Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι |
Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι,[1]
θεωρείται ότι είναι μια από τις σημαντικότερες μορφές της παγκόσμιας
λογοτεχνίας και ο σπουδαιότερος μυθιστοριογράφος
όλων των εποχών. Γεννήθηκε στις 11
Νοεμβρίου 1821 στη Μόσχα. Ήταν το δεύτερο από τα επτά παιδιά μιας μεσοαστικής
οικογένειας, ο δε παππούς του ήταν κληρικός και σύμφωνα με την παράδοση της
εποχής θα έπρεπε να γίνει και αυτός κληρικός. Σπούδασε όμως στη Στρατιωτική
Σχολή Μηχανικών της Αγίας Πετρούπολης, αν και το αντικείμενο αυτό δεν του
προκαλούσε κανένα απολύτως ενδιαφέρον. Η μεγάλη του αγάπη και ο μεγάλος του
πόθος ήταν η ενασχόληση του με τη λογοτεχνία.
Έτσι μετά το θάνατο του πατέρα του εγκατέλειψε την εργασία του στο Στρατό
για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία.
Η σύλληψη, η καταδίκη και η μεταστροφή του στο
Χριστιανισμό
Το 1847 ο Ντοστογιέφσκι εμπλέκεται στον
επαναστατικό σοσιαλιστικό-ουτοπικό κύκλο Πετρασέφσκι και στις 23 Απριλίου
του 1849, συλλαμβάνεται για δράση κατά της πολιτικής του Τσάρου Νικολάου Α΄ με
την κατηγορία της συνωμοσίας. Του επιβλήθηκε η ποινή της θανατικής ποινής, η οποία όμως τελικά
μετατράπηκε σε τέσσερα χρόνια εργασίας σε καταναγκαστικά έργα και στρατιωτική
υπηρεσία ως απλός στρατιώτης για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Το σπίτι του Ντοστογιέφσκι
|
Αμέσως παρακάτω μπορείτε να δείτε ένα εξαιρετικό
κείμενο για τo γεγονός της μεταστροφής
του Ντοστογιέφσκι, το οποίο έχει γράψει ο πατέρας Θεοδόσιος Μαρτζούχος.[3]
Η μεταστροφή του Ντοστογιέφσκι
Να ’σαι είκοσι δύο χρονών και να ’σαι θανατοποινίτης! Να περιμένεις να σε κρεμάσουν! Η ζωή μπροστά γεμάτη ομορφιά και νιάτα και ’σένα να θέλουν να σε σκοτώσουν;
Και γιατί τέλος πάντων; Γιατί θέλησες να υπάρχει ισότητα και σωστό στην κοινωνία! Να μην
υπάρχουν αφεντάδες και… δούλοι. Να ’μαστε όλοι ίσοι. Και να ’ναι όλα ίσια.
Η μεταστροφή του Ντοστογιέφσκι
Να ’σαι είκοσι δύο χρονών και να ’σαι θανατοποινίτης! Να περιμένεις να σε κρεμάσουν! Η ζωή μπροστά γεμάτη ομορφιά και νιάτα και ’σένα να θέλουν να σε σκοτώσουν;
Και γιατί τέλος πάντων; Γιατί θέλησες να υπάρχει ισότητα και σωστό στην κοινωνία! Να μην
υπάρχουν αφεντάδες και… δούλοι. Να ’μαστε όλοι ίσοι. Και να ’ναι όλα ίσια.
Όχι στραβά
κι ανάποδα. Και να ’χεις κι αυτές τις κυρούλες εδώ τώρα στο τρένο που σε πάει
στην εξορία! Τσιμπούρια: - «Πάρε αδερφέ ένα ευαγγέλιο».
Δώρο στο δίνουν! Να τις προσβάλλεις; Ρίξτο στην τσέπη, πες «ευχαριστώ» και φεύγα. Αυτό και κάνεις. Φεύγοντας όμως έμεινες μόνος σου στην φυλακή! Εσύ πολιτικός κατάδικος θανατοποινίτης και οι άλλοι ποινικοί κατάδικοι… κάθε καρυδιάς καρύδι.
Εδώ καταλαβαίνεις στο πετσί σου την μοναξιά του πλήθους. Εδώ ζεις το ότι, την αποξένωση δεν την δημιουργούν τα χιλιόμετρα, αλλά η διάθεση.
Ότι ο άνθρωπος γίνεται δικός σου όταν έχετε το ίδιο περιεχόμενο καρδιάς όχι την ίδια… στέγη. Ότι η ζωή και στα είκοσι, γεμάτη νιάτα κι ομορφιά, είναι ανυπόφορη χωρίς αγάπη.
Τα καταλαβαίνεις… θυμώνεις …και καπνίζεις! Για να καθαρίσεις το τσιμπούκι σου κόβεις σελίδες από το ευαγγέλιο! Έτσι κι αλλιώς άχρηστο σου φαίνεται.
Παπαδοκουβέντες!! Χα-χα! Να που σε κάτι φάνηκε χρήσιμο το δώρο των γυναικών!
Μαζεύουν οι μέρες και συ έχεις «σκίσει» όλο το κατά Ματθαίον και κατά Μάρκον καθώς και δεκατέσσερα κεφάλαια από τον Λουκά. Έχεις πλαντάξει. Μονοτονία, προσμονή θανάτου, τσιγάρο και… μαυρίλα.
Βαριεστημένος αφόρητα: «Δε διαβάζω να δω τι λέει;» σκέφτεσαι και το ανοίγεις.
Κι «ανοίγει» η ζωή σου.
Ένας πατέρας που δεν ρωτάει «γιατί το ’κανες;». Μια αγκαλιά που ανοίγει πριν της το ζητήσεις. Μια αγάπη χωρίς όρους και όρια. Μια θυσία που βλέπει με στοργή τον άλλον.
Το δεκαπέντε κεφάλαιο του κατά Λουκάν είναι η ιστορία του άσωτου υιού η μάλλον του εύσπλαγχνου πατέρα. Το ότι είμαι άσωτος το ξέρω. Αξία έχει που μαθαίνω ότι Αυτός δεν είναι αστυνόμος της ζωής μου, αλλά πατέρας που με αγαπά.
Αλλάζουν όλα. Αποχτούν νόημα. Τελειώνει η «ορφάνια». Δεν τρέχω και ζω, τζάμπα! Η ζωή γίνεται όμορφη όχι μόνο από τα νιάτα (υπήρχαν και πριν), αλλά κι από το νόημα που απόχτησε. Σε λίγο θα μας πεις: Ο άνθρωπος δεν θέλει μονάχα να ζει μα θέλει και να ξέρει γιατί ζει.
Κ.Ε.
Δώρο στο δίνουν! Να τις προσβάλλεις; Ρίξτο στην τσέπη, πες «ευχαριστώ» και φεύγα. Αυτό και κάνεις. Φεύγοντας όμως έμεινες μόνος σου στην φυλακή! Εσύ πολιτικός κατάδικος θανατοποινίτης και οι άλλοι ποινικοί κατάδικοι… κάθε καρυδιάς καρύδι.
Εδώ καταλαβαίνεις στο πετσί σου την μοναξιά του πλήθους. Εδώ ζεις το ότι, την αποξένωση δεν την δημιουργούν τα χιλιόμετρα, αλλά η διάθεση.
Ότι ο άνθρωπος γίνεται δικός σου όταν έχετε το ίδιο περιεχόμενο καρδιάς όχι την ίδια… στέγη. Ότι η ζωή και στα είκοσι, γεμάτη νιάτα κι ομορφιά, είναι ανυπόφορη χωρίς αγάπη.
Τα καταλαβαίνεις… θυμώνεις …και καπνίζεις! Για να καθαρίσεις το τσιμπούκι σου κόβεις σελίδες από το ευαγγέλιο! Έτσι κι αλλιώς άχρηστο σου φαίνεται.
Παπαδοκουβέντες!! Χα-χα! Να που σε κάτι φάνηκε χρήσιμο το δώρο των γυναικών!
Μαζεύουν οι μέρες και συ έχεις «σκίσει» όλο το κατά Ματθαίον και κατά Μάρκον καθώς και δεκατέσσερα κεφάλαια από τον Λουκά. Έχεις πλαντάξει. Μονοτονία, προσμονή θανάτου, τσιγάρο και… μαυρίλα.
Βαριεστημένος αφόρητα: «Δε διαβάζω να δω τι λέει;» σκέφτεσαι και το ανοίγεις.
Κι «ανοίγει» η ζωή σου.
Ένας πατέρας που δεν ρωτάει «γιατί το ’κανες;». Μια αγκαλιά που ανοίγει πριν της το ζητήσεις. Μια αγάπη χωρίς όρους και όρια. Μια θυσία που βλέπει με στοργή τον άλλον.
Το δεκαπέντε κεφάλαιο του κατά Λουκάν είναι η ιστορία του άσωτου υιού η μάλλον του εύσπλαγχνου πατέρα. Το ότι είμαι άσωτος το ξέρω. Αξία έχει που μαθαίνω ότι Αυτός δεν είναι αστυνόμος της ζωής μου, αλλά πατέρας που με αγαπά.
Αλλάζουν όλα. Αποχτούν νόημα. Τελειώνει η «ορφάνια». Δεν τρέχω και ζω, τζάμπα! Η ζωή γίνεται όμορφη όχι μόνο από τα νιάτα (υπήρχαν και πριν), αλλά κι από το νόημα που απόχτησε. Σε λίγο θα μας πεις: Ο άνθρωπος δεν θέλει μονάχα να ζει μα θέλει και να ξέρει γιατί ζει.
Κ.Ε.
[2] http://www.esotheatro.gr/index.php/el/2013-09-08-09-02-32
[3] Αρχιμ.
Θεοδοσίου Μαρτζούχου, Πρωτοσύγκελλου Ι. Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης από: http://www.sophia-ntrekou.gr/2013/10/blog-post_6513.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.