10 Μαΐου 2021

Τεχνητή νοημοσύνη και θέματα βιοηθικής: εισαγωγικές σκέψεις


Τεχνητή νοημοσύνη και θέματα βιοηθικής: εισαγωγικές σκέψει
Τεχνητή νοημοσύνη και θέματα βιοηθικής
 εισαγωγικές σκέψεις
Φίλιππος ΒασιλόγιαννηςΑναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας του Δικαίου Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών 


Εισήγηση στην επιστημονική διημερίδα με θέμα, «Multidisciplinary Care Discussions in Oncology» Αθήνα 8-9.11.2019


Η εφαρμογή των άνευ προηγουμένου επιτευγμάτων της τεχνητής νοημοσύνης στην ιατρική πράξη αποτελεί, πράγματι, μια θαυμαστή πρόκληση. Η πρόκληση αυτή συνυφαίνεται με κάποιες αξιοσημείωτες ανησυχίες μας. Οι εν λόγω ανησυχίες είναι ουσιωδώς βιοηθικές: αφορούν, δηλαδή, αρχές και αξίες που διέπουν ζητήματα της ζωής και του βίου καθ’ εαυτά και, περαιτέρω, της συμβίωσής μας στο πλαίσιο που ορίζουν οι εν λόγω αρχές και αξίες. Πρέπει όμως, για την οικονομία της έκθεσής μας, να προϋποθέσουμε, παρότι η αμφισβήτηση είναι εύλογη και αναμενόμενη, αν όχι βάσιμη, ότι η εν λόγω επιστημονική γνώση είναι αρκούντως αξιόπιστη, ότι η συλλογή και επεξεργασία των ιατρικών δεδομένων, στα οποία αυτή βασίζεται, είναι, κατ’ αρχήν, θεμιτή (δηλαδή σύννομη)και ότι η σχέση ιατρού και ασθενούς εξακολουθεί να διατηρεί τα αποφασιστικά γνωρίσματα του προτύπου των σχέσεων εμπιστοσύνης(ότι, δηλαδή, ο ιατρός δεν υποκαθίσταται από την τεχνολογία στη σχέση αυτή).

Τούτων δοθέντων, δύο φαίνεται ότι είναι οι κύριες πηγές του βιοηθικού μας προβληματισμού: Πρώτον, μήπως η γνώση αυτή, από τη στιγμή που είναι πλήρως διαθέσιμη τόσο στον ιατρό όσο ασφαλώς και στον ασθενή, αντί να προάγει την αυτονομία του τελευταίου την υπονομεύει; Ή, αντί να αποτελεί για αυτόν εγγενώς αγαθό, συνιστά, εν τέλει, ένα εγγενές κακό; Δεύτερον, μήπως, συναφώς, και αυτή η επιστημονική γνώση και τεχνολογία αιχμής δημιουργεί μεν σημαντικές ευκαιρίες, οι οποίες όμως περιορίζουν άλλες ήδη δεδομένες(ή κατακτημένες από την πρόοδο της ανθρωπότητας); Π. χ., η αξιόπιστη πρόβλεψη της μελλοντικής μας υγείας ή του προσδόκιμου της ζωής μας, αν γίνει γνωστή σε τρίτους, ενδέχεται να περιορίσει σημαντικά τις επιλογές μας ως προς την εύρεση εργασίας, την ασφάλισή μαςή τη σύναψη γάμου. Ομοίως, συναφώς, μήπως η εν λόγω πρόοδος είναι για λίγους, ή πολύ λίγους (τους ήδη ευνοημένους από την καλή τους τύχη ή την καταγωγή τους),και, συνεπώς, η ίδια συμβάλλει στη διεύρυνση των υφιστάμενων κοινωνικών ανισοτήτων; Επίσης, πρέπει να μη παραγνωρίσει, βέβαια, κανείς και να λάβει σοβαρά υπ’όψιν του στην τελική αξιολόγησή του τους τουλάχιστον πιθανολογούμενους κινδύνους που εγκυμονείο νέος θαυμαστός μας κόσμος και για το μέλλον, π. χ., διαφόρων ιατρικών ειδικοτήτων και κλάδων, συνυφασμένων με την 2οργάνωση των ιατρικών υπηρεσιών, η οποία ίσως πρέπει, ανταποκρινόμενη προσηκόντως στις προκλήσεις των καιρών, να καταστεί, όχι απλώς περισσότερο αποτελεσματική, αλλά και να βελτιωθεί ως προς την ισότιμη πρόσβαση όλων σε
αυτές, ανεξαρτήτως χώρας και κοινωνικών συνθηκών.

*Ως προς το πρώτο ζήτημα, ως προς τη βλάβη στην αυτονομία μας, ή το υφέρπον εγγενές κακό εξ αιτίας της χρήσης της πλέον προηγμένης τεχνητής νοημοσύνης στην ιατρική πράξη, φαίνεται ότι η ανησυχία αυτή συμμερίζεται έναν γνωστό αντίλογο κατά της ευθανασίας. Η ίδια η δυνατότητα επιλογής, δηλαδή επίσπευσης της ώρας του θανάτου μας –ισχυρίζονται κάποιοι– με δεδομένο το πόσο ευάλωτος είναι ο ασθενής κατά τις κρίσιμες αυτές στιγμές, αντί να διευρύνει την ελευθερία του ενδέχεται να την περιορίζει, προκαλώντας του σύγχυση και ίσως εξαναγκάζοντας έμμεσα κάποιους ασθενείς να προβούν σε μια επιλογή που καλύτερα να μη την είχαν: η διά νόμου παροχή αυτής της ευκαιρίας καθιστά, κατά τον αντίλογο, τον βίο των ασθενών αυτών χειρότερο και τους προκαλεί βλάβη(υπονομεύοντας την αυτονομία τους).

Στο θέμα μας, αναδιατυπώνοντας τον αντίλογο αυτόν, γιατί κάποιοι να μη ισχυριστούν, λοιπόν, ότι η διεύρυνση των επιλογών μας με την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης, σε ένα πεδίο που πριν μάλλον αποφάσιζε κυρίαρχα η τύχη, και πάλι καθιστά τον βίο του ασθενούς χειρότερο; Επειδή, κατ’ αυτούς, προσθέτει στους ασθενείς, υπό τον μανδύα τού, αντιστοίχως, πλέον προηγμένου δήθεν ελέγχου της ζωής τους, το βάρος μιας πολύ εξατομικευμένης μάλιστα επιλογής. Και εν πάση περιπτώσει, η ίδια η λεπτομερής πλέον γνώση, π. χ., του προσδόκιμου και της ποιότητας της μελλοντικής ζωής τους, χωρίς ίσως ούτε καν την ελπίδα πλέον ή την πίστη(έστω αδικαιολόγητη και ανορθολογική)σε μια ριζική καλυτέρευση της υγείας τους, αποτελεί για αυτούς ένα εγγενές κακό.

 Θεωρώ τον αντίλογο, αν και συζητήσιμο, αδύναμο(και όχι μόνο διότι αψηφά την ακαταγώνιστη επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο): το βιοηθικό ζήτημά μας είναι της προσωπικής ευθύνης και αξιοπρέπειας. Τούτο σημαίνει ότι δεν καλούμαστε να μετρήσουμε την ελευθερία μας (με ποια μέτρα, άραγε, και ποια σταθμά;), αλλά να αντιμετωπίσουμε, κατά πρόσωπο, μια αντικειμενική εν ευρεία εννοία θεραπευτική πρόκληση και να αναμετρηθούμε μαζί της ως ασθενείς, ανασχεδιάζοντας ίσως τον βίο μας. Διότι η υγεία (όπως, π. χ.,και το χρήμα) αποτελεί πρωταρχικό αγαθό με αξία προσωποπαγή: αγαθό που, ως μέσον, μας επιτρέπει να θέσουμε στόχους και να πραγματώσουμε εμείς οι ίδιοι, και όχι άλλοι στη θέση μας, διαφόρους και διαφορετικούς ο καθένας μας σκοπούς. Όποιος δεν θέλει να αντιμετωπίσει ούτε αυτή την πρόκληση και την ευκαιρία, δικαιούται ασφαλώς να κλείσει τα μάτιατου και τον νου, δηλαδή να αδιαφορήσει.

Ως προς το δεύτερο ζήτημα, ως προς τον κίνδυνο διεύρυνσης των ανισοτήτων, η ισότητα προς τα κάτω δεν είναι υπερασπίσιμη∙ δεν αποτελεί, δηλαδή, ηθική και πολιτική αξία, όπως μάλλον η ισότητα προς τα πάνω. Προϋποθέτουμε και πάλι, για την οικονομία της έκθεσής μας, ότι το επίπεδο της ασφαλιστικής κάλυψης των ασθενών δεν θα χειροτερεύσει από τη διαθέσιμη και στις ασφαλιστικές εταιρείες, ή / και σε ένα εθνικό σύστημα υγείας, εξατομικευμένη γνώση που ήδη κατέχει ο ασθενής και ο ιατρός του. Τούτου δοθέντος, συνεπώς, η προαναφερθείσα προσωπική ευθύνη του ασθενούς συνυφαίνεται με μια πρότερη και ακριβοδίκαιη διανομή πόρων(υπό τη μορφή του χρήματος ως μέσου παντός σκοπού ή συναφών μάλλον δωρεάν προς αυτόν υπηρεσιών), η οποία ακριβώς του επιτρέπει να λάβει αυτός, ιδία ευθύνη, τις κρίσιμες αποφάσεις για τη ζωή και τον βίο του, και όχι τρίτοι.

Το ζήτημα των ακριβοδίκαιων πόρων είναι όμως της διανεμητικής δικαιοσύνης. Είναι μεν ένα θέμα που δεν θα μπορούσαμε να το εξετάσουμε εδώ, χωρίς να το αδικήσουμε κατά φρικτό τρόπο∙ ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ότι, από τη στιγμή που οι πόροι που μας διατίθενται είναι πράγματι ακριβοδίκαιοι, ουδείς αδικείται από την αξιοποίηση της εν λόγω τεχνολογίας αιχμής: η χρήση των εν λόγω πόρων είναι θέμα προσωπικής ευθύνης. Και, βέβαια, εν κατακλείδι, οι αρχές της δικαιοσύνης δεν δύνανται να επιλύσουν όλα τα μυστηριώδη προβλήματα της ανθρωπότητας: αντιθέτως, η εφαρμογή των οποιωνδήποτε αρχών δικαιοσύνης αποκτά νόημα, όχι σε μια κοινωνία αφθονίας, αλλά σε μια κοινωνία περιορισμένων πόρων. Τέτοιες υπήρξαν όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες του παρελθόντος και το πιθανότερο τέτοιες θα είναι και του μέλλοντος. Περισσότερα: του γράφοντος, Αυτονομία και βιοηθικός εξαναγκασμός: μια κριτική περιπτωσιολογία (Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2019)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...