Παναγία η μητέρα του
Θεού
|
του Μποσκοΐτη Αντώνη
Έντεχνη και αντεργκράουντ. Πατροπαράδοτη, βυζαντινή και ρεμπέτισσα. Η Θεοτόκος έχει πάρει πολλά πρόσωπα στην ιστορία και τη διαδρομή της ελληνικής μουσικής. Έχει εμπνεύσει αμέτρητους στιχουργούς, ενώ την ύμνησαν η πένα του Γκάτσου, του Ελύτη, του Βάρναλη και την τραγούδησαν ο Μπιθικώτσης, η Μπέλλου, ο Ξυλούρης, η Δόμνα Σαμίου κ.ά.
Χιλιάδες είναι τα προσωνύμια που απέδωσε μέσα στους αιώνες ο ελληνικός λαός στην Παρθένο Μαρία, το ιερότερο ανθρώπινο πρόσωπο της Ορθοδοξίας. Από τον 3ο αι. μ. Χ. η προσωνυμία «Παναγία» καθιερώθηκε ως η συνηθέστερη επίκληση της Θεοτόκου και εν έτει 2013 δέχεται ακόμη τις προσευχές, αλλά και τις… εκρήξεις οργής των «δοκιμαζόμενων» Νεοελλήνων όταν θέλουν να σιχτιρίσουν. Ανά το πέρασμα των αιώνων, η τέχνη της μουσικής και του τραγουδιού δεν μπορούσε παρά να… υποκλιθεί παγκοσμίως στο πρόσωπό Της.
Η Παναγία στη βυζαντινή μουσική
Ο «Ακάθιστος Ύμνος», ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, από πολύ νωρίς εξύμνησε τη θεϊκή ενανθρώπιση μέσω της Θεοτόκου, με γλώσσα σοβαρή και ποιητική και με μουσικούς δρόμους βασισμένους στην ομοτονία και στην ισοσυλλαβία. Στο μυαλό μας σεργιανίζει πάντα και το «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντος, το «πιο όμορφο τραγούδι» από τα Ποιητικά -Διδακτικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στη μετάφραση του Γιώργου Σεφέρη. Ένα απόσπασμά του μελοποίησε το 1972 ο Μάνος Χατζιδάκις στον «Μεγάλο Ερωτικό» («Κραταιά ως θάνατος αγάπη»), εξυμνώντας το υποβόσκον ερωτικό στοιχείο προς το αμφίσημο πρόσωπο της Παναγίας. Η βυζαντινή - εκκλησιαστική μουσική είναι γεμάτη από τραγούδια - ύμνους στην Παναγία. Όταν η χριστιανική Θεά, και πάνω απ’ όλα Μητέρα, λέει «Ω, Γλυκύ μου Έαρ» (ένας χαρακτηρισμός που σχετίζεται με το κάλλος του Υιού), δεν απέχει από τις γυναίκες των αρχαίων χρόνων, οι οποίες θρηνούν το χαμένο κάλλος του Άδωνι.
Παναγιά η πατροπαράδοτη
Με ανάλογο τρόπο, καθώς οι αιώνες προχωρούν στο σταυροδρόμι αρχαιότητας, βυζαντινισμού και χριστιανοσύνης, μπλέκεται και η χειμαρρώδης δημοτική ελληνική παράδοση.
Το πασίγνωστο «Έχε γεια Παναγιά» μάς ήρθε από τα παράλια της Σμύρνης με την αντίστιξη μιας
Έντεχνη και αντεργκράουντ. Πατροπαράδοτη, βυζαντινή και ρεμπέτισσα. Η Θεοτόκος έχει πάρει πολλά πρόσωπα στην ιστορία και τη διαδρομή της ελληνικής μουσικής. Έχει εμπνεύσει αμέτρητους στιχουργούς, ενώ την ύμνησαν η πένα του Γκάτσου, του Ελύτη, του Βάρναλη και την τραγούδησαν ο Μπιθικώτσης, η Μπέλλου, ο Ξυλούρης, η Δόμνα Σαμίου κ.ά.
Χιλιάδες είναι τα προσωνύμια που απέδωσε μέσα στους αιώνες ο ελληνικός λαός στην Παρθένο Μαρία, το ιερότερο ανθρώπινο πρόσωπο της Ορθοδοξίας. Από τον 3ο αι. μ. Χ. η προσωνυμία «Παναγία» καθιερώθηκε ως η συνηθέστερη επίκληση της Θεοτόκου και εν έτει 2013 δέχεται ακόμη τις προσευχές, αλλά και τις… εκρήξεις οργής των «δοκιμαζόμενων» Νεοελλήνων όταν θέλουν να σιχτιρίσουν. Ανά το πέρασμα των αιώνων, η τέχνη της μουσικής και του τραγουδιού δεν μπορούσε παρά να… υποκλιθεί παγκοσμίως στο πρόσωπό Της.
Η Παναγία στη βυζαντινή μουσική
Ο «Ακάθιστος Ύμνος», ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, από πολύ νωρίς εξύμνησε τη θεϊκή ενανθρώπιση μέσω της Θεοτόκου, με γλώσσα σοβαρή και ποιητική και με μουσικούς δρόμους βασισμένους στην ομοτονία και στην ισοσυλλαβία. Στο μυαλό μας σεργιανίζει πάντα και το «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντος, το «πιο όμορφο τραγούδι» από τα Ποιητικά -Διδακτικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στη μετάφραση του Γιώργου Σεφέρη. Ένα απόσπασμά του μελοποίησε το 1972 ο Μάνος Χατζιδάκις στον «Μεγάλο Ερωτικό» («Κραταιά ως θάνατος αγάπη»), εξυμνώντας το υποβόσκον ερωτικό στοιχείο προς το αμφίσημο πρόσωπο της Παναγίας. Η βυζαντινή - εκκλησιαστική μουσική είναι γεμάτη από τραγούδια - ύμνους στην Παναγία. Όταν η χριστιανική Θεά, και πάνω απ’ όλα Μητέρα, λέει «Ω, Γλυκύ μου Έαρ» (ένας χαρακτηρισμός που σχετίζεται με το κάλλος του Υιού), δεν απέχει από τις γυναίκες των αρχαίων χρόνων, οι οποίες θρηνούν το χαμένο κάλλος του Άδωνι.
Παναγιά η πατροπαράδοτη
Με ανάλογο τρόπο, καθώς οι αιώνες προχωρούν στο σταυροδρόμι αρχαιότητας, βυζαντινισμού και χριστιανοσύνης, μπλέκεται και η χειμαρρώδης δημοτική ελληνική παράδοση.
Το πασίγνωστο «Έχε γεια Παναγιά» μάς ήρθε από τα παράλια της Σμύρνης με την αντίστιξη μιας
ηρωίδας - Παναγιάς «μαυροφόρας», αλλά και «βασίλισσας των
κοριτσιών» παράλληλα. Αν και την πρώτη εκτέλεση τη χρεώνεται ο Αχιλλέας
Ζαφειρόπουλος από την Κωνσταντινούπολη, εντούτοις πρώτη διδάξασα θεωρείται η
Δόμνα Σαμίου με τον ομότιτλο μεγάλο της δίσκο του 1 973. Ενδιαφέρον παρουσιάζει
η πληροφορία από συνέντευξη της ίδιας της Σαμίου το 2000 στο περιοδικό
«Δίφωνο», σύμφωνα με την οποία το τραγούδι αρχικά λεγόταν «Έχε γεια, πάντα
γεια» και μέσα στα χρόνια μετονομάστηκε όπως το ξέρουμε.
Την ίδια περίοδο, το 1972, η μεγάλη Αιμιλία Χατζηδάκη ηχογράφησε για πρώτη φορά τον συρτό από την Κάλυμνο «Ω Παναγιά Γαλατζανή» - στην ουσία μια επίκληση στη Χάρη της - αλλά και μία ωδή στη δυσμενή ζωή του ναυτικού και του νησιώτη γενικότερα.
Παναγία η ρεμπέτισσα
Η επίκληση των ανθρώπων στην Παναγία για βοήθεια συνεχίστηκε με πιο δραματικό τρόπο στο ρεμπέτικο του μεσοπολέμου και του Εμφυλίου. Ο ζεϊμπέκικος ρυθμός κατέληγε σε μία λαϊκή έκσταση επί ενός τριπτύχου: μουσικής, λόγου και χορού. «[…] Που έχεις πάντα συννεφιά, Χριστέ και Παναγιά μου…» ήταν οι στίχοι που έγραψε ο Βασίλης Τσιτσάνης τα Χριστούγεννα του 1943, όταν μια «Συννεφιασμένη Κυριακή» είδε το χιόνι στον δρόμο να λιώνει από το ζεστό αίμα ενός σκοτωμένου ανθρώπου. Αν και την πατρότητα των στίχων διεκδίκησε κάποια στιγμή ο Αλέκος Γκούβερης, φίλος του Τσιτσάνη, το μόνο σίγουρο είναι πως το τραγούδι ηχογραφήθηκε αρκετά χρόνια μετά τη δημιουργία του - και συγκεκριμένα το 1948 - με τις φωνές της Σωτηρίας Μπέλλου και του Πρόδρομου Τσαουσάκη.
Για τη φωνή της Μπέλλου, ο σαντουριέρης Τάκης Λαβίδας έγραψε το 1952 το συγκλονιστικό, θλιμμένο ζεϊμπέκικο «Μεσ’ στα βαριά μεσάνυχτα», όπου με τον στίχο «Σώσε με, Παναγία μου, τα νιάτα μου λυπήσου» εκλιπαρεί τη Θεοτόκο η δωρική, «κοφτή» φωνή της Σωτηρίας Μπέλλου και μια προσευχή περιγράφει με γλαφυρότητα τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής.
Στον αντίποδα, ο Μάρκος Βαμβακάρης είναι ο άνδρας που απευθυνόμενος στη γυναίκα Άντζελα Γκρέκα - μέσα από τον «διάλογο» των στίχων του γνωστού τραγουδιού - της λέει «Να πεθάνεις, Παναγιά μου, να ευχαριστηθεί η καρδιά μου», καταθέτοντας ένα από τα πιο εξωστρεφή (και με στοιχεία… μπλακ χιούμορ) τραγούδια του.
Η Παναγία του Γκάτσου
Το 1963 ο λυρικός Μάνος Χατζιδάκις συνθέτει «Μια Παναγιά» σε στίχους του μέντορά του, Νίκου Γκάτσου. Το τραγούδι εντάσσεται ως οργανικό στο σάουντρακ της ταινίας «America - America» και κατόπιν ηχογραφείται από τον Λάκη Παππά και τη Χορωδία Θάλειας Βυζαντίου. «Μια Παναγιά, μιαν αγάπη μου έχω κλείσει σε ερημοκκλήσι αλαργινό» έλεγε ο ποιητής της «Αμοργού» και η μουσική του Χατζιδάκι σύστηνε ένα λιτό εγκώμιο στον έρωτα - δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Στο «Κυκλαδίτικο», επίσης του Μάνου Χατζιδάκι (από τον κύκλο τραγουδιών «Της γης το χρυσάφι» που κυκλοφόρησε το 1972 σε ενορχήστρωση Γιάννη Σπανού, ενόσω ο συνθέτης απουσίαζε στην Αμερική), ο Μανώλης Μητσιάς τραγουδάει στην ουσία μία εύθυμη ερωτική προσευχή του Ν ίκου Γκάτσου: «Να δώσει η Μεγαλόχαρη κι η Παναγιά η Κανάλα να μεγαλώσεις γρήγορα σαν τα κορίτσια τ’ άλλα».
Ο τρόπος που η μορφή της Παναγίας ενέπνευσε τον Νίκο Γκάτσο είναι πραγματικά εντυπωσιακός. Στους στίχους του τραγουδιού «Άσπρη μέρα και για μας», σε μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, ο άνδρας ερμηνευτής Γρηγόρης Μπιθικώτσης λέει θα γυρίσει ο ίδιος σαν «λυπημένη Παναγιά», υποδεικνύοντας στην αγαπημένη του να «μην κρεμάει φυλαχτό το μαράζι». Προχωρημένος στίχος, δεδομένου ότι η Παναγία παρουσιάζεται άφυλη μέσα απ’ την οδύνη της ερωτικής απώλειας, αφού ο άντρας επιστρέφει σαν λυπημένη Παναγιά. Αντίθετα, στην «Παναγία των Πατησίων» του για τη χατζι-δακική «Πορνογραφία» του 1982, ο ποιητής αποκάλυψε μια ασυναγώνιστη χιουμοριστική φλέβα, τόσο με τον τίτλο του τραγουδιού, όσο και με το στιχούργημα «Εγώ θα γίνω Παναγιά μια μέρα στα Πατήσια». Το τραγούδησε εξαιρετικά η Γιάννα Κατσαγιώργη, μέλος του θιάσου της ανατρεπτικής «Πορνογραφίας».
«Σκοτεινή Μητέρα» είναι ο τίτλος ενός ακόμη κύκλου τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι σε στίχους του Γκάτσου, που κυκλοφόρησε το 1986 με ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη. Εκεί, μεταξύ άλλων, Παναγία είναι η ίδια η «Κυρα-ζωή, Σκοτεινή Μητέρα» που «δεν μας πήγε παραπέρα» ή και η «Πλατυτέρα των Ουρανών» - η τελευταία ερμηνευμένη α καπέλα από τη Φαραντούρη.
Του Ελύτη και του Βάρναλη
Πιο αισθαντικό πρόσωπο - συγκριτικά με τη «Σκοτεινή Μητέρα» των Μ. Χατζιδάκι - Ν. Γκάτσου - ήταν η «Παναγία των Κοιμητηρίων» του Οδυσσέα Ελύτη, πάνω στην οποία ο Νομπελίστας ποιητής έχτισε το δικό του κοιμητήριο με «κύματα και κύματα γύρω σου τ’ άσπρα μνήματα». Για την ακρίβεια, αισθαντική την έκανε η μελοποίηση του Μιχάλη Τρανουδάκη το 1979 για τον κύκλο «Η Ποδηλάτισσα» με την Αφροδίτη Μάνου στην ερμηνεία. Η μορφή της Παναγίας, με τη διαχρονική ιδιότητα της χαροκαμένης Μάνας, απασχόλησε και τον ποιητή Κώστα Βάρναλη, αφού δύο ποιήματά του μελοποιήθηκαν από τη Μαρίζα Κωχ και τον Λουκά Θάνου και παρουσιάστηκαν το 1978: Η «Μάνα του Χριστού» στη συναυλία της Κωχ στην Εθνική Πινακοθήκη, η οποία μεταδόθηκε από το Τρίτο Πρόγραμμα, και «Οι Πόνοι της Παναγίας» στον δίσκο «Σάλπισμα» του Θάνου, με ερμηνευτή τον Νίκο Ξυλούρη. Και οι δύο αυτές μελοποιήσεις διατήρησαν τον θρηνητικό τόνο της ποιητικής γραφής του Βάρναλη.
Αναδημοσίευση από: http://www.topontiki.gr/article/57043/Xiliotragoudismeni-Panagia
Σχετικοί σύνδεσμοι:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.