Άσκηση σωματική και άσκηση πνευματική |
Άσκηση πνευματική η
σωματική είναι μέσα και τρόπος για να τιθασεύσει κάποιος τις ψυχικές και
σωματικές αδυναμίες, που τον εμποδίζουν να ζήσει την αγάπη του Χριστού, να
ετοιμάσει, δηλαδή, ο πιστός τον εαυτό του, ώστε να δεχθεί τη χάρη του Θεού και
να φτάσει στην ομοίωσή του με το πρότυπό του που είναι ο Χριστός.
Η αντίληψη που επικρατεί
ότι η Ορθόδοξη ασκητικότητα είναι εναντίον του ανθρώπινου σώματος είναι
λαθεμένη, γιατί δεν υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός σώματος και ψυχής ως
διαφορετικών συστατικών που αντιμάχονται μεταξύ τους (πυθαγόρεια και πλατωνική
αντίληψη). Ο ασκητής δεν πολεμάει το σώμα του αλλά τα πάθη του, που εμφωλεύουν
στο σώμα του και την ψυχή του.
Μια βασική προϋπόθεση
για την χριστιανική άσκηση, που αποβλέπει στο σκοπό που θέσαμε παραπάνω, είναι
το να δώσει ο άνθρωπος νέο νόημα στα εγκόσμια πράγματα μέσα από την αγάπη του
προς τον Θεό. Αυτή η ολοκληρωτική αγάπη προς τον Θεό και η παράδοση σ’ Αυτόν
οδηγεί και στη θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Αξεπέραστο πρότυπο άσκησης
και αγάπης υπήρξε ο ίδιος ο Χριστός, που σταυρώθηκε για να σώσει τον
άνθρωπο, και παραδείγματα προς μίμηση, οι μεγάλοι ασκητές που μιμήθηκαν τον
Χριστό, για να ζήσουν μία ζωή προσφοράς.
Η άσκηση έχει πρωτίστως
θετικό νόημα. Με κανένα τρόπο δεν σημαίνει άρνηση ή καταφρόνηση
του κόσμου και
της ζωής αλλά προσήλωση στο Χριστό μέ στέρηση τροφίμων καί τέρψεων, καί οδηγεί
στην αληθινή άνεση, στην αληθινή κοινωνία με τον Θεό.
Με την άσκηση θεραπεύεται η βούληση του ανθρώπου και διευκολύνεται η
απελευθέρωσή του από τη δουλεία του κόσμου. Βασική
προϋπόθεση της άσκησης είναι η ελευθερία. Συγχρόνως η ίδια η άσκηση αποτελεί
πορεία προς την ελευθερία. Η άσκηση πραγματώνεται μόνο όταν ο ίδιος ο άνθρωπος
αφ’ εαυτού αποφασίσει να ακολουθήσει αυτή την πορεία. Το ασκητικό πνεύμα δεν
μπορεί να θεωρείται είδος πολυτέλειας ούτε υπόθεση κάποιας ιδιαίτερης μερίδας
πιστών. Η ιδιαίτερη καλλιέργεια του ασκητικού πνεύματος από τους μοναχούς
αποτελεί χάρισμα ή διακόνημα για την οικοδομή όλου του εκκλησιαστικού σώματος.
Όταν η Εκκλησία προβάλλει τους ασκητές ως πρότυπα και δείκτες ζωής, αποβλέπει
στην καλλιέργεια ανάλογου πνεύματος και τρόπου ζωής σε όλα τα μέλη της.
Στην προοπτική αυτή εντάσσεται και η νηστεία, που έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα
για την πνευματική ζωή. Με αυτή ο άνθρωπος εκφράζει τη συγκατάθεσή του στο
θέλημα του θεού. Ο ίδιος ο Χριστός νήστευσε και μίλησε για τη νηστεία των
μαθητών του μετά την αποχώρηση του από τον κόσμο. Η
νηστεία ήταν εξαρχής γνωστή στην Εκκλησία. Δύο μέρες την εβδομάδα, η Τετάρτη
και η Παρασκευή, συνδέθηκε εξαρχής με την τήρησή της.
Σύντομα διαμορφώθηκε η Μ. Τεσσαρακοστή σε ανάμνηση της τεσσαρακονθήμερης
νηστείας του Χριστού στην έρημο, όπως και οι άλλες μικρότερες περίοδοι
νηστείας( Χριστουγέννων, Αγίων Αποστόλων, Δεκαπενταυγούστου).
Η νηστεία, όπως και η προσευχή, δεν αφορά ορισμένες μόνο κατηγορίες ή ηλικίες
πιστών αλλά όλους ανεξαίρετα, γιατί για όλους έχει ευεργετικά αποτελέσματα. Με
την τήξη του σώματος διευκολύνεται η διαπαιδαγώγηση των επιθυμιών και ο αγώνας
κατά της αμαρτίας και των παθών. Η νηστεία βέβαια δεν περιορίζεται στην αποχή
από τις τροφές αλλά διευρύνεται στη γενικότερη πνευματική λειτουργία, που
πλαισιώνεται με την προσευχή, την καταπολέμηση της αμαρτίας, την καλλιέργεια
της αρετής και την άσκηση της ελεημοσύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.