Γενετική Μηχανική
|
Στις 2 Αυγούστου, η επιθεώρηση Nature δημοσίευσε μία
μελέτη-σταθμό για τη γενετική τροποποίηση εμβρύων. Οι επιστήμονες, με
επικεφαλής τον Σουκχράτ Μιταλίποφ, χρησιμοποίησαν τα δημοφιλή εργαλεία
γενετικής τροποποίησης CRISPR/Cas9 για να απαλείψουν και να αντικαταστήσουν μία
γενετική μετάλλαξη που έχει συνδεθεί με τη σκλήρυνση των μυών της καρδιάς (μία
πάθηση που ονομάζεται υπερτροφική καρδιομυοπάθεια). Η πάθηση αυτή συνδέεται με
τον ξαφνικό θάνατο νέων αθλητών και εκτιμάται ότι απαντάται σε περίπου έναν
στους 500 ενήλικες.
Η νέα μελέτη κατέγραψε υψηλή αποτελεσματικότητα,
αποφεύγοντας να τροποποιήσει άσχετες μεταλλάξεις και δεν έδειξε σημάδια
μωσαϊκισμού (την ύπαρξη κυττάρων γενετικά διαφορετικών τύπων). Τα ευρήματα αυτά
προκάλεσαν τους διαχυτικούς επαίνους της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, που
θεωρεί πλέον ότι μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο κλινικής εφαρμογής της
τροποποίησης εμβρύων.
Ποια ηθικά και κοινωνικά ζητήματα ανακύπτουν; Στις
Ηνωμένες Πολιτείες και στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου, είχε γίνει
αποδεκτή μία ηθική διάκριση μεταξύ σωματικών κυττάρων (φυσιολογικών κυττάρων
του σώματος) και γεννητικών κυττάρων (αυτών που εμπλέκονται στην αναπαραγωγή,
όπως τα ωάρια και το σπέρμα). H γενετική τροποποίηση σωματικών κυττάρων ήταν
αποδεκτή αν γινόταν με ασφάλεια για θεραπευτικούς σκοπούς. Η τροποποίηση των
γεννητικών κυττάρων, όπου οι αλλαγές θα επηρέαζαν τις επόμενες γενιές, θεωρείτο
πέρα από τα όρια.
Η απαγόρευση αυτή αμφισβητήθηκε από ορισμένους
επιστήμονες οι πιστεύουν ότι το ηθικό όριο πρέπει
να είναι μεταξύ θεραπείας και
βελτίωσης, με την απαγόρευση να αφορά μόνο τη δεύτερη κατηγορία παρεμβάσεων.
Μία μικρότερη ομάδα επιστημόνων τάσσεται κατά οποιουδήποτε ηθικού φραγμού.
Επικαλούμενοι την αναπαραγωγική αυτονομία των γονέων, διατείνονται ότι τα όρια
πρέπει να τα θέτει μόνο η τεχνολογία: αν οι γονείς επιθυμούν να γεννήσουν ένα
υγιέστερο παιδί, χωρίς ασθένειες και υψηλών δυνατοτήτων, μέσω γενετικής
τροποποίησης, θα έπρεπε να έχουν αυτό το δικαίωμα.
Διεθνείς οργανισμοί έχουν δηλώσει την αντίθεσή τους σε
οποιαδήποτε μορφή παρέμβασης που δημιουργεί αλλαγές σε γεννητικά κύτταρα, οι
οποίες μπορούν να κληρονομηθούν. Μεταξύ αυτών είναι η Διεθνής Επιτροπή
Βιοηθικής της UNESCO, τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια Ιατρικής Ερευνας, που εκπροσωπούν
έντεκα χώρες, το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και
Βιοϊατρικής, στην οποία συμμετέχουν 28 χώρες.
Οι εθνικές ακαδημίες Επιστημών, Μηχανικής και Ιατρικής
των ΗΠΑ (NASEM) εξέδωσαν πρόσφατα έκθεση σχετικά με το θέμα της γενετικής
τροποποίησης. Η έκθεση θέτει αυστηρούς περιορισμούς, αλλά αφήνει την πόρτα
ανοιχτή για τη γενετική τροποποίηση γεννητικών κυττάρων για θεραπευτικούς
σκοπούς. Ένας από τους περιορισμούς που θέτει είναι ο όρος της «απουσίας των
εύλογων εναλλακτικών επιλογών».
Στις περισσότερες περιπτώσεις, όπου ο ένας ή και οι
δύο υποψήφιοι γονείς έχουν κάποια επιβλαβή μετάλλαξη, η μέθοδος του γενετικού
ελέγχου προ εμφύτευσης επιτρέπει την επιλογή ενός εμβρύου απαλλαγμένου από την
ανεπιθύμητη μετάλλαξη. Οι θιασώτες της γενετικής τροποποίησης για έμβρυα
επιχειρηματολογούν ότι θα μειώσει τον αριθμό των ωαρίων που χρειάζεται μία
γυναίκα για εξωσωματική γονιμοποίηση, και θα ικανοποιήσει κάποιες γυναίκες που
αντιτίθενται στην καταστροφή εμβρύων. Δεν είναι σαφές αν αυτοί οι λόγοι πληρούν
το κριτήριο των NASEM περί «απουσίας εύλογων εναλλακτικών επιλογών».
Στο πρωτοπόρο πρόσφατο πείραμα γενετικής τροποποίησης,
ο γενετικός έλεγχος προ εμφύτευσης ήταν μία επιλογή για την αποτροπή της
γέννησης ενός παιδιού με τη μετάλλαξη που συνδέεται με την καρδιομυοπάθεια.
Πέραν της γενετικής τροποποίησης, υπάρχει πάντα η επιλογή δωρητών ωαρίων ή
σπέρματος. Το ίδιο ισχύει για την αποτροπή γέννησης παιδιών με μιτοχονδριακές
ασθένειες. Τέλος, αν μία χώρα επιτρέψει κάποια στιγμή τη διενέργεια κλινικών
δοκιμών για γενετικά τροποποιημένα έμβρυα, θα πρέπει να προετοιμαστούμε για το
ενδεχόμενο γέννησης μωρών με σημαντικές βιολογικές βλάβες εξαιτίας των
συνεπειών της ανεπαρκώς στοχευμένης τροποποίησης. Ενδεχομένως θα πρέπει να
συσταθεί ένα ασφαλιστικό ταμείο για τα παιδιά που θα υποστούν αυτές τις
συνέπειες.
* Ο κ. Σέλντον Κρίμσκι είναι καθηγητής Ανθρωπιστικών
και Κοινωνικών Επιστημών και αναπληρωτής καθηγητής Δημόσιας Υγείας και
Κοινοτικής Υγιεινής στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.