11 Νοεμβρίου 2018

«Η προβληματική της διαλεκτικής ετερονομίας και αυτονομίας στη Βιοηθική και η πρόταση της Χριστονομίας ως σύνθεση και έξοδος από τη διελκυστίνδα»


Αυτονομία  στη Βιοηθική -Autonomy in bioethics- Χριστιανική ηθική- Εισαγωγή στη Βιοηθική- ετερονομία-αυτονομία- ηθική
Αυτονομία  στη Βιοηθική
Ρένος Κωνσταντίνου, Θεολόγος


 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η πρόοδος της ιατρικής επιστήμης και η εξέλιξη της τεχνολογίας και της γενετικής μηχανικής δίνουν στο σύγχρονο άνθρωπο τη δυνατότητα να παρεμβαίνει ολοένα και περισσότερο στη βιολογική διαδικασία (λ.χ. ευθανασία, αμβλώσεις, μεταμοσχεύσεις, δωρεά οργάνων κ.τ.λ.). Ο έλεγχος της βιολογικής διαδικασίας από τον άνθρωπο θέτει ορισμένα ηθικά ζητήματα, που αναλαμβάνει να επιλύσει η βιοηθική. Ωστόσο ο προσδιορισμός της βιοηθικής είναι δύσκολος, διότι η διαμόρφωσή της εξαρτάται και από την ετερόνομη ηθική (ηθική των αρχών) αλλά και από την αυτόνομη ηθική (ηθική των περιστάσεων). Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να σκιαγραφήσει την αντιπαράθεση της ετερόνομης και της αυτόνομης ηθικής στο πεδίο της βιοηθικής και παράλληλα να αναδείξει ένα τρίτο είδος ηθικής, την ηθική της χριστονομίας, που έχει έναν προσωποκεντρικό και ευχαριστιακό χαρακτήρα και εγκαινιάζει την ορθόδοξη βιοηθική.


Α΄ Ενότητα: Ετερονομία και αυτονομία στη βιοηθική

  1. 1.    Ετερονομία στη βιοηθική

Στην ετερονομία γενικά το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο διαμορφώνεται η ηθική κρίση του ανθρώπου επιβάλλεται από κάποια εξωτερική αυθεντία με θρησκευτικό ή άλλο κύρος. Η ηθική, που πηγάζει από την ετερονομία, ονομάζεται ετερόνομη ηθική. Ο ηθικός νόμος, που ορίζει την ηθική κρίση και τη ζωή του ανθρώπου δεν προέρχεται από το ίδιο το πρόσωπο, που ενεργεί, αλλά θεσπίζεται από κάποιον «έτερον», ο οποίος μπορεί να είναι ο Θεός ή η θεία αρχή, που πιστεύει ο πιστός ή το πολιτικοκοινωνικό σύστημα, στο οποίο είναι ενταγμένος ο πολίτης[1].

Συχνά η βιοηθική αντιμετωπίζεται ως διεπιστημονικός κλάδος στο πεδίο του οποίου πολλές επιστήμες, όπως η βιολογία, η ιατρική, η νομική, η φιλοσοφία, η κοινωνιολογία και η θεολογία, συνεργάζονται προκειμένου να διατυπώσουν ορισμένα ηθικά συμπεράσματα για ιατρικά δεδομένα σύμφωνα με κοινά αποδεκτές ηθικές αρχές. Η συνέπεια είναι ότι η βιοηθική μετατρέπεται σε «ρηχή» δεοντολογία και παύει να αποτελεί ένα πολιτισμικό φαινόμενο[2].

Η βιοηθική έχει τις ρίζες της στην Αμερική. Εκφράζει την αμερικάνικη κουλτούρα και νοοτροπία και αντικατοπτρίζει την αμερικάνικη κοινωνική πραγματικότητα αγνοώντας την κοσμοθεωρία άλλων λαών. Η εμφύτευση όμως πολιτισμικών και ηθικών αξιών από μία κοινωνία σε μία άλλη έχει σα συνέπεια είτε την ανάπτυξή τους σε βάρος των προϋφιστάμενων αξιών είτε την αποβολή τους ως ξένο σώμα. Η επιβολή της αμερικάνικης βιοηθικής αποτελεί μία διάσταση της ετερόνομης ηθικής, ενώ δίκαια χαρακτηρίζεται ως ηθική της παγκοσμιοποίησης εξαιτίας της μονοσήμαντης θεώρησής της[3].

Σύμφωνα με τον καθηγητή Engelhardt η βιοηθική υπηρετεί δύο σκοπούς – ένα θεωρητικό και έναν
πρακτικό – που συναρτώνται άμεσα μεταξύ τους. Ο πρώτος σκοπός είναι ο ορισμός της ορθής, ηθικής συμπεριφοράς των ιατρών, των νοσοκόμων και των βιοϊατρικών επιστημόνων. Ο δεύτερος σκοπός είναι η κατάρτιση ορισμένων ανθρώπων, οι οποίοι ως ένα είδος κοσμικών ιερέων παρέχουν τις συμβουλές τους σε νοσοκομεία, σε ιατρικές σχολές και ερευνητικά κέντρα μέσα στο θεωρητικό πλαίσιο του ορθώς πράττειν. Ενώ λοιπόν στα πανεπιστήμια παράγεται μία ογκώδης βιβλιογραφία σχετικά με τη βιοηθική, στα νοσοκομεία και στα ερευνητικά κέντρα συγκροτείται μία «στρατιά» εμπειρογνωμόνων, που συμβουλεύει και καθοδηγεί τους ιατρούς, τις νοσοκόμες, τους ασθενείς και τις οικογένειές τους. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε κάθε μεγάλο νοσοκομείο – τουλάχιστον στην Αμερική – υπηρετεί ένας βιοηθικολόγος[4].

Από τα λεγόμενα του καθηγητή Engelhardt βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι αυτή η πτυχή της βιοηθικής κυριαρχείται από την ετερόνομη ηθική, καθώς τίθεται ένα σαφές πλαίσιο της ηθικής συμπεριφοράς και με βάση αυτό οι βιοηθικολόγοι εφαρμόζουν την πολιτική της υγειονομικής περίθαλψης και της ηθικής και δεοντολογίας στην ιατρική γενικότερα καθοδηγώντας τους ανθρώπους. Ακόμη και αν δεν τους επιβάλλουν τις απόψεις τους, τους επηρεάζουν σε ένα μεγάλο βαθμό.

  1. 2.    Αυτονομία στη βιοηθική

Στην αυτονομία ο «νόμος» βάσει του οποίου διαμορφώνεται η ηθική κρίση του ανθρώπου αντλείται από τον εαυτό του και δεν επιβάλλεται από κάποια εξωτερική αυθεντία. Η ηθική, η οποία θεμελιώνεται στην αυτονομία, ονομάζεται αυτόνομη[5]. Η αυτόνομη ηθική δεν επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες αλλά πηγάζει από τον ίδιο τον άνθρωπο και συμβάλλει στον αυτοπροσδιορισμό του. Ο ηθικός νόμος διαπλάθεται σύμφωνα με την ατομική επιθυμία κάθε ανθρώπου. Ο άνθρωπος αποτελεί το μέτρο όλων των πραγμάτων και κυρίως αποτελεί το μέτρο του εαυτού του[6]. Η αυτονομία προβάλλεται ήδη ως θεμελιώδης αρχή της βιοηθικής[7].

Ο σύγχρονος, κοσμικός πολιτισμός – κομμάτι του οποίου αποτελεί η βιοηθική – δεν έχει σαν σημείο αναφοράς τον Θεό, αλλά το άτομο. Στους κόλπους αυτού του παγκοσμιοποιημένου πολιτισμού η ανθρώπινη ύπαρξη ταυτίζεται με την ελευθερία, την ισότητα, την ευχαρίστηση και την προσωπική ικανοποίηση. Συνεπώς η βιοηθική συμμορφώνεται με τα ανωτέρω αιτήματα για αυτονομία, για ελευθερία, για προσωπική ικανοποίηση και για προσωπική αυτοεκπλήρωση[8]. Η βιοηθική φαινομενικά είναι απόλυτα εναρμονισμένη με την ανθρώπινη φύση, εφόσον εγγυάται την ατομική ελευθερία και αποβλέπει στην τελείωση του ελεύθερου προσώπου. Άλλωστε ο έμφυτος, ηθικός νόμος, που καθορίζει την ορθή κρίση και τη ζωή του ανθρώπου, είναι ουσιαστικά η συνείδησή του και η έκφραση της ανθρώπινης φύσης του. Όμως στην πραγματικότητα η ανθρώπινη φύση δεν παραμένει η ίδια αλλά αλλάζει, όταν ο άνθρωπος παραδίδεται στα πάθη του, αλλοτριώνεται και χάνει την ταυτότητά του[9].

Ο άνθρωπος στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να ικανοποιήσει την έντονη ανάγκη του για ελευθερία και για αυτονομία γίνεται αλαζόνας και εγωιστής. Θεοποιεί τον εαυτό του και τον χρησιμοποιεί ως μέτρο κρίσεως για όλα τα πράγματα. Στη σύγχρονη εποχή πλέον η αυτονομία αποτελεί το θεματοφύλακα της ανθρώπινης ελευθερίας και της ανεξαρτησίας. Η ηθική δεν επιβάλλεται από κάποια εξωτερική αυθεντία, όπως είναι ο Θεός, αλλά αποτελεί αποκλειστικά υπόθεση του ατόμου. Η πίστη στο Θεό παραμερίζεται και τη θέση της παίρνει ο ανθρώπινος λόγος. Σύμφωνα με την αυτόνομη ηθική το καλό ενυπάρχει στο άτομο ανεξάρτητα από την κοινωνία και τις κοινωνικές σχέσεις. Ο ατομισμός και ο υποκειμενισμός της δυτικής σκέψης αποτελούν συστατικά της αυτόνομης ηθικής[10].

Στη σύγχρονη εποχή η ηθική έχει καθαρά έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και αναγνωρίζει ως υπέρτατη αξία «την αγάπη του ατόμου προς τον εαυτό του» και ως μέτρο όλων των πραγμάτων τον άνθρωπο. Η ηθική του ανθρώπου δε συγκροτείται από κάποιες γενικά αποδεκτές αρχές και ο σχηματισμός της κρίσης του δεν υπακούει σε κάποιους αντικειμενικούς κανόνες αλλά είναι αυθαίρετος. Η αυτόνομη ηθική και η υποκειμενική κρίση καλλιεργούν το έδαφος για την επικράτηση ενός άκρατου εγωκεντρισμού και μίας απόλυτης σύγχυσης[11]. Όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής Engelhardt ήδη από το 12ο αιώνα η Δύση – στην πραγματικότητα ο παπισμός -  θεωρούσε την ηθική ως προοπτική έξω από τη χριστιανική ζωή[12]. Ο δυτικός κόσμος πίστεψε και πιστεύει στην αυτόνομη ηθική, που δεν επιβάλλεται από το Θεό αλλά, που αντλείται μέσα από το ίδιο το άτομο. Πρόκειται για μία φυσική εξέλιξη, καθώς στο σύγχρονο, δυτικό κόσμο η ηθική αποτελεί σημείο αναφοράς ανεξάρτητο από τη χριστιανική ζωή, ενώ η κοινή ηθική προέχει της θρησκείας[13].


Β΄Ενότητα: Χριστιανική ηθική,  Χριστονομία και  ορθόδοξη βιοηθική

  1. 1.    Χριστιανική ηθική και Χριστονομία (ή ορθόδοξη βιοηθική κατά τον Η.Τ. Engelhardt)

Πέρα από τα δύο ανωτέρω είδη ηθικής, που αντιπαρατίθενται στο σύγχρονο κόσμο και αφήνουν το στίγμα τους στον άνθρωπο, στην κοινωνία, στον πολιτισμό και στην επιστήμη, υπάρχει και ένα τρίτο είδος ηθικής, η ορθόδοξη, χριστιανική ηθική. Η ηθική αυτή έχει σαν αφετηρία την ετερονομία και ο προορισμός της είναι η αυτονομία. Αρχίζει με το κάλεσμα του Θεού προς τον αλλοτριωμένο άνθρωπο να επανέλθει στη φυσική του κατάσταση και τελειώνει με την εμπέδωση του θεϊκού θελήματος από τον άνθρωπο, ο οποίος επανέρχεται στη φυσική του κατάσταση. Στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος παύει να είναι εσωστρεφής και εγωπαθής. Οι ανάγκες του και οι επιθυμίες του αντανακλούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες όλης της ανθρώπινης φύσης. Σπάει τα δεσμά της αμαρτίας, γίνεται κοινωνός της πνευματικής ελευθερίας και η προσωπική του ύπαρξη εγγυάται την ενότητα όλης της ανθρωπότητας.

Η ορθόδοξη, χριστιανική ηθική έχει δυναμικό χαρακτήρα, καθώς περνά μέσα από ορισμένα στάδια εξέλιξης, όπως ακριβώς συμβαίνει με την πνευματική τελείωση των πιστών. Τα στάδια αυτά συνήθως συνοψίζονται σε τρία: α) των δούλων, β) των μισθωτών και γ) των ελεύθερων. Στα πρώτα δύο στάδια η χριστιανική ηθική είναι ετερόνομη, ενώ στο τρίτο στάδιο είναι αυτόνομη. Στο πρώτο στάδιο ο άνθρωπος συμπεριφέρεται ηθικά, διότι φοβάται ότι διαφορετικά θα τιμωρηθεί, στο δεύτερο στάδιο συμπεριφέρεται ηθικά, διότι ελπίζει ότι θα ανταμειφθεί, ενώ στο τρίτο στάδιο το κίνητρο της ηθικής συμπεριφοράς του είναι η ελευθερία. Στο πρώτο στάδιο ο πιστός ενεργεί δουλικά, στο δεύτερο στάδιο ωφελιμιστικά, ενώ μόνο στο τρίτο στάδιο ενεργεί ελεύθερα και ανιδιοτελώς. Στα δύο πρώτα στάδια η ηθική παραμένει ατελής και προκαταρκτική, ενώ στο τρίτο στάδιο ολοκληρώνεται και γίνεται αυθεντική και μόνο τότε ταυτίζεται με την αληθινή ελευθερία και την αληθινή αυτονομία[14].

Η αληθινή αυτονομία ευδοκιμεί μόνο μέσα στην Εκκλησία, δηλαδή μέσα στο σώμα του Χριστού. Στην Εκκλησία είναι εφικτή η υπέρβαση του θανάτου και η κατάκτηση της απόλυτης ελευθερίας. Στην Εκκλησία όλοι οι άνθρωποι διατηρούν την προσωπική τους ταυτότητα, αλλά ταυτόχρονα και την οντολογική ενότητά τους. Στο Χριστό ο άνθρωπος ανακαλύπτει την αληθινή και μη αλλοτριωμένη φύση του. Ως εκ τούτου όσο περισσότερο πλησιάζει το Χριστό τόσο περισσότερο ανακαλύπτει τον αληθινό εαυτό του, απελευθερώνεται από το φόβο του θανάτου και κατακτά την ελευθερία και την αυτονομία του. Πραγματώνεται η μετάβαση από την ετερονομία στην αυτονομία[15].

Η πραγματοποίηση όμως της μετάβασης από την ετερονομία στην αυτονομία γίνεται σταδιακά και απαιτεί πολλές θυσίες και ζωή ασκητική. Διότι στην αρχή ο άνθρωπος είναι ετερόνομος και υπόκειται στη φθορά και στο θάνατο. Ο μόνος τρόπος για να λυτρωθεί από την αμαρτία και τον κατακερματισμό της ψυχής του είναι η αγάπη, εκείνη η αγάπη, που πηγάζει από μέσα του, η ίδια αγάπη, που πηγάζει μέσα από το σώμα του Χριστού. Διότι, όπως δίδαξε ο Χριστός και διδάσκει η Εκκλησία, η πραγματική αγάπη είναι η αυταπάρνηση, η ταπείνωση και η αγάπη για το Θεό και το συνάνθρωπο[16].

Ο καθηγητής κ. Αγόρας τονίζει ότι η αγάπη και η φιλανθρωπία του Χριστού είναι το πραγματικό μέτρο του ανθρώπου. Η ανθρωπιά Του θεμελιώνει και πλαισιώνει μία ευχαριστιακή βιοηθική της χριστονομίας, μία χριστόνομη βιοηθική με ευχαριστιακό χαρακτήρα. Η χριστονομία διακρίνεται τόσο από την ετερονομία όσο και από την αυτονομία, οι οποίες χαρακτηρίζουν το θεοκρατικό Μεσαίωνα και την εκκοσμίκευση του Μεσαίωνα στη Νεωτερικότητα αντίστοιχα. Η χριστονομία είναι εσχατολογική και εκκλησιολογική κατηγορία, ενώ η ετερονομία και η αυτονομία είναι ιστορικές και πολιτισμικές κατηγορίες. Η κύρια διαφορά τους όμως εντοπίζεται στην προοπτική τους σε σχέση με την ελευθερία της ύπαρξης. Ενώ η ετερονομία και η αυτονομία υπονοούν προοπτικές φύσης, δηλαδή έχουν φυσιοκεντρικό χαρακτήρα, η χριστονομία υπονοεί προοπτική χάρης, άρα έχει προσωποκεντρικό χαρακτήρα[17].

Ο καθηγητής Engelhardt υποστηρίζει ότι δε νοείται ηθική έξω από τη χριστιανική ζωή. Η ηθική συμπεριφορά χαρακτηρίζεται από την αυταπάρνηση και την αγάπη για το Θεό. Η αγάπη για το Θεό γεννάει την αγάπη για το συνάνθρωπο. Η αγάπη αυτή μπορεί να πραγματωθεί μέσα στον ορθόδοξο χριστιανισμό, γιατί μόνο οι ορθόδοξοι χριστιανοί κατανοούν το θεοκεντρικό χαρακτήρα της ηθικής συμπεριφοράς[18]. Επίσης υπογραμμίζει εμφατικά ότι η ηθική και η αληθινή φιλοσοφία που ενυπάρχουν στη ζωή της Εκκλησίας επενδύουν τη βιοηθική και της εμφυσούν μία χριστιανική πνοή, ούτως ώστε να εγκαινιάζεται μία ορθόδοξη βιοηθική. Αυτή η ορθόδοξη βιοηθική ενθαρρύνει τον άνθρωπο να επιλύσει τα προβλήματά του ή να υπερβεί τα διλλήματά του ανατρέχοντας στο πνεύμα των Πατέρων. Θεμελιωμένη στη χριστιανική ηθική, την αληθινή φιλοσοφία και τη θεολογία αξιώνει από τον άνθρωπο να μετανοήσει και να προσευχηθεί, διότι η προσευχή και η μετάνοια είναι ο μόνος δρόμος προς την αληθινή αγάπη του Θεού[19].

Ο καθηγητής Engelhardt τονίζει ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί οφείλουν να μην  προσεγγίζουν τα ηθικά ζητήματα γενικά και τα βιοηθικά ζητήματα ειδικότερα μέσω μίας ηθικής, η οποία είναι ξένη προς το Θεό και ουσιαστικά τους χωρίζει από το Θεό. Θεωρεί ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί στην πραγματικότητα δεν έχουν κανόνες ηθικής αλλά αντίθετα έχουν μία αληθινή σχέση με το Θεό. Δε θεωρούν την ηθική ως ανεξάρτητη προοπτική και τη φιλοσοφία ως τρίτο πράγμα. Όταν ο ηθικός στοχασμός γίνεται τρίτο πράγμα ανάμεσά τους και στο Θεό, τότε μεταβάλλεται σε αυτό, που ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς όριζε ως κακό[20]. Ο καθηγητής Engelhardt επίσης σχολιάζει ότι ο απώτερος σκοπός της ορθόδοξης βιοηθικής είναι ο προσανατολισμός του ανθρώπου προς τη Θεία Κοινωνία, καθώς ο χαρακτήρας της είναι ευχαριστιακός. Αυτό σημαίνει ότι άμεση προϋπόθεση για να έλθει ο άνθρωπος σε κοινωνία με το Χριστό είναι η εκ μέρους του ηθική συμπεριφορά, η οποία δεν καθορίζεται από κάποια εξωτερική ηθική αλλά από τις ενέργειες εκείνες, που είναι ικανές να του επιτρέψουν να προσέλθει στη Θεία Κοινωνία. Ο πυρήνας της αληθινής, ορθόδοξης βιοηθικής είναι λειτουργικός, ασκητικός και ευχαριστιακός[21].

  1. 2.    Η ορθόδοξη βιοηθική απέναντι σε σύγχρονα ηθικά διλλήματα

Στη σύγχρονη εποχή η βιοηθική διαχειρίζεται ορισμένα από τα πιο κρίσιμα, ηθικά ζητήματα και απαντά σε ορισμένα από τα πιο τραγικά διλλήματα, που προκύπτουν στο πλαίσιο της παρέμβασης του ανθρώπου στη βιολογική διαδικασία μέσω της τεχνολογικής εξέλιξης. Πραγματεύεται κεφαλαιώδη ζητήματα για τον άνθρωπο, την κοινωνία και την επιστήμη, όπως είναι η ευθανασία, οι αμβλώσεις, η δωρεά οργάνων, οι μεταμοσχεύσεις κ.α.

Το ζήτημα της ευθανασίας τίθεται, όταν ένας ασθενής συντηρείται ουσιαστικά στη ζωή αποκλειστικά με ιατρική και τεχνολογική υποστήριξη, ενώ σε παλαιότερους χρόνους θα είχε τελειώσει φυσικά. Στην περίπτωση αυτή εκφράζονται δύο αντικρουόμενες απόψεις. Η πρώτη άποψη υποστηρίζει τη συνέχιση της τεχνητής υποστήριξης, έστω και αν ο ασθενής είναι «φυτό», καθώς η ζωή αποτελεί απαραβίαστη αξία και ο κάθε ασθενής έχει δικαίωμα στη ζωή. Η δεύτερη άποψη υποστηρίζει τη διακοπή της τεχνητής υποστήριξης, γιατί ο ασθενής ευρισκόμενος σε μία μόνιμη, «φυτική κατάσταση», ζει μία αλλοτριωμένη ζωή και ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στο θάνατο. Οι δύο ανωτέρω απόψεις απηχούν τον ουσιοκρατικό και τον υπαρξιοκρατικό φυσιοκεντρισμό αντίστοιχα. Η πρώτη άποψη επιχειρεί μία ετερόνομη προσέγγιση της ανθρώπινης ζωής και του θανάτου. Επενδύει την ανθρώπινη ζωή (ως ουσία) με μία φυσική ιερότητα. Κατά συνέπεια η ζωή ως υπερφυσικό δώρο αναστέλλει την ελευθερία του ανθρώπου, διότι την περιορίζει. Αντίστροφα η δεύτερη άποψη επιχειρεί μία αυτόνομη προσέγγιση της ζωής και του θανάτου και επενδύει την ανθρώπινη ζωή (ως υπαρκτικό γεγονός) με μία φυσική κοσμικότητα ευτελίζοντάς την[22].

Όμως η ανθρώπινη ζωή δεν αποτελεί  απόκτημα φυσικής ή υπαρκτικής αναγκαιότητας αλλά δώρο προσωπικής ελευθερίας. Η πραγματική ζωή – η αναστάσιμη – δε συμβαδίζει με μία ζωή βιωμένη σαν αποκλειστικό κτήμα, σαν κατοχή αλλά συμβαδίζει με μία ζωή, που προσφέρθηκε σα δώρο προσωπικής ελευθερίας (στο σταυρό)[23]. Μέσα από το προσωποκεντρικό πρίσμα της χριστονομίας η βιοψυχική ύπαρξη του κάθε ανθρώπου δεν αποτελεί αξία αυτή καθαυτή αλλά μόνο ιδωμένη μέσα από το πρόσωπο. Η ζωή αξίζει, διότι αποτελεί τη ζωή του προσώπου. Του προσώπου εκείνου, το οποίο ελεύθερα αναλαμβάνει τη διαχείριση της ζωής του έναντι του Θεού, έναντι του εαυτού του και έναντι των άλλων προσώπων[24].

Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Αγόρα η ευθανασία στη συμπτωτική της μορφή – όταν το υποκείμενο επιθυμεί την ευθανασία για τον ίδιο του τον εαυτό – σχετίζεται με την αυτοκτονία και χαρακτηρίζεται ως «αυτοκτονία με ιατρική υποστήριξη». Η επιλογή του θανάτου είναι μεν μία πράξη μηδενιστική, αλλά δεν παύει να είναι προσωπική και ελεύθερη. Γι’ αυτόν το λόγο η επιλογή του θανάτου από το πρόσωπο παρόλη την τραγικότητά της πρέπει να γίνεται σεβαστή. Η ευθανασία στη μη συμπτωτική της μορφή – όταν ο επιθυμών και ο υφιστάμενος την ευθανασία δεν ταυτίζονται – σχετίζεται με την ανθρωποκτονία. Η επιχειρηματολογία υπέρ της στηρίζεται σε λόγους κοινωνικής αλληλεγγύης και σε λόγους ανθρωπολογικούς. Η θανάτωση ενός «καταδικασμένου» ασθενούς οφείλεται είτε στην προσπάθεια να εξοικονομηθούν ιατρικά μέσα για άλλους ασθενείς, οι οποίοι έχουν ακόμη ελπίδες, είτε γιατί θεωρείται ότι ο ασθενής – «φυτό» έχει παύσει να είναι πρόσωπο και ότι συνεπώς είναι ανίκανος να δημιουργεί σχέσεις και ότι έχει χάσει την ελευθερία του. Όμως η επιχειρηματολογία αυτή αντιμετωπίζει το ανθρώπινο πρόσωπο ως απλό μέσο, που υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο και αντικειμενοποιεί την υπερβατικότητα – ελευθερία του προσώπου ταυτίζοντας την υπερβατική ελευθερία της υπόστασής του με τη δυνατότητά του να δημιουργεί σχέσεις. Γι’ αυτόν το λόγο η μη συμπτωτική ευθανασία δεν είναι αποδεκτή[25].

Ο καθηγητής κ. Engelhardt σχολιάζει ότι το ενδεχόμενο της ευθανασίας ενός ασθενούς, που βρίσκεται σε κώμα και που κρατιέται στη ζωή με μηχανική υποστήριξη, πρέπει να εξετάζεται στα πλαίσια του Πατερικού πνεύματος. Παραθέτει την άποψη του Μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος τονίζει ότι η χρήση της ιατρικής περίθαλψης είναι θεμιτή υπό την προϋπόθεση όμως ότι η ιατρική δε μεταβάλλεται σε αυτοσκοπό. Όταν ο άνθρωπος επιδιώκει τη διατήρηση της υλικής ζωής με κάθε μέσο, ιεροποιεί τη ζωή και καθιστά την ιατρική είδωλο. Σύμφωνα με τον καθηγητή η ευθανασία προϋποθέτει εκτός από την πράξη ή την παράλειψη για την αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής και την πρόθεση. Όταν ο ιατρός ενεργεί για να απαλλάξει τον ασθενή από τους ανυπόφορους πόνους ή όταν διακόπτει τη θεραπεία, η οποία του κλονίζει την πνευματική ζωή, τότε προστατεύει τον ασθενή ηθικά και πνευματικά. Το κόστος όμως είναι η απώλεια της συμπόνοιας για την ανθρώπινη ζωή, καθώς η πίστη του ανθρώπου στην τεχνολογία υποκαθιστά την πίστη του στο Θεό[26]. Ο ίδιος ο καθηγητής δηλώνει αποφασιστικά ότι θα επιθυμούσε να κρατηθεί στη ζωή με τη βοήθεια της ιατρικής, προκειμένου να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Μετά θα επιθυμούσε να αφεθεί να πεθάνει, διότι η ιατρική θα μετατρεπόταν σε μία υπερκαταναλωτική διαδικασία, που θα παράτεινε την απόγνωσή του[27].

Σε σχέση με τις αμβλώσεις ο καθηγητής κ. Αγόρας επισημαίνει ότι η ουσιοκρατική εκδοχή του φυσιοκεντρισμού ιεροποιεί το έμβρυο, θεωρεί ότι είναι ίσο με το πρόσωπο, αποτελεί μία αξία υπέρτερη από όλες τις άλλες, η μητέρα δεν έχει κανένα δικαίωμα επάνω του και ότι συνεπώς η άμβλωση ισοδυναμεί με το φόνο ενός αθώου[28]. Αντίθετα η υπαρξιοκρατική εκδοχή του φυσιοκεντρισμού θεωρεί ότι το έμβρυο δεν είναι πρόσωπο παρά μόνο γενετικό υλικό, διότι δεν έχει συνείδηση και συναισθήματα, δεν επικοινωνεί και δεν τυγχάνει κοινωνικής αναγνώρισης. Η μοναδική αξία, που αποκτά το έμβρυο είναι σε σχέση με τους γονείς του και το κοινωνικό του πλαίσιο. Είναι ιδιοκτησία των γονέων του, οι οποίοι τελικά έχουν το δικαίωμα να το σκοτώσουν[29].

Όμως σύμφωνα με την προσωποκεντρική θεώρηση της χριστοειδούς ανθρωπολογίας ενώ το έμβρυο δεν είναι φύσει – πρωτολογικά προσωπική ταυτότητα και υπόσταση (λόγω της ψυχής του) είναι χάριτι – εσχατολογικά (εν Χριστώ) προσωπική ταυτότητα και υπόσταση. Η ευχαριστιακή χριστονομία αναγνωρίζει ότι το φορτίο της εγκυμοσύνης είναι ιδιαίτερα επαχθές για τη μητέρα, η οποία, εξαιτίας ορισμένων περιστάσεων (προβλήματα υγείας, οικογενειακά προβλήματα κ.τ.λ.) λαμβάνει ελεύθερα και υπεύθυνα τη σκληρή απόφαση να διακόψει την εγκυμοσύνη. Η ηθική σκέψη της χριστονομίας δε δικαιώνει την άμβλωση. Την κατανοεί στο πλαίσιο της ηθικής αρχής του «ελάσσονος κακού»[30].

Ο καθηγητής κ. Engelhardt παρατηρεί ότι η άμβλωση είναι ένας από τους σημαντικότερους στυλοβάτες του κοσμικού, σεξουαλικού ήθους. Επιτρέπει στους σύγχρονους ανθρώπους να αναβάλλουν το γάμο, να συνάπτουν επιπόλαιες, ερωτικές σχέσεις, να αποφεύγουν τις υποχρεώσεις, που συνεπάγεται η γέννηση ενός παιδιού προκειμένου να εξοικονομήσουν χρόνο για την προσωπική τους αυτοεκπλήρωση[31]. Ο κοσμικός πολιτισμός παρουσιάζει στις μητέρες την άμβλωση ως μία διαδικασία θεμιτή – ακόμη και αν είναι ουσιαστικά η δολοφονία του αθώου παιδιού τους – και τη συνδέει με τη γονική υπευθυνότητα. Η λύση, που προτείνει ο κ. Engelhardt  για την αντιστροφή αυτής της στρεβλής αντίληψης, είναι η ασκητική ζωή. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να χαλιναγωγήσουν την έντονη σεξουαλικότητά τους και να αντιμετωπίσουν το γάμο ως ένα θεσμό για τη δημιουργία οικογένειας και όχι σα μία ευκαιρία για πιο άνετη ζωή με την κατοχή δύο εισοδημάτων[32].

Η περίπτωση της δωρεάς ενός από τα διπλά αλλά μη αντικαταστάσιμα όργανα κατά τις μεταμοσχεύσεις εγείρει πολλά, κρίσιμα, ηθικά ερωτήματα, καθώς είναι σωτήρια για το λήπτη, αλλά ο δωρητής ζει μία ζωή χαμηλής αποδοτικότητας. Για τη λήψη της σχετικής απόφασης συνεκτιμώνται η υποχρέωση του δωρητή να σέβεται και να διαφυλάττει τη σωματική ακεραιότητά του σύμφωνα με την αρχή της ολότητας, και το καθήκον του για αγάπη και αλληλεγγύη προς το συνάνθρωπό του. Επίσης σημαντικό κριτήριο αποτελεί η σοβαρότητα της σωματικής αλλοίωσης του δωρητή και η σοβαρότητα της ευεργετικής επίδρασης για τη ζωή του λήπτη[33].

Οι περισσότεροι ερευνητές υιοθετούν μία φυσιοκεντρικού τύπου θεώρηση της ανθρώπινης σωματικότητας και εφαρμόζουν την αρχή της ολότητας, η οποία απαγορεύει τις μεταμοσχεύσεις. Θεωρούν ότι το σώμα, που είναι ιερό ή κοσμικό, αποτελεί κτήμα και ότι δε μπορεί να αλλοιωθεί προκειμένου να γίνει μία μεταμόσχευση. Όμως σύμφωνα με την ηθική της χριστονομίας το ανθρώπινο σώμα δεν είναι κτήμα κανενός αλλά δώρο και το στοιχείο, που το προσδιορίζει κυρίως, δεν είναι η αναγκαιότητα της κτιστής φύσης του (εκ του μηδενός…εις το μηδέν) αλλά η ελευθερία της προσωπικής κλήσης του (από χάριτος…εις χάριν). Η απόφαση για τη δωρεά οργάνου και για τη μεταμόσχευση αποτελεί ένα γεγονός ελεύθερης αγάπης και κοινωνίας, το οποίο αποκαλύπτει την προσωπική υπόσταση του ανθρώπου σα δώρο στο συνάνθρωπό του και νοηματοδοτεί την ύπαρξή του[34].

Ο καθηγητής κ. Engelhardt τονίζει ότι το σώμα δεν ανήκει στον άνθρωπο αλλά είναι ένα θείο δώρο και ό,τι έχει λάβει ο άνθρωπος ως δώρο από το Θεό είναι καλό και ευγενές πράγμα να το προσφέρει με αγάπη στο συνάνθρωπό του, που το έχει ανάγκη. Στην περίπτωση όμως της δωρεάς και της μεταμόσχευσης αναντικατάστατων οργάνων του σώματος θέτει ορισμένα όρια. Η επιλογή πρέπει να είναι ελεύθερη και να μην κοστίζει τη ζωή του δωρητή. Επίσης η δωρεά δε μπορεί να καθιστά αδύνατη την τέλεση μίας κηδείας, επειδή δεν έμειναν αρκετά μέρη του σώματος. Η τέλεση της κηδείας είναι σημαντική, διότι αποτελεί μυστήριο της Εκκλησίας και η Εκκλησία ευλογεί το σώμα του νεκρού. Επίσης οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να προσευχηθούν για το νεκρό, να συνειδητοποιήσουν το γεγονός και να συμφιλιωθούν με την ιδέα του θανάτου[35].


ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η ετερόνομη ηθική, που χαρακτηρίζεται από το δογματισμό και την αλλοτρίωση, ευδοκίμησε κατά το θεοκρατικό Μεσαίωνα, ενώ η αυτόνομη ηθική, που χαρακτηρίζεται από τη σύγχυση και την αυθαιρεσία, αναπτύχθηκε κατά την εκκοσμίκευση του Μεσαίωνα στη Νεωτερικότητα. Ωστόσο και στη σύγχρονη εποχή η ετερόνομη ηθική με την ουσιοκρατική της αντίληψη και η αυτόνομη ηθική με την υπαρξιοκρατική της αντίληψη αντίστοιχα προσδιορίζουν τη βιοηθική με συνέπεια να δημιουργείται μία πολεμική αντιπαράθεση όσον αφορά σε ορισμένα από τα πιο κρίσιμα ηθικά ζητήματα, όπως είναι η ευθανασία, οι αμβλώσεις, οι μεταμοσχεύσεις και η δωρεά οργάνων. Στο σημείο αυτό ο καθηγητής κ. Αγόρας και ο καθηγητής κ. Engelhardt κάνουν λόγο για μία άλλη ηθική, που απορρέει από τον ορθόδοξο χριστιανισμό, είναι εμπλουτισμένη με το πατερικό πνεύμα και η οποία αποτελεί μία ανέλπιστη διέξοδο από αυτή τη στείρα αντιπαράθεση. Πρόκειται για την ηθική της Χριστονομίας κατά τον καθηγητή  κ. Αγόρα ή την ορθόδοξη βιοηθική κατά τον καθηγητή κ. Engelhardt. Ο χαρακτήρας τους είναι ευχαριστιακός. Ο άνθρωπος προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία, σαν πρόσωπο, σαν ανεπανάληπτη ύπαρξη. Ό,τι έχει στην πραγματικότητα δεν του ανήκει αλλά είναι δώρο από το Θεό, το οποίο πρέπει να το μοιράζεται ελεύθερα και με αγάπη με τους συνανθρώπους του. Η χριστόνομη ηθική κατά τον καθηγητή κ. Αγόρα απορρέει από το ανθρώπινο πρόσωπο, το οποίο πλάστηκε κατ’ εικόνα και προς ομοίωση του Χριστού, ενώ η ορθόδοξη βιοηθική κατά τον καθηγητή κ. Engelhardt ενσωματωμένη στην Καινή Κτίση εκφράζεται μέσω της Ενανθρώπησης, που οδηγεί στην αιώνια ζωή και τη θέωση.

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) Αγόρα, Κ. Ηθική και Βιοηθική. Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 2013.



2) Engelhardt,  H.T. «Σοφές απαντήσεις σε πολύπλοκα ερωτήματα». Μτφρ. Ν. Κόϊος, Δ. Αλβανός. Πεμπτουσία, Τόμος 20, 2006.



3) Μαντζαρίδη, Γ. Χριστιανική Ηθική Ι. Εκδόσεις Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2002.




[1]  Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική,  εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 123

[2]  H.T. Engelhardt., «Σοφές απαντήσεις σε πολύπλοκα ερωτήματα», μτφρ. Ν. Κόϊος, Δ. Αλβανός, Πεμπτουσία, Tόμος 20, 2006, σ. 121

[3]  H.T. Engelhardt, Στο ίδιο, σ. 121

[4] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 124

[5] Γ. Μαντζαρίδη, Στο ίδιο., σ. 123

[6] Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 124

[7] Γ.  Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 126

[8] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 126

[9]  Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 124

[10] Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 125

[11] Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 126

[12] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 124

[13] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 125

[14] Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ.σ. 127 - 128

[15]  Γ. Μαντζαρίδη, Ο.π., σ. 128

[16] Γ.  Μαντζαρίδη, Ο.π, σ.σ. 129 - 130

[17]  Κ. Αγόρα, Ηθική και Βιοηθική, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2013, σ.σ. 322 - 323

[18] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 124

[19] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 125

[20] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 126

[21]H.T.  Engelhardt., Ο.π., σ. 133

[22] Κ. Αγόρα, Στο ίδιο, σ. 330

[23] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 331

[24] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 333 - 334

[25] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 335

[26] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 136

[27] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 138

[28] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 336 - 337

[29] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 340

[30] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 345

[31] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 132

[32] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 133

[33] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ. 355

[34] Κ. Αγόρα, Ο.π., σ.σ. 355 - 356

[35] H.T. Engelhardt, Ο.π., σ. 141

Αναδημοσίευση από: http://archive.imconstantias.org.cy/2100.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...