Ο θεσμός της οικογένειας και
η συμβολή της τρίτης ηλικίας
στη χριστιανική ανατροφή των
παιδιών
|
Πρωτοπρ . Βασιλείου Ι. Καλλιακμάνη , Γάμος &
οικογενειακή ζωή, εκδ . Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2015, σελ. 123-125
Η Οικογένεια
είτε ως μορφή κοινότητας, είτε ως ο βασικότερος βιοκοινωνικός θεσμός
αποτελείται από το ζεύγος και ένα τουλάχιστον παιδί. Στην παραδοσιακή αγροτική
κοινωνία κυριαρχούσε η λεγόμενη πατριαρχική οικογένεια, που περιλάμβανε πολλά
πρόσωπα και ανήκαν σε τρεις τουλάχιστον γενιές (παππούδες-γονείς-εγγόνια). Στις
νησιωτικές κυρίως περιοχές, λόγω της μακρόχρονης απουσίας του πατέρα από το
σπίτι, αναπτύχθηκε η μητριαρχική οικογένεια, στην οποία υπήρχαν ανάλογα
στοιχεία της πατριαρχικής οικογένειας. Στην αστική και σύγχρονη μεταβιομηχανική
κοινωνία κυριαρχεί η πυρηνική ή μικρή οικογένεια, που περιλαμβάνει δύο γενιές,
τους γονείς και τα άγαμα τέκνα τους (1). Τις τελευταίες δεκαετίες στο δυτικό
κυρίως κόσμο, αλλά και στη χώρα μας αυξάνονται οι μονογονεϊκές οικογένειες.
Δε γνωρίζω
αν μεθοδολογικά είναι ορθό, θεωρώ όμως ότι είναι εποπτικό να αναζητηθούν οι
θέσεις της χριστιανικής αγιοπνευματικής μας παράδοσης για τα παιδιά, τις
γυναίκες, τους άνδρες, τις μεταξύ τους σχέσεις και τον γάμο γενικότερα,
προκειμένου να προσεγγίσουμε καλύτερα το θέμα μας. Στο δεύτερο μέρος θα
αναφερθούν δύο ιστορίες, μία από την πατερική εποχή και μία από τη νεώτερη, που
δείχνουν τη συμβολή της τρίτης ηλικίας στη χριστιανική αγωγή των παιδιών.
Στην Παλαιά
Διαθήκη τα παιδιά θεωρούνται ευλογία Θεού και χαρακτηρίζονται ως «στέφανος
γερόντων» (2). Οι γιοι ονομάζονται «νεόφυτα ελαιών κύκλω της τραπέζης» (3) των
πατέρων τους. Στην Καινή Διαθήκη ο Χριστός ευλογεί τα παιδιά και εμφανίζεται να
προβάλλει την εμπιστοσύνη των παιδιών στους γονείς ως πρότυπο χριστιανικής ζωής
και προϋπόθεση εισόδου στη Βασιλεία του Θεού. «Και προσκαλεσάμενος ο Ιησούς
παιδίον έστησεν αυτό εν μέσω αυτών και είπεν · αμήν λέγω υμίν , εάν μη στραφήτε
και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών» (4).
Ενώ παράλληλα καλούσε τον λαό να δεχθεί τη Βασιλεία του Θεού όπως τα παιδιά (5)
με άδολη και καθαρή καρδιά.
Παράλληλα τα
παιδιά αναγνωρίζονται από την Εκκλησία ως ενιαίες ψυχοσωματικές οντότητες από
τη
σύλληψή τους. Και τα ανάπηρα παιδιά γίνονται αποδεκτά από τους χριστιανούς
και δεν τα περιμένει ο Καιάδας. Ταυτόχρονα καταδικάσθηκε εξαρχής από τους
Πατέρες της Εκκλησίας η έκτρωση που συνδυάσθηκε με τον φόνο. Ακόμη, τα παιδιά
των χριστιανών γονέων, και πριν την καθιέρωση του νηπιοβαπτισμού, βαπτίζονταν,
είχαν την πρώτη θέση στην εκκλησιαστική σύναξη και βρίσκονταν κοντά στο
θυσιαστήριο. Εκεί συμμετείχαν ψάλλοντας «εν αφελότητι καρδίας» το «Κύριε
ελέησον».
Η Εκκλησία
λοιπόν αναγνωρίζει τα παιδιά ως ανεπανάληπτα πρόσωπα και ενδιαφέρεται γι' αυτά.
Τα νεογέννητα παιδιά δεν είναι μόνο σαρκικά, αλλά έχουν και πνευματική
υπόσταση. Το ζευγάρι έχει την ιδιαίτερη ευλογία να συμβάλλει στη δημιουργία
νέων ανθρώπων, υποψηφίων πολιτών της Βασιλείας του Θεού. Τα παιδιά είναι και
πνευματικά όντα, που ανήκουν τόσο στον Θεό όσο και στους γονείς και χρειάζεται
να μεγαλώνουν μέσα σε οικογενειακή ατμόσφαιρα προσευχής και γενικότερα γνήσιας
πνευματικής ζωής. Αλλά και η ζωντανή ενορία παίζει καθοριστικό ρόλο στην ομαλή
κοινωνικοποίηση και την κατά Θεόν αγωγή των παιδιών. Το βάπτισμα, το χρίσμα και
η θεία Κοινωνία των βρεφών και των παιδιών δεν είναι απλώς μια καλή συνήθεια ή
πολιτιστικά αυτονόητα της κοινωνίας μας. Έχουν βαθύ εκκλησιολογικό και
πνευματικό χαρακτήρα.
(1) Γ.
Ι. Μαντζαρίδη , Χριστιανική ηθική II, εκδ . Πουρναρά , Θεσσαλονίκη 2003, σ.
376.
(2)
Παροιμ. 17,6.
(3)
Ψαλμ . 127,3.
(4)
Ματθ . 18,2-3.
(5)
«Αμήν λέγω υμίν , ος εάν μη δέξηται την βασιλείαν του Θεού ως παιδίον , ου μη
εισέλθη εις αυτήν». Μαρκ . 10,15.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.