο[29].

Για την Εκκλησία το οικολογικό είναι ζήτημα ηθικό και πνευματικό[30]. Η Αγία Γραφή μας πληροφορεί ότι «ο Θεός εποίησε τον ουρανόν και την γην»[31] και ότι αφού δημιούργησε τις κατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες έπλασε και τον άνθρωπο «κατ' εικόνα και ομοίωσιν Αυτού»[32]. Εκτός όμως από τον άνθρωπο και τα άλλα όντα της δημιουργίας έχουν λόγο ύπαρξης και ζωής διότι δεν είναι «έργα χειρών ανθρώπων»[33]. Έχουν κι αυτά δικαίωμα να ζήσουν. Δυστυχώς όμως, ο άνθρωπος έγινε σφετεριστής και καταχραστής των δικαιωμάτων των άλλων όντων της γης, τα οποία μεταχειρίζεται με αποκλειστικό γνώμονα το δικό του συμφέρον[34].

Όπως γράφει ο υμνωδός της Εκκλησίας : «Γέγονα... μολυσμός αέρος και γης και υδάτων»[35]. Ο άνθρωπος δηλ. με την αμαρτία, μολύνει το περιβάλλον. Η ρίζα του οικολογικού προβλήματος επομένως, βρίσκεται σε χώρους βαθύτερους από την πολιτική και την οικονομία. Καθρεφτίζει την βαθύτερη «εσωτερική κρίση του ανθρώπου»[36]. Στην αφετηρία της βρίσκεται η επιθυμία του ανθρώπου για αυτοθέωση[37]. Αιτία ο ακάθαρτος νους του ανθρώπου. Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, η κακή χρήση των νοημάτων (δηλ. οι κακοί λογισμοί) φέρνει και την κακή χρήση των πραγμάτων[38]. Σύμφωνα με τον Philip Sherrard "ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο δεν είναι παρά ένας αντικατοπτρισμός του δικού μας εσωτερικού κόσμου. Τελικά βλέπουμε τη φύση σαν κάτι που υπάρχει ανεξάρτητα από το Θεό, επειδή εμείς οι ίδιοι νομίζουμε πως υπάρχουμε ανεξάρτητα από το Θεό»[39].

Ασκητές οι οποίοι έφτασαν σε βαθύτατη εμπειρία της πίστης, πέτυχαν αρμονική και διαλογική σχέση με τη φύση, σχέση αγάπης και καταλλαγής καθώς ο χριστιανικός ασκητισμός δεν έχει καμιά σχέση με την εχθρότητα προς τη φύση. Ασκητές και μοναχοί αντιμετωπίζουν τη φύση ως δωρεά του Θεού στον άνθρωπο. Μέσα από έναν λιτοδίαιτο τρόπο ζωής μας διδάσκουν ότι μπορούμε να έχουμε επάρκεια αγαθών ώστε να μπορέσει η φύση να επιβιώσει μαζί μας[40]. Επίσης ο π. Θ. Ζήσης επισημαίνει: «Η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, μια από τις σπουδαιότερες αιτίες της οικολογικής καταστροφής, δεν θα ήταν αναγκαία, αν οι άνθρωποι μάθαιναν να ζουν ασκητικά, ολιγοδεείς και ολιγαρκείς. Γι' αυτό γύρω από τα ορθόδοξα μοναστήρια και τις μοναστικές πολιτείες, όπως αυτή του Αγίου Όρους, το περιβάλλον συντηρείται και διασώζεται»[41]. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος κάτω από την απειλή του θανάτου καταφεύγει όλο και πιο πολύ στη συσσώρευση υλικών αγαθών θεωρώντας ότι κατ' αυτόν τον τρόπο θα οδηγηθεί στην ευτυχία και στην ασφάλεια.

Συγκεκριμένα σε μήνυμά του προς το διορθόδοξο συνέδριο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος που έγινε στην Κρήτη το Νοέμβριο του 1991 ο Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος τόνισε ότι «η ευθύνη των πνευματικών και πολιτικών ηγετών, αλλά και παντός ανθρώπου είναι πελωρία. Η Ορθοδοξία οφείλει και αυτή να δώσει την μαρτυρίαν αυτής»[42]. Η οικολογική αγωγή επιβάλλεται να ξεκινήσει από υπεύθυνους και αρμόδιους φορείς. Μόνο με τη συσπείρωση και την κοινή προσπάθεια όλων μπορούν να αποτραπούν οι ορατοί κίνδυνοι από την καταστροφή του περιβάλλοντος. Η συνειδητοποίηση και η αγωνία των πολιτών όλου του κόσμου πρέπει να κινητοποιήσει εκκλησίες, ιδρύματα, φορείς. Οι κυβερνήσεις να κατοχυρώσουν την προστασία του περιβάλλοντος με την ανάλογη νομοθεσία ενώ παγκόσμιοι οργανισμοί επιβάλλεται να βρουν τρόπους παρέμβασης σε περίπτωση που καταστρατηγούνται διεθνείς συμφωνίες για την προστασία της φύσης. Ειδικότερα η πολιτεία, μια που η χώρα μας, είναι ευεργετημένη από τη φύση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειες πρέπει να λάβει μια σειρά από αναγκαία μέτρα περιορισμού της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος. Το 75% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας καλύπτεται από ορυκτά καύσιμα, τα οποία καταναλώνονται εκατό χιλιάδες φορές ταχύτερα από τον χρόνο που απαιτείται για να ξαναδημιουργηθούν[43]. Επομένως, h ηλιακή, η αιολική, η υδροηλεκτρική και η γεωθερμική ενέργεια έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν σε σημαντικό βαθμό τόσο στην ανάπτυξή της, όσο και στην εξοικονόμηση πολύτιμων καυσίμων[44]. Η Εκκλησία από την πλευρά της, καλό είναι να ευαισθητοποιήσει τόσο τα παιδιά όσο και τους ενήλικες είτε μέσω των κηρυγμάτων, είτε μέσω των κατηχητικών συναντήσεων και όλων των μέσων ενημέρωσης που διαθέτει ώστε να σέβονται και να μη μολύνουν το φυσικό περιβάλλον[45]. Tα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν τη δύναμη να συμβάλλουν στη διαμόρφωση οικολογικής συνείδησης. Ιδιαίτερα η τηλεόραση μπορεί να ασκήσει επίδραση στο ασυνείδητο του ανθρώπου είτε άμεσα είτε έμμεσα[46]. Δυστυχώς όμως, μια γρήγορη ματιά στις τηλεοπτικές διαφημίσεις μας αποδεικνύει το αντίθετο αφού αυτό που επιτυγχάνουν είναι να ενσπείρουν στις ψυχές των τηλεθεατών την επιθυμία του υπερκαταναλωτισμού, παρουσιάζοντας τα διάφορα προϊόντα, ελκυστικά πρόσωπα[47]. Αυτό που προβάλλεται είναι ένα πρότυπο ζωής που έχει σχέση με την άνεση και καλοπέραση, ο άνθρωπος που δεν έχει ηθικούς και πνευματικούς φραγμούς και όχι ο πνευματικά ελεύθερος και ολιγαρκής[48]. Εκείνο όμως που κυρίως πρέπει να αλλάξει είναι η στάση του ανθρώπου γιατί όπως τονίζει και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος κατά την αναγόρευσή του ως Πρώτου Επίτιμου Διδάκτορος του Τμήματος Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου «...η ζητουμένη σήμερον αλλαγή στάσεως του ανθρώπου έναντι του φυσικού περιβάλλοντος προϋποθέτει αλλαγήν του νοήματος, το οποίον αποδίδει ο άνθρωπος εις την ύλην και εις τον κόσμον. Η οικολογία δεν θα εμπνεύση σεβασμόν της φύσεως, εάν δεν εκφράση κοσμολογίαν διάφορον της σήμερον εν τω πολιτισμώ ημών κρατούσης, απηλλαγμένην του αφελούς υλισμού όσον και του εξ ίσου αφελούς ιδεαλισμού»[49].

Επειδή το οικολογικό πρόβλημα ξεπερνά τα εθνικά όρια η προστασία του περιβάλλοντος επιβάλλεται να είναι στο επίκεντρο της διεθνούς κοινής γνώμης καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου και όχι να γίνεται πρώτη είδηση μόνο την ημέρα του εορτασμού του στις 5 Ιουνίου. Διότι, όπως εύστοχα έχει επισημάνει ο φιλόσοφος Ουμπέρτο Έκο «ο σύγχρονος άνθρωπος δημιούργησε τις επετείους ακριβώς για να κρυφτεί πίσω από αυτές στην προσπάθειά του να αποβάλει τις ενοχές του». Ο ορθόδοξος τρόπος ζωής είναι η μόνη διέξοδος από τα αδιέξοδα του σύγχρονου τρόπου. Να απαλλαγεί ο άνθρωπος από τον αυταρχικό εγωισμό του, την υπερκατανάλωση, τη σπατάλη και την καταστροφή των φυσικών πόρων του πλανήτη, ώστε να αποβεί δίκαιος οικονόμος και όχι ιδιοκτήτης της κτίσης και του φυσικού περιβάλλοντος[50]. Η Θεϊκή επιταγή στο βιβλίο της Γένεσης είναι σαφής αν και έχει παρερμηνευθεί: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην καί κατακυριεύσατε αυτής καί άρχετε των ιχθύων της θαλάσσης καί των πετεινών του ουρανού καί πάντων των κτηνών καί πάσης της γης καί πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης»[51]. Ο όρος «άρχω» που σημαίνει ασκώ εξουσία, δεν θεωρείται συνώνυμος με τον όρο καταστρέφω. Ο σωστός άρχων είναι ο συνετός χρήστης και όχι ο καταχραστής.

Η μεγάλη πρόκληση της εποχής μας είναι να ξανασκεφτούμε το πεπρωμένο της περίφημης ρήσης του Καρτέσιου: ο άνθρωπος «αφέντης και κυρίαρχος της φύσης», αλλά και την αισιόδοξη αμφισβήτηση του Κούντερα: αυτός ο κυρίαρχος αντιλαμβάνεται ξαφνικά πως δεν κατέχει τίποτα και πως δεν είναι αφέντης ούτε της φύσης ούτε της Ιστορίας ούτε του εαυτού του[52]. Eπομένως, για να διασωθεί το περιβάλλον πρέπει να προωθείται η αντίληψη ότι μόνο αν οι άνθρωποι αλλάξουν συνήθειες, θα υπάρχει προοπτική[53]. Για να έχει επιτυχία οποιαδήποτε προσπάθεια για βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών είναι απαραίτητη η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των πολιτών, αρχίζοντας από τους μαθητές που είναι η ελπίδα μας. Επιβάλλεται οι οικολογικές δράσεις να γίνουν βιωματικές, να μπουν στην καθημερινότητα των παιδιών που σίγουρα θα συμπαρασύρουν και τους γονείς τους. Αλλά όσα προγράμματα προστασίας κι αν εκπονηθούν εάν οι άνθρωποι δεν παραιτηθούν από την υπερκατανάλωση που διέπει τη ζωή τους, αν δεν υπάρξει πνευματική αναστροφή και κατ' επέκταση μετάνοια οι μελλοντικές γενιές δεν θα μπορέσουν να απολαύσουν τη φύση που θα τους κληροδοτήσουμε.

* Η Βασιλική Β. Παππά είναι Msc, MA Θεολόγος-Σύμβουλος Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού στο ΚΕ.ΣΥ.Π Ηγουμενίτσας

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΡΓΥΡΙΟΥ Α., Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 7 (2002) 87.

ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ Α.-ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ Δ., Θέματα Χριστιανικής Ηθικής (1999).

ΑΤΤΑΡΤ Μ., Η κλιματική αλλαγή του Πλανήτη, σε: Τόλμη, τεύχ. 79 (2007) 52-53.

ΒΑΝΤΣΟΥ Χ., Ποιμαντική και παιδαγωγική προσέγγιση του οικολογικού προβλήματος, στα Πρακτικά συμποσίου με θέμα «Ορθοδοξία και φυσικό περιβάλλον» (3-4 Απριλίου 1997).

ΒΑΝΤΣΟΥ Χ., Θέματα Ποιμαντικής Ψυχολογίας, Θεσσαλονίκη 1996.

κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ, «Ορθοδοξία και Περιβάλλον», στον τόμο (επιμ. Μάργαρη Ν.,) Οικολογία και Περιβάλλον στην Ελλάδα του 2000, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1995, 217-227.

ΓΕΡΑΝΙΟΥ Θ., «20 χρόνια Τσερνομπίλ. Ο πυρηνικός κίνδυνος δηλώνει «παρών»!, σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 20 (2006).

ΓΙΟΥΛΤΣΗ Β., «Δημιουργία και οικολογικό πρόβλημα στην Ορθόδοξη Θεολογία», Άνθρωπος και Περιβάλλον, Πάφος 1994, 11-23.

ΖΑΛΑΩΡΑΣ ΝΙΚΟΣ, Τα Δάση. Η σιωπηλή τραγωδία ή το τέλος της ζωής, έκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1991.

ΖΕΡΕΦΟΥ Χ., «Παγκόσμιες κλιματικές μεταβολές. Φαινόμενο Θερμοκηπίου», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 8 (2002).

ΖΗΖΙΟΥΛΑ Ι., (Μητροπολίτου Περγάμου), Η κτίση ως ευχαριστία, Αθήνα 1992.

ΖΗΣΗ Θ., πρωτ. Ηθικά Κεφάλαια, Θεσσαλονίκη 2002.

ΖΗΣΗ Θ., πρωτ. Ορθοδοξία και Οικολογία (1994) σ. 15.

ΖΟΡΜΠΑ Κ., Εκκλησία και Φυσικό Περιβάλλον (1998).

ΘΕΟΞΕΝΗΣ (Μοναχής), «Η έννοια της προστασίας του περιβάλλοντος στην Ορθόδοξη Παράδοση», σε: Οικολογία και Εκκλησία, Αθήνα 1999.

ΚΙΑΡΤΖΗ Σ., Ενέργεια για το μέλλον, σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 7 (2002) 82.

ΛΟΥΛΟΥΔΗΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ, «Άνθρωπος και φύση», στον τόμο (επιμ. Καραμπελιά Γ.) Η οικολογικοποίηση της σκέψης, εκδ. Κομμούνα, Αθήνα 1990, 111-141.

ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ Γ., Χριστιανική Ηθική, τόμ. Ι, Θεσσαλονίκη 2009.

ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ Γ., Χριστιανική Ηθική, τόμ. ΙΙ, Θεσσαλονίκη 2003.

ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ Γ., «Εκκλησία και οικολογική κρίση», Άνθρωπος και Περιβάλλον, Πάφος 1994, 51-62.

ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ Γ., Χριστιανισμός και οικολογία στο περ. Ανάπλασις, αφ. 379, σ.8-12

ΜΟΡΕΝ ΕΝΤΓΚΑΡ, Η οικολογικοποίηση της σκέψης, εκδ. Κομμούνα, Αθήνα 1990 .

ΜΠΕΓΖΟΣ Μ., - ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Α., Θέματα Χριστιανικής Ηθικής, έκδ. ΟΕΔΒ (χ.χ.).

ΝΑΝΤΣΟΥ Θ., «Η σημασία της οικολογικής δραστηριοποίησης της Εκκλησίας», σε: Οικολογία και Εκκλησία, Αθήνα 1999.

ΠAΠΑAΔHMHTΡAKAKH Ι., «Περιβαλλοντική Ηθική Ορθοδοξία και Αποκάλυψη Ιωάννου», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 18 (2005).

ΠΑΠΠΑ Β. Β., «Λύση στο οικολογικό πρόβλημα: η τροπή στην υλιστική βιοθεωρία», σε: Λίμνη Βεγορίτιδα, αρ. φύλλου 6 (2007) 5.

ΠΑΠΠΑ Β. Β., «Η Εκκλησία και το οικολογικό πρόβλημα», εφημ. Πρωινός Λόγος (18/04/2002) 46.

ΡΟΜΠΕΝ, «Ενάντια στη θέληση για δύναμη», στον τόμο (Επιμ. Καραμπελιάς Γ.,) Η οικολογικοποίηση της σκέψης, Αθήνα 1990, 40-53.

ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Φ.,- ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ Μ.,- ΚΩΝΣΤΑΣ Γ., «Στο σπίτι μας σώζουμε τον πλανήτη», Εφημ. Τα Νέα (5-6/12/2009) 24-25.

ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ, (Αρχιμ.) Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1995).

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, (Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος), «Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος» σε: Μηνύματα Πίστεως (2000) 231-235.

ΦΑΡΑΝΤΟΥ Μ., «Ιδεολογικά ρεύματα και οικολογική κρίσις», σε: Θεολογία 62 (1991).

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ

BERDYAEV, Ν., Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, Θεσσαλονίκη 1980.

SHERRARD PHILIP, Ο βιασμός του ανθρώπου και της φύσεως (1994).



[1] Ο Εντγκάρ Μορέν είναι διευθυντής έρευνας του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας του Παρισιού.

[2] Ο Ζακ Ρομπέν είναι διευθυντής του διμηνιαίου περιοδικού «Τομές στην επιστήμη και στον Πολιτισμό» και συγγραφέας του «Να μπούμε σε μια νέα εποχή» (Le Seuil, Παρίσι, 1989).

[3] Βλ. Αττάρτ Μ., «Η κλιματική αλλαγή του Πλανήτη», σε: Τόλμη, τεύχ. 79 (2007) 52.

[4] Βλ. Αργυρόπουλος Α.-Τριανταφύλλου Δ., Θέματα Χριστιανικής Ηθικής, Αθήνα 1999, σ. 192.

[5] Βλ. Γιούλτση Β., Γενική Κοινωνιολογία, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 313.

[6] Βλ. Ζακ Ρομπέν, «Ενάντια στη θέληση για δύναμη», στον τόμο (Επιμ. Καραμπελιάς Γ.,) Η οικολογικοποίηση της σκέψης, Αθήνα 1990, σ. 40.

[7] Βλ. Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, «Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος» στον τόμο Μηνύματα Πίστεως, Αθήνα 2000, σσ. 231, 232.

[8] Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όμως υπολογίζει τον αριθμό των θανάτων στους 50.000 Βλ. Γεράνιου Θ., «20 χρόνια Τσερνομπίλ. Ο πυρηνικός κίνδυνος δηλώνει «παρών»!, σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 20 (2006) 74, 75. Μπέγζος Μ.-Παπαθανασίου Α. Θέματα Χριστιανικής Ηθικής, Αθήνα (χ.χ.) σ. 149.

[9] Βλ. Ζερεφού Χ., «Παγκόσμιες κλιματικές μεταβολές. Φαινόμενο Θερμοκηπίου», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 8 (2002) 56.

[10] Βλ. Αργυρόπουλος Α.-Τριανταφύλλου Δ., ό.π. σ. 193.

[11]Εφημ. Τα Νέα (5-6/2009) σ. 24.

[12] Βλ. Εντγκάρ Μορέν, Η οικολογικοποίηση της σκέψης, Αθήνα 1990, σ. 19.

[13] Γέν. 2, 15.

[14] Γέν. 6, 5.

[15] Γέν. 6, 3

[16] Ματθ. 24, 36-38.

[17] Ρωμ., 8, 22.

[18] Αριθμοί, ΙΓ΄, 21.

[19] Λευϊτικόν, ΚΖ΄, 30.

[20] Βλ. Νάντσου Θ., «Η σημασία της οικολογικής δραστηριοποίησης της Εκκλησίας», σε: Οικολογία και Εκκλησία, Αθήνα 1999, σ. 109.

[21] Βλ. Παπαδημητράκη Ι., «Περιβαλλοντική Ηθική Ορθοδοξία και Αποκάλυψη Ιωάννου», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 18 (2005) 64-65.

[22] Βλ. Ζαλαώρα Ν., Τα Δάση. Η σιωπηλή τραγωδία ή το τέλος της ζωής, Αθήνα 1991, σ. 13.

[23] Βλ. Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ηθική, τόμ. Ι, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 232.

[24]Βλ. Nikolas Berdyaev, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο, Αθήνα 1980, σ. 91.

[25] Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1995) 474.

[26] Βλ. Ζηζιούλα Ι., (Μητροπολίτου Περγάμου), Η κτίση ως ευχαριστία, Αθήνα 1992, σ. 34.

[27] Βλ. Θεοξένης (Μοναχής), «Η έννοια της προστασίας του περιβάλλοντος στην Ορθόδοξη Παράδοση», σε: Οικολογία και Εκκλησία, Αθήνα 1999, σ. 81.

[28] Για τις πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου βλ. Ζορμπά Κ., Εκκλησία και Φυσικό Περιβάλλον (1998).

[29] Βλ. Παππά Β. Β., «Λύση στο οικολογικό πρόβλημα: η τροπή στην υλιστική βιοθεωρία», σε: Λίμνη Βεγορίτιδα, αρ. φύλλου 6 (2007) 5.

[30] Βλ. Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ηθική, τόμ. ΙΙ, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 568.

[31] Γεν. 1-2. Περισσότερα για την κατ' εικόνα Θεού πλάση του ανθρώπου βλ. Βάντσου Χ., Θέματα Ποιμαντικής Ψυχολογίας, Θεσσαλονίκη 1996. Παππά Β., «Η Εκκλησία και το οικολογικό πρόβλημα», σε: Πρωινός Λόγος (18/04/2002) 46.

[32] Γεν. 1, 26.

[33] Ψλμ. 113, 12.

[34] Βλ. Φαράντου Μ., «Ιδεολογικά ρεύματα και οικολογική κρίσις», σε: Θεολογία 62 (1991) 334 κ.ε.

[35] Παρακλητική, ήχος βαρύς, β΄ Στιχηρόν Εσπερινού Δευτέρας.

[36] Βλ. Γιούλτση Β., «Δημιουργία και οικολογικό πρόβλημα στην Ορθόδοξη Θεολογία», Άνθρωπος και Περιβάλλον, Πάφος 1994, 11-23 και Μαντζαρίδη Γ., «Εκκλησία και οικολογική κρίση», Άνθρωπος και Περιβάλλον, Πάφος 1994, 51-62.

[37] Βλ. Μαντζαρίδης Γ., «Χριστιανισμός και οικολογία», σε: Ανάπλασις, αφ. 379, σ.8-12.

[38] Αγίου Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια περί αγάπης, 2, 78, PG 90, 1009AB.

[39] Βλ. Philip Sherrard, Ο βιασμός του ανθρώπου και της φύσεως (1994) σ. 123.

[40] Βλ. Φαράντου Μ., ό.π. 336.

[41] Βλ. Πρωτ. Θεόδωρου Ζήση, Ορθοδοξία και Οικολογία, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 15.

[42] Βλ. Βάντσου Χ., Ποιμαντική και παιδαγωγική προσέγγιση του οικολογικού προβλήματος, σε: Πρακτικά συμποσίου με θέμα «Ορθοδοξία και φυσικό περιβάλλον» (3-4 Απριλίου 1997) σ. 203.

[43] Βλ. Αργυρίου Α., «Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 7 (2002) 87.

[44] Βλ. Κιαρτζή Σ., «Ενέργεια για το μέλλον», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 7 (2002) 82.

[45] Βλ. Φαράντου Μ., ό.π. 342-343.

[46] Βλ. Βάντσου, Χ., Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η εκκλησία (1992) σ. 94 εξ.

[47] Βλ. Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ηθική, τόμ. ΙΙ, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 573, 574.

[48] Βλ. πρωτ. Ζήση Θ., Ηθικά κεφάλαια, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 37.

[49] Βλ. Βαρθολομαίου (Οικουμενικού Πατριάρχου), «Ορθοδοξία και Περιβάλλον», στον τόμο (επιμ. Μάργαρη Ν.,) Οικολογία και Περιβάλλον στην Ελλάδα του 2000, Αθήνα 1995, 222.

[50] Βλ. Παπαδημητράκη Γ., «Περιβάλλον και Ορθοδοξία», σε: Πεμπτουσία, τεύχ. 12 (2003) 34.

[51] Γέν. 1, 28.

[52] Βλ. Λουλούδης Λ., «Άνθρωπος και φύση», στον τόμο (επιμ. Καραμπελιά Γ.) Η οικολογικοποίηση της σκέψης, εκδ. Κομμούνα, Αθήνα 1990, 130.

[53] Αν όλοι οι Έλληνες ανακύκλωναν τα κουτιά των αναψυκτικών, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα μειώνονταν κατά 250.000 τόνους ετησίως ενώ εάν ήταν τόσο προσεκτικοί όσον αφορά τη μείωση της κατανάλωσης της ηλεκτρικής ενέργειας και κατανάλωναν τόσο ρεύμα όσο ο μέσος Ευρωπαίος, θα εξοικονομούσαν 183 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο στα νοικοκυριά τους και άλλα 110 εκατομμύρια ευρώ στα δημόσια κτίρια. Βλ. Εφημ. Τα Νέα 5-6/12/2009, σ. 24.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...