Αρχική σελίδα Ηθικά προβλήματα

9 Αυγούστου 2018

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ … Ηθική... και Δεοντολογία


Μεταμοσχεύσεις – Βιοηθική και Χριστιανική Ηθική-Transplants - Bioethics and Christian Ethics - mathima thriskeutikon-dorea organon
Μεταμοσχεύσεις
Αρχ. π. Νικ. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
Προέδρου Ειδικής επιτροπής
της Δ.Ι.Σ. επί της Βιοηθικής


Είναι ενδιαφέρον ότι, ενώ τελικά οι μεταμοσχεύσεις αφορούν λιγότερους από εκατόν είκοσι ασθενείς ετησίως στην πατρίδα μας, -αυτός είναι ο συνολικός αριθμός των μεταμοσχεύσεων,- αναφέρονται σε μιαν μικρή μόνον ομάδα ασθενών και ταυτόχρονα αποτελούν μια ιατρική διαδικασία που απαιτεί τεράστια ποσά και πανάκριβο εξοπλισμό, γίνεται τόσος λόγος γι' αυτές.

Το ενδιαφέρον παρουσιάζεται δυσανάλογο με το αποτέλεσμά τους, την στιγμή που κανείς δεν λέει τίποτα για τις 300.000 ψυχές που επίσημα και "νόμιμα" τους στερούμε κάθε δικαίωμα να δουν το φως της ζωής και η μοναδική εμπειρία από τη ζωή και τον άνθρωπο που τους επιτρέπουμε, είναι αυτή της αμβλώσεως.

Η ηθική προσέγγιση των μεταμοσχεύσεων παρουσιάζει δύο σκέλη: το ένα είναι αν πρέπει και το δεύτερο είναι, πως πρέπει να γίνονται.

Οι μεταμοσχεύσεις αναφέρονται στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου και εγγίζουν το ιερό της ψυχοσωματικής συμφυΐας του ανθρώπου. Βασίζονται δε κυρίως στη δυνατότητα καλλιέργειας σχέσεων αγάπης, συναλληλίας και αμοιβαίου ενδιαφέροντος των ανθρώπων. Μόνον έτσι βρίσκονται τα μοσχεύματα. Όλα αυτά αφορούν άμεσα την εκκλησία. Γι' αυτό και με ιερό αίσθημα αφήνει τη θεολογία και την εμπειρία της να διαλεχτούν μαζί τους, έτοιμη να επικροτήσει ότι είναι συμβατό με την αιώνια αλήθειά της και να απορρίψει ότι την προσβάλει.

Για να μπορέσει κανείς με σφαιρική αντίληψη και πληρότητα να προσεγγίσει το θέμα των μεταμοσχεύσεων πρέπει να το δει από τρεις διαφορετικές οπτικές. Η πρώτη είναι η οπτική του λήπτη, η δεύτερη του δότη και η τρίτη της μεταμοσχευτικής ομάδας.


ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΟΤΗ


Η οπτική αυτή έχει απέναντί της τον δότη αυτόν που είτε διατυπώνει το ερώτημα είτε εκφράζει την επιθυμία να γίνει δωρητής οργάνων με διάθεση αγνής αυτοπροσφοράς. Αυτόν πως πρέπει η Εκκλησία
να τον αντιμετωπίσει; Η ζωή είναι δώρο του Θεού, άλλα δεν είναι δώρο που ανήκει μόνο στον δωρητή ανήκει και στον αποδέκτη της είναι και δική μας. Αποτελεί το κατ' εξοχήν πεδίο εξασκήσεως του αυτεξουσίου μας. Δεν μας χαρίζεται για να βιώνουμε την φιλαυτία και την κτητικότητά μας, αλλά δεν προσφέρεται για να είναι τόσο δική μας, ώστε να μπορούμε ακόμα και να την προσφέρουμε. Γι' αυτό και την αγαπούμε και την προστατεύουμε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, με περίσκεψη μεν γιατί είναι του Θεού, αυθόρμητα δε γιατί είναι δική μας. Ο καλύτερος τρόπος επιστροφής της στο Θεό είναι η προσφορά της στον πλησίον "ουκ εστίν άλλως σωθήναι, ει μη δια του πλησίον". Και από την ζωή το πιο δικό μας κομμάτι είναι το σώμα, όχι επειδή το πιάνουμε, το ψηλαφούμε, αλλά επειδή μ' αυτό πιάνουμε, βλέπουμε, ακούμε, γευόμαστε, αισθανόμαστε, λειτουργούμε.
Ποία είναι όμως η ισορροπία ανάμεσα στην ευθύνη της προστασίας της ζωής και της φροντίδας του σώματος αφ' ενός και στη διάθεση της προσφοράς τους αφ' ετέρου;


Η ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ


Σε θέα δύο ανθρώπων που ο ένας είναι με νεκρωμένο τον εγκέφαλο λόγω τραγικού ατυχήματος και ο άλλος με νεκρούμενη προοδευτικά την καρδιά, η ιατρική των αξιών και της ευσυνειδησίας ζει το δράμα της "πτώσεως" του ανθρώπου και το βάθος τον αποτυπωμάτων της σε δύο από της πλέον ακραίες μορφές του και μάλιστα ταυτόχρονα.Βιώνει το ξαφνικό και απρόβλεπτο του θανάτου στη μια και το προοδευτικό αλλά μη αναχαιτιζόμενο στη δεύτερη.

Τι πιο υπεύθυνο για έναν γιατρό τι στιγμή εκείνη να παλέψει με τον θάνατο για να ζήσει τουλάχιστον ο ένας;

Η ιατρική αντιμετωπίζει το δίλημμα και καλείται να τολμήσει τη αγάπη μπροστά σε δύο ανθρώπους που πεθαίνουν σε δύο ανθρώπους που τελικά ο ένας μπορεί να οικοδομήσει την ζωή του από τα ερείπια, τα απομεινάρια της ζωής του άλλου.


Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΛΗΠΤΗ


Η εκκλησία όμως έχει μπροστά της συνεχώς και την εικόνα, την ανάγκη και το δράμα του λήπτη. Τι γίνεται όταν μας πλησιάζει κάποιος που βρίσκεται σ' αυτήν την κατηγορία; Από την οπτική αυτή, που είναι πιο πιεστική, ίσως μπορούμε πιο σωστά να μπούμε στην ηθική των μεταμοσχεύσεων. Εδώ δεν έχουμε την πολυτέλεια της εύκολης και ασφαλούς απαντήσεως.

Η ανάγκη του λήπτη είναι θέμα ζωής. Αν αρνηθούμε την μεταμόσχευση, του υποδεικνύουμε τον θάνατο.

Ας θεωρήσουμε ότι μας προσεγγίζει μια γυναίκα, μητέρα, νεαρή σχετικώς, η όποια πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια και η μόνη συνιστώμενη λύση είναι η μεταμόσχευση καρδιάς. Η εκκλησία πως θα έπρεπε να συμβουλεύσει αυτή την γυναίκα, λαμβάνοντας υπ' όψη τα σύγχρονα και επιστημονικά δεδομένα, όπου η μεταμόσχευση είναι και δυνατή και αποδεκτή; Μήπως θα έπρεπε να της συστήσουμε να την αρνηθεί και να επιλέξει τον θάνατο;

Πέραν όμως αυτών, ο λήπτης δεν είναι μόνον ένας παθητικός αποδέκτης ενός οργάνου, πράγμα που του δημιουργεί την αίσθηση μίας προσωπικής ωφέλειας, ότι δηλαδή παρατείνεται η βιολογική ζωή το, αλλά του δίνεται παράλληλα και μια μοναδική ευκαιρία πνευματικής ωφέλειας. Σπάνια βιώματα μπορούν να αναδύονται μέσα στην ψυχή του, όπως η δια βίου αίσθηση ευγνωμοσύνης απέναντι στον δότη και φυσικά τον γιατρό του, η προσευχή του γι' αυτούς, η συντριβή και η δοξολογική του διάθεση στον Θεό για το δώρο Του ή η ταπεινή αίσθηση ότι ζει από τον θάνατο και την αγάπη ενός συνανθρώπου του.


ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ


Η ηθική προσέγγιση πρέπει να αγκαλιάσει όλο το φάσμα των εμπλεκομένων ανθρώπων στις μεταμοσχεύσεις.

Το θέμα για την Εκκλησία είναι και συναισθηματικό ή ιατρικό - η παράταση μιας ζωής είναι όμως κυρίως πνευματικό - η σύζευξη δυο ζωών. Το πρώτο το πετυχαίνει ένας γιατρός. Το δεύτερο το κατορθώνει η αυτεξούσια απόφαση ενός ανθρώπου που επιθυμεί να φέρεται ως "πλησίον" είναι η αγάπη, το ενδιαφέρον ή τουλάχιστον η μη αδιαφορία κάποιου για τον συνάνθρωπό του. Προσφέροντας ζωή ο ένας στον άλλο δεν σημαίνει ότι η ζωή του λήπτη έχει μεγαλύτερη αξία απ' αυτήν του δότη, αλλά ότι μεγαλύτερη και από τις δύο έχει η ζωή της σχέσης τους.

Οι δύο βασικοί άξονες του ηθικού προβληματισμού για τις μεταμοσχεύσεις είναι αφ' ενός μεν το ενδεχόμενο της εκμετάλλευσης του αυτεξουσίου του δότη, αφ' ετέρου δε του αυθαίρετου προσδιορισμού της στιγμής του θανάτου. Για το πρώτο επινοήθηκε η αντιφατική έννοια της "εικαζόμενης συναινέσεως" και για το δεύτερο προέκυψε ο καινοφανής όρος «εγκεφαλικός θάνατος».


Ο ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ «ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ»


Υπάρχει ένας ισχυρός και δικαιολογημένος αντίλογος σ' αυτό που ονομάζεται "εικαζόμενη συναίνεση" και που σημαίνει ότι δότης οργάνων θεωρείται όποιος δεν έχει ρητά αρνηθεί κάτι τέτοιο. Τα βασικά σημεία αυτού του αντιλόγου είναι τα εξής : Η "συναίνεση" ή "συγκατάθεση", ως όρος, εξυπονοεί την ενεργοποίηση του αυτεξούσιου του ανθρώπου. Με άλλα λόγια είναι κάτι που πάντα και μόνο δηλώνεται, ποτέ δεν εικάζεται. Εικαζόμενη άρνηση νοείται, εικαζόμενη συγκατάθεση δεν υπάρχει. Συγκατάθεση σημαίνει ρητή, εκπεφρασμένη, σαφώς διατυπωμένη συναίνεση.

Ο νόμος περί "εικαζόμενης συναινέσεως" καταργεί τον όρο και τον ρόλο του δότη. Το μόσχευμα πλέον δεν δίδεται από κάποιον συνειδητά και αυτοβούλως, αλλά το παίρνουμε νομικά και αυθαιρέτως. Είναι άλλο πράγμα το "δίνω κάτι δικό μου" και άλλο το "μου παίρνουν κάτι που μου ανήκει". Στην περίπτωση αυτή έχουμε λήπτη και, όχι δότη που εκχωρεί, αλλά μεσάζοντα που αποφασίζει. Η βούληση της πολιτείας και κοινωνίας δεν μπορεί να υποκαθιστά ως αγαθό την έκφραση της προσωπικής ελευθερίας. Αν νομοθετηθεί η "εικαζόμενη συναίνεση", είναι σαν η κοινωνία να μας στερεί το δικαίωμα στους γιατρούς και τους δικούς μας να αποφασίσουν για την προσφορά ή τη φθορά του σώματος μας, τότε, την στιγμή της κρίσεως.

Όταν η κοινωνία και οι νόμοι της, αδυνατούν να εικάσουν την άρνηση, τότε πώς μπορούν να εικάσουν την συναίνεση; Κάτι τέτοιο δεν δημιουργεί δικαιολογημένη υποψία ότι υποκαθίστανται τα αυθόρμητα από τις νομοθετικές αλχημείες ;

TA ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ


Η «συνειδητή συναίνεση» για τη διάθεση του σώματος μετά θάνατον, αποτελεί μια κατ' εξοχήν ιερή πράξη αυταπάρνησης και αγάπης, διότι η παροχή της σημαίνει ότι ο δότης έχει την ευκαιρία :

Να σκεφτεί το γεγονός του θανάτου του, σε στιγμές υγείας και ευημερίας.

Να φανταστεί τον εαυτό του και την έξοδο του από αυτόν τον κόσμο.

Να φαντασθεί ότι το τραγικό γι' αυτόν γεγονός του θανάτου δεν συμβαίνει μόνο με βίαιο τρόπο, αλλά και σε σχετικά νεαρή ηλικία.

Να ξεχάσει για λίγο τον εαυτό του εκείνης της δραματικής στιγμής και επί πλέον να σκέπτεται τους άλλους, που επίσης βρίσκονται σε οριακή δοκιμασία.

Να δεχτεί κάποιοι άλλοι να χαίρονται και να ανακουφίζονται με τον θάνατό του, και μάλιστα να έχουν τέτοια χαρά σαν τη χαρά αυτού που σίγουρα πεθαίνει και τελικά σώζεται και ζει.

Να κάνει μία ανυπολόγιστη προσφορά, για τη οποία βέβαια ουδέποτε θα δεχθεί κάποιο λόγο ευγνωμοσύνης. Το να προσφέρει όμως κανείς ζωή σε κάποιον συνάνθρωπο του, με τους ιστούς του σώματος του, τη στιγμή που το ανταπόδομα της ευγνωμοσύνης ουδέποτε ο ίδιος πρόκειται να το απολαύσει, προσδίδει στην πράξη το χαρακτηριστικό της ανιδιοτέλειας και την κοσμεί με την σφραγίδα του αγνού ενδιαφέροντος για τον συνάνθρωπο.

Τέλος να εκχωρήσει από τις στιγμές ευδαίμονος νηφαλιότητάς του, το δικαίωμα και συνεπώς την εμπιστοσύνη, στους γιατρούς και τους δικούς του, αντί να σταματήσει λίγο αργότερα από μόνη της, αν του σταματήσουν αυτοί την καρδιά εκείνη την στιγμή που αυτοί κρίνουν, βέβαιος πως μόνο το καλό του θέλουν. Αυτή η εμπιστοσύνη έχει απροσμέτρητη αξία.


ΣΥΓΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ


Το ερώτημα που εδώ ανακύπτει είναι, στην περίπτωση που κάποιος δεν έχει ρητά εκφρασθεί περί της διαθέσεως των οργάνων του σώματος του μετά θάνατον, αν δικαιούνται οι συγγενείς του να αποφανθούν περί αυτού.

Οι συγγενικοί δεσμοί προσδίδουν δικαιώματα και υποχρεώσεις στο στενό περιβάλλον του δότη. Οι συγγενείς είναι που συνήθως αναλαμβάνουν την τεράστια φροντίδα, τα ανυπολόγιστα τις περισσότερες φορές έξοδα, τις συνεννοήσεις με τους γιατρούς, τη λήψη κρίσιμων και δύσκολων αποφάσεων. Αυτοί είναι που αισθάνονται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον την απουσία τους. Κυρίως όμως οι συγγενείς είναι που βιώνουν τον πόνο του χωρισμού, την έλλειψη της παρουσίας του, την στέρηση της αγάπης του, την ένταση της έκφρασης της δικής του αγάπης, το τίμημα της ευθύνης τους απέναντι του. Αυτός είναι και ο λόγος που οι εσωτερική αυτή δεσμοί έχουν μια ιδιάζουσα βαρύτητα και για την εκκλησία : " ει δε τις των ιδίων και μάλιστα των οικείων ου προνοεί, την πίστιν ήρνηται και εστίν απίστου χειρών "(Α' Τιμ. ε' 8). Η πρόνοια για τους οικείους αποτελεί έκφραση πίστεως, οι δε εγγενείς υποχρεώσεις απέναντι τους απόδειξη συγγενικών δικαιωμάτων.

Σύμφωνα με τις στατιστικές είμαστε ο μόνος λαός στην Ευρώπη που δίνουμε πιο εύκολα τα μοσχεύματα μας στο συγγενή μας παρά το δικό του στον άγνωστο. Τέτοιοι είναι οι συγγενική δεσμοί στον τόπο μας !

Για τους συγγενείς η ζωή του δότη και η τιμή του σώματος του ίσως να έχουν μεγαλύτερη αξία απ' ότι για τον ίδιο με δεδομένο την αγάπη, η απόφαση της δωρεάς του σώματος του άλλου μπορεί να είναι και δυσκολότερη από αυτήν της δωρεάς του δικού μας σώματος.

Η εκκλησία, λοιπόν, υπό όρους, μέσα στην προοπτική της ιερότητας των συγγενικών δεσμών και της επιδιωκόμενης κοινωνίας, θα μπορούσε κατ' οικονομίαν να δεχθεί και την υποκατάσταση της βουλήσεως του δότη από τους συγγενείς, εφ' όσον βέβαια αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με την δική του. Αυτοί μπορούν να εικάσουν και την άρνηση του αυτοί μπορούν να βεβαιώσουν και την συγκατάθεση του.


ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΕΠΙ ΤΟΥ «ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»

ΟΙ ΛΕΠΤΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ


Εκτός από ρόλο του αυτεξούσιου, στις μεταμοσχεύσεις εμφανίζονται με μια ξεχωριστή ιδιομορφία και με την μορφή ευαίσθητων ισορροπιών ή διλημμάτων, λεπτές έννοιες όπως της ζωής και του θανάτου, του συνδέσμου της ψυχής με το σώμα κ.λ.π.

Η ζωή είναι ίσως το μεγαλύτερο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Αποτελεί την αόρατη έκφραση της υπάρξεώς μας, απόδειξη της ψυχοσωματικής φύσεως μας και το πεδίο στο οποίο εκτυλίσσεται και διεξάγετε ο αγώνας της σωτηρίας μας. Η αρχή της ζωής σημαδεύει την αρχή της αιωνιότητας του ανθρώπου, και συνέχεια της προσδιορίζει τη δυνατότητα για συγκατάθεση στη σωτηρία του, τη θέση του.


Η ΦΘΟΡΑ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ


Η συντόμευση της ζωής, τόσο αντίθετη με την φύση μας, αποτελεί ένδειξη κυριαρχίας της αμαρτίας. Γι' αυτό και τόσο μας θλίβει. Συνέπεια της είναι η φθορά και ο θάνατος. Απόδειξη αυτού είναι ότι οι πρωτόγονοι άνθρωποι, όπως αναφέρετε στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου της γενέσεως, ζούσαν πολλά χρόνια. Καθώς όμως προοδευτικά επικρατούσαν οι συνέπειες της ΄΄πτώσεως΄΄ και εισήρχετο η αμαρτία στον κόσμο, η μέση διάρκεια ζωής μίκραινε. Έτσι ενώ τα πρόσωπα που αναφέρονται στο 5ο κεφάλαιο έζησαν περίπου εννιακόσια χρόνια, αυτά που αναφέρονται στο 11ο έζησαν περίπου διακόσια.

Η μακροζωία στην παλαιά διαθήκη εθεωρείτο θεϊκή ανταμοιβή και ευλογία ΄΄ Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα ίνα ευ σοι γενείτε και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της αγαθής. ΄΄ (Εξοδ. κ' 12, δευτ. ε' 16, Εφ. στ'3). Η εκκλησία αντικρίζει την ζωή ως δώρο του Θεού προς το όποιο οφείλει απεριόριστο σεβασμό. Αυτή είναι η αιτία που η βίαιη αφαίρεση της, η δολοφονία, η ευθανασία, ή ακόμη και η αυτοκτονία, θεωρούνται πνευματικώς θανάσιμα αμαρτήματα. Αυτός είναι και ο λόγος που η σωτηρία της ζωής του ανθρώπου ομολογείτε ως ύψιστη αρετή.


ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ


Η ποιότητα ζωής πρέπει να είναι συμβατή με την επιβίωση. Η φύση δέχεται ζωή μόνο με συγκεκριμένες προδιαγραφές ποιότητος. 'Aλλο επιβίωση και άλλο ζωή. Αν δεχτούμε και τους εγκεφαλικά νεκρούς ότι η κατάσταση τους είναι μη αναστρέψιμη, η απώλεια συνειδήσεως και η διατήρηση του ασθενούς στην ζωή μόνο μηχανικά κατορθωτή, τότε ο αναπνευστήρας στην περίπτωση τους δεν δίνει ζωή, αλλά επιβίωση, παρεμποδίζει τον θάνατο. Η μηχανική υποστήριξη τότε μόνο έχει λόγο, όταν χαρίζει ελπίδα και προοπτική ζωής. Όταν ο ασθενής μπορεί να αυτονομηθεί και επανέλθει. Επιβίωση χωρίς προοπτική ζωής είναι προσκόλληση στα γήινα, άρνηση της αιωνιότητας και απόρριψη της ευεργετικής για την ψυχή διαστάσεως του γεγονότος του θανάτου.

Η δια της βίας προσπάθεια διατήρησης στη ζωή αποτελεί έκφραση της ανάγκης για αθανασία τον ανθρώπων αλλά, περιορίζετε μόνο το βιολογικό επίπεδο, είναι απόδειξη ολιγοπιστίας και επιγειότητος. Όπως δεν δικαιούμεθα να επισπεύσουμε τον θάνατο, δεν δικαιούμεθα και αν το παρατείνουμε. Οφείλουμε να τον αποδεχθούμε και να τον σεβαστούμε.


Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ


Σύμφωνα με τους ιδικούς και την κοινή ιατρική αντίληψη, ο εγκεφαλικός θάνατος ταυτίζεται με τον βιολογικό. Έτσι η εισαγωγή του εγκεφαλικού θανάτου στην σύγχρονη ιατρική πραγματικότητα, δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια προσπάθεια να μεταμορφώσουμε τον θάνατο από ακαριαίο γεγονός σε γεγονός διαρκείας, διαχωρίζοντας έτσι τον εγκεφαλικό από τον καρδιακό απλά και μόνον για να μεταφυτεύσουμε τα όργανα, ικανοποιώντας, παράλληλα με την βιολογική και ψυχολογική ανάγκη του λήπτη, κυρίως την πνευματική του δότη. Ο βιασμός που ασκείται στους φυσικούς νόμους για να επιβιώσει ο εγκεφαλικά νεκρός δότης είναι μεγαλύτερος από αυτόν που απαιτείται για να ζήσει ο λήπτης.


Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΦΘΟΡΑΣ


Στο σώμα παρεμβαίνουμε μόνο θεραπευτικά. Κάθε κίνηση που συνηγορεί στη φθορά του, προσβάλει και την ψυχή εφάμαρτη . Γι' αυτό και η διαδικασία της φθοράς πρέπει να είναι εντελώς φυσική και ποτέ εξαναγκασμένη. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που η εκκλησία μας αρνείται την καύση των νεκρών. Αφήνει στην φύση να αναλάβει την ευθύνη της φθοράς του σώματος. Η παρέμβαση λοιπόν στο σώμα, και μάλιστα κατά την στιγμή του θανάτου, για μεταμοσχευτικούς λόγους και σκοπούς θα μπορούσε να επιτρέπεται μόνο όταν η φθορά μπορεί να μεταμορφωθεί σε προσφορά. Ο σεβασμός στον άνθρωπο είναι τόσο μεγάλος ώστε μόνο κάτι μεγαλύτερο θα μπορούσε να υπερνικήσει και να ξεπεράσει τα διλήμματα και τις αναστολές που αυτός προξενεί. Και αυτό είναι η αξιοποίηση του αυτεξουσίου μας είναι η αγάπη.


Η «ΜΗ ΗΘΙΚΗ» ΠΛΕΥΡΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ


Οι βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται η κριτική κατά των μεταμοσχεύσεων είναι το ενδεχόμενο της διαπίστωσης του εγκεφαλικού θανάτου χωρίς την ακριβή τήρηση των κριτηρίων του, το εμπόριο των οργάνων, η αλόγιστη προβολή των ΜΜΕ προς όφελος και συμφέρον συγκεκριμένων γιατρών και μεταμοσχευτικών κέντρων, η μη δίκαιη κατανομή μοσχευμάτων, η παραβίαση της λίστας των υποψήφιων ληπτών και τέλος η υιοθέτηση της λεγόμενης «εικαζόμενης συναίνεσης».


Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΙΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ


Η μεταμόσχευση δεν είναι κάτι που η εκκλησία πρέπει ή δεν πρέπει να επιτρέψει, άλλα κάτι που θα μπορούσε να ευλογήσει. Η εκκλησία θα μπορούσε μέσα από τις μεταμοσχεύσεις να διακρίνει ένα θαυμάσιο πεδίο ποιμαντικής αγωγής των πιστών της, η οποία δεν θα είναι προσανατολισμένη στο ότι κάποιος βιολογικά θα ζήσει λίγο παραπάνω, γιατί ύστερα από λίγο ούτως ή άλλως και αυτός θα πεθάνει, αλλά στο ότι η αγάπη κάποιου συνανθρώπου του δεν θα του επιτρέψει να πεθάνει ΄΄τώρα΄΄.

Ο δότης προσφέρει μόσχευμα που σε λίγο θα πεθάνει- δεν γίνεται αλλιώς. Δίνει όμως και αγάπη, ενδιαφέρον, έκφραση συναλληλίας, και αισθήματα αυτοπροσφοράς, που όχι μόνο ποτέ δεν πεθαίνουν, αλλά και αιώνια τον συνοδεύουν. Γι' αυτό, ενώ προσφέρει, δεν στερείται, χαρίζει όργανα, άλλα δέχεται ζωή.

Αυτό το φρόνιμα και η διάθεση της αυτοπροσφοράς αποτελεί τον πνευματικό άξονα της ηθικής της εκκλησίας στο θέμα των μεταμοσχεύσεων. Με βάση αυτό, θα μπορούσε να προσεγγίσει το θέμα των μεταμοσχεύσεων ως ευκαιρία μετάγγισης πνευματικού ήθους στην κοινωνία. Η Εκκλησία, ούτε την αλήθεια θυσιάζει, ούτε το πρόσωπο υποδουλώνει. Ενώ επικροτεί και προτιμά κάθε ιδέα αυτοπροσφοράς, αν σε κάποιον η δωρεά οργάνου δεν τον οικοδομεί, τον αποτρέπει αν τον ωφελεί, τον προτρέπει. Αυτή είναι η προστασία του προσώπου. Το πνεύμα της δεν υποτάσσεται στην ανάγκη των μεταμοσχεύσεων, άλλα υπηρετεί το σεβασμό του προσώπου. Κυρίως του προσώπου ως δότη.


Η ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΩΝ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ


Ασκώντας τέτοια ποιμαντική η Εκκλησία, ίσως μπορέσει να εξασφαλίσει 200 μοσχεύματα ετησίως και συνεπώς 150 ζωές (αν δεχθούμε ένα ποσοστό επιτυχίας 75% στην μεταμοσχευτική επέμβαση). Με την προϋπόθεση όμως της συνειδητής συναινέσεως, κυρίως, πετυχαίνει την πνευματική αφύπνιση και υποβοηθάει την έξοδο από το εγώ τους 50 ή και 100 χιλιάδες ανθρώπων, όσων δηλαδή έχουν συντάξει την ρητή συναίνεση και από τους οποίους θα προέλθουν οι 200 δότες τον χρόνο. Η Εκκλησία δεν είναι στραμμένη μόνο στους πραγματικούς, αλλά κυρίως στους δυνητικούς δότες. Και μόνον η ρητή συναίνεση επιτελή τον προορισμό της στο επίπεδο της καλλιεργημένης διαθέσεως του ανθρώπου.

Όλα αυτά αποτελούν την θεωρία και το φρόνιμα. Στην πράξη θα μπορούσε να οργανώσει πρόγραμμα αγωγής δοτών και να καλλιεργεί σημαντικές αρετές μεταξύ των πιστών της (μνήμη θανάτου, αυτοπροσφορά, συναλληλία κ.λ.π.) ή να παρέχει καλλιέργεια ήθους και φρονήματος πνευματικού μέσα από αυτά και να δίνει την μαρτυρία της στην σύγχρονη κοινωνία με ένα εντελώς σύγχρονο τρόπο.

Επίσης θα μπορούσε να επιδιώξει την ουσιαστική εκπροσώπησή της στα αρμόδια όργανα και φορείς και να παίζει ενεργά τον ρόλο της μέσα σε μεταμοσχευτικά κέντρα, τις αρμόδιες επιτροπές κ.λ.π., ο οποίος είναι κεντρικός. Η σωστή συνεργασία της με την πολιτεία θα βοηθήσει ουσιαστικά την αποφυγή κάθε ηθικής παθολογίας (χρηματισμός, εμπόριο οργάνων, πλημμελής διάγνωση, ασέβεια στον δότη, μη δίκαιη τήρηση της λίστας προτεραιότητας, κ.λ.π.) από την πρακτική των μεταμοσχεύσεων.

Όσο πιο ιερή είναι μια πράξη, τόσο μεγαλύτερη βεβήλωση προκαλεί η προσβολή της. Αυτός είναι και ο λόγος της κύριας δυσκολίας των μεταμοσχεύσεων, ο κίνδυνος κάτι ιερό να βεβηλωθεί. Γι' αυτό και η εκκλησία, εκτός από την διδασκαλία και την μαρτυρία της, πρέπει συνετά να πιέζει τους όρους, νόμους και προϋποθέσεις των επιτροπών. Όπως δεν μπορεί μικρόψυχα να θυσιάσει στον σχολαστικισμό την ελευθερία, ανάλογα δεν της επιτρέπεται ασύνετα να πετάξει τον θησαυρό της ιερής προαιρέσεως των παιδιών της, στα σκουπίδια της εκμεταλλεύσεως και κακοηθείας.


ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ


Οι υποστηρικτές των μεταμοσχεύσεων βλέποντας την μεγάλη ανάγκη των μεταμοσχεύσεων συχνά μιλούν για ανάληψη εκστρατείας ενημέρωσης. Σκοπός της Εκκλησίας δεν μπορεί να είναι μόνον η ανεύρεση μοσχευμάτων, αλλά η αφύπνιση της αγάπης και αυτό δεν γίνεται με ενημέρωση, αλλά με έμπνευση. Ο ρόλος και οι δυνατότητές της στον τομέα αυτόν είναι ανυπολόγιστες όπως επίσης και οι δυσκολίες και τα εμπόδια.

Τέλος, θα μπορούσε κάλλιστα να δημιουργήσει μια μεταμοσχευτική πνευματική παράδοση προσανατολισμένη στις πνευματικές ανάγκες προσφοράς αισθημάτων του δότη και όχι στη φυσιολογική ανάγκη αποδοχής οργάνων του λήπτη, πράγμα που κυρίως απασχολεί την πολιτεία. Με τον τρόπο αυτό η εξεύρεση μοσχευμάτων και η προώθηση των μεταμοσχεύσεων δεν θα αποτελεί επιδιωκόμενο σκοπό, αλλά φυσικό αποτέλεσμα αλχημειών και αποφάσεων του νομοθέτη. Οι μεταμοσχεύσεις θα ζήσουν μόνον όταν μάθουμε να δίνουμε, σίγουρα θα πεθάνουν όταν θέλουμε να παίρνουμε.


Αναδημοσίευση από: http://www.san.gr/gr/arth_met_eth_ideas.htm



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...