Ηθική και Φυσικό Δίκαιο |
Γράφει ο
Φωτεινός Μπακρυσιώρης
Η έννοια της
ηθικής είναι ένα ζήτημα που έχει εγείρει θύελλα προβληματισμών στον φιλοσοφικό
κυρίως χώρο. Τα τελευταία χρόνια του εικοστού αιώνα είναι ραγδαία η ανάπτυξη
της αρετολογικής ηθικής, η οποία θεωρείται πλέον μια από τις βασικές τάσεις της
σύγχρονης ηθικής φιλοσοφίας (Βιρβιδάκης, 2008). Η ανάπτυξη αυτή ακολούθησε τον
έλεγχο των κυριότερων δεοντοκρατικών και συνεπειοκρατικών θεωριών των Νεώτερων
Χρόνων που ξεκίνησε από τη δεκαετία του ’50 με το γνωστό άρθρο της
ElizabethAnscombe, “ModernMoralPhilosophy”1
και συνεχίστηκε με το TheSovereigntyofGood της IrisMurdoch,2
το AfterVirtue του AlasdairMacintyre3
μέχρι και το EthicsandtheLimitsofPhilosophy του BernardWilliams4.
Στα συγκεκριμένα έργα αναγνωρίζεται λιγότερο ή περισσότερο άμεσα η ανωτερότητα της
αρχαιοελληνικής ηθικής. Σε αυτά τα πλαίσια αναφορά γίνεται στον Αριστοτέλη που
κατά το 330 π.Χ είχε προβεί ήδη στην συγγραφή των Ηθικών Νικομαχείων.
Στην παρούσα
ανάλυση ωστόσο, το ενδιαφέρον εστιάζεται σε έναν ειδικότερο φιλοσοφικό κλάδο,
τη φιλοσοφία του δικαίου και στον τρόπο που η ηθική είναι αντιληπτή σε αυτήν.
Θα κάνουμε έτσι λόγο για κυρίως δυο σχολές σκέψης, το Νομικό Θετικισμό και το
Φυσικό Δίκαιο. Αλλά τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο «ηθική»;
Η έννοια της
ηθικής
Ήθος
σημαίνει έθος, έθιμο, θεσμός. Στην ευρύτερη έννοια του όρου η λέξη σημαίνει την
πνευματική στάση και συμπεριφορά του ανθρώπου, το χαρακτήρα, το φρόνημά
του(LeisegangH., Einfuhrungindiephilosophie, 1951). Από την άλλη, η
ηθική είναι κανόνας και μέτρο για τη συμβίωση και τη διαγωγή των ανθρώπων μέσα
στην κοινωνία. Για το λόγο αυτό είναι μια από τις μορφές της κοινωνικής
συνείδησης. Για τους ιδεαλιστές, η ηθική είναι απόλυτα ανεξάρτητη από τις
υλικές συνθήκες της ζωής των ανθρώπων. Ο μαρξισμός- λενινισμός, αντίθετα
στηρίζει τις απόψεις για την ηθική και τους ηθικούς κανόνες όχι σε αφηρημένες
έννοιες αλλά σε ιστορικές συγκεκριμένες συνθήκες. Δεν υπάρχει ηθική έξω από την
ανθρώπινη κοινωνία(: Ρόζενταλ Μ.- Γιούντιν Π., Φιλοσοφικό Λεξικόν,
Αναγνωστίδης, λήμμα: ηθική).
Οι δύο
σχολές σκέψης
Σε αυτά τα
πλαίσια αναπτύχθηκαν δυο σχολές σκέψης, του Νομικού Θετικισμού και του Φυσικού
δικαίου. Ο Νομικός Θετικισμός εξετάζει αν πρέπει να υπάρχει σχέση ηθικής
και νόμου. Η θεμελιώδης αρχή που
τον χαρακτηρίζει είναι το ότι το δίκαιο δεν
είναι συνδεδεμένο με την ηθική. Οι νόμοι είναι αντιληπτοί ως εντολές ή άλλες
exofficio διακηρύξεις ενός ανώτατου άρχοντα ή μιας αναγνωρισμένης εξουσίας,
χωρίς καμιά αναφορά σε ηθικούς προβληματισμούς (BullockA.- TrombleyS.,
2000:860). Αναπτύχθηκε για πρώτη φορά πλήρως από το νομικό θεωρητικό του 19ου
αι. JohnAustin ο οποίος στηρίχτηκε στις ιδέες του Hobbes και του Bentham, ενώ
αναφέρεται στο νομικό σύστημα της Μεγάλης Βρετανίας που αποτέλεσε το κύριο
παράδειγμα του Austin. (Theprovinceofjurisprudencedetermined,1832) Εντός
της σχολής, δυο είναι οι επικρατούσες απόψεις/τάσεις, η πρώτη θέλει το δίκαιο,
το νόμιμο και η ηθική να είναι δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα που δεν τα
συνδέει τίποτα και η άλλη θεωρεί πως η ηθική δεν είναι απαραίτητο να έχει σχέση
με το δίκαιο, αλλά βεβαίως είναι απαραίτητο το ισχύον δίκαιο, άρα το
θεσμοθετημένο ως νόμιμο, να έχει κάποια κοινά στοιχεία με την ηθική και να
συναντώνται. Η έποψη αυτή εντάσσεται κατά κάποιους μελετητές εντος του πλαισίου
του νομικού ή κρατικού θετικισμού, ενώ κατά άλλους είναι ξεχωριστή
(Αραβαντινός, 1983:39).
Ο Ι. Κant
που κατά πολλούς αποτελεί έναν από τους βασικότερους εκπροσώπους του Νομικού
Θετικισμού στο έργο του Μetaphysische ΑnfangsgrundederRechtslehre
αναφέρει πως το δίκαιο δεν αποτελεί παρά το σύνολο των προϋποθέσεων κάτω από
τις οποίες η προαίρεση του ενός μπορεί να εναρμονιστεί προς την προαίρεση του
άλλου σύμφωνα με ένα γενικό, καθολικό νόμο, της ηθικής ελευθερίας. Έτσι λοιπόν
γίνεται αντιληπτό πως το δίκαιο και η ηθική δεν είναι αντίθετα πράγματα, αλλά
ταυτίζονται, καθώς έχουν ως κοινή επιδίωξη τους την ελευθερία5.
Η προσέγγιση αυτή όμως δεν αναιρεί την θεμελιακή θέση του νομικού θετικισμού
που δεν δέχεται την ταύτιση ηθικής και νόμου κατά βάση, αλλά πιστεύει πως η
σχέση τους είναι διαφορετική παρά τις κοινές επιδιώξεις, καθώς το δίκαιο -και
μιλούμε για το θετό δίκαιο- αποτελεί «ρύθμιση ετερόνομη, ενώ η ηθική ρύθμιση
αυτόνομη διότι είναι αυτοδέσμευση της ηθικής συνειδήσεως, της όποιας έχει το
άτομο στα πλαίσια την ελευθερίας του» (Αραβαντινός, 1983:40). Παράλληλα
κατ’ αρχήν το δίκαιο -εξαιρετέων ολίγων περιπτώσεων (λ.χ. καταστροφή διαθήκης)-
ενδιαφέρεται κατ΄ ουσία για την εξωτερική έκφραση των πολιτών, ενώ η ηθική
αφορά το εσωτερικό φρόνημα του πράττοντος. Ως εκ τούτου το ισχύον δίκαιον
αποτελεί σύνολο κανόνων που ισχύουν επειδή έχουν τεθεί αρμοδίως και όχι με βάση
την τυχόν σχέση τους προς άλλα συστήματα που πιθανόν να τις νομιμοποιούν. Όπως
μάλιστα διαβάζουμε στο έργο του γερμανού φιλοσόφου Schopenhauer
(Neidert,DierechtsphilosophieschopenhauersundihrscweigenzumWinderstandsrecht
1966,149 επ.) αλλά και στο έργο του Κelsen, η νομική επιχειρηματολογία δεν
πρέπει να συγχέεται με την ηθική και επομένως η κριτική του ισχύοντος δικαίου
με την ηθική δεν είναι νομικά δεσμευτική . Όπως γίνεται αντιληπτό η σχολή
σκέψεως του Νομικού θετικισμού έχει τη βάση της στους σοφιστές (λ.χ. τον
Πρωταγόρα) οι οποίοι ήταν εκείνοι που ανέπτυξαν τη σχετικοκρατία, τον
υποκειμενισμό και τη διαστρέβλωση των πάντων με στόχο την επιδίωξη των
προσωπικών τους συμφερόντων. Τότε όπως και τώρα ο νομικός θετικισμός όπως
αναφέρθηκε δεν δέχεται την σχέση μεταξύ ηθικής και νόμου. Κατ’ ουσίαν όμως,
αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι πως παρολ’ αυτά και αυτοί την δέχονται
εν μέρει και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις την εντάσσουν εντος του πλαισίου
μελέτης τους.
Σχετικά,
αξίζει να αναφερθεί ότι ο H.L. A. Hart (TheConceptofLaw, 1960)
αναγνωρίζει την αξία της ηθικής καθώς δέχεται ότι πρώτον η ηθική γινόταν πάντα
αποδεκτή από το δημόσιο (κοινό) και μάλιστα έχει λόγο στην κοινωνία. Δεύτερον
ότι, αν δεν εφαρμοστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις ενδεχομένως να προκύψουν
σοβαρές επιπτώσεις στην πολιτειακή ζωή. OHart ως εκ τούτου, προβαίνει σε μια
εμπειρική παρατήρηση, πως υπάρχουν άτομα που θυσιάζουν προσωπικό χρόνο και
κοπιάζουν για την επίτευξη ενός ανώτερου ηθικού σκοπού. Στα ίδια πλαίσια, άλλοι
φιλόσοφοι που εντάσσονται στον νομικό θετικισμό έχουν αποδεχτεί ως βασικές
νομικές αρχές πρώτον, την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης (: Audialterampartem)
και δεύτερον την αρχή της αμεροληψίας (:nemoiudexinsuamcausa/nemoinremsua),
αρχές που για το Φυσικό Δίκαιο αποδεικνύουν την μείζονα αξία που κατέχει η
ηθική εντος του πλαισίου της κοινωνίας καθώς μέσω αυτής μπορεί να οργανωθεί και
να διοικηθεί, οδηγώντας όλα τα μέλη της στον ύψιστο στόχο∙ αυτόν της
αυτό-ολοκλήρωσης και αυτοπραγμάτωσης και τελικώς στην ευδαιμονία.
Η έτερη
σχολή σκέψεως, του Φυσικού δικαίου, εν αντιθέσει προς τον Νομικό
Θετικισμό έχει ως θεμελιώδη θέση το ότι υπάρχει παντοτινή και αναγκαία σχέση
μεταξύ ηθικής και νόμου/δικαίου. Το δίκαιο υπάρχει και εκπορεύεται από τη φύση.
Βεβαίως το τι ακριβώς εννοούμε με αυτό και το πώς το δίκαιο προκύπτει από τη
φύση, ερμηνεύεται διαφορετικά από κάθε φιλόσοφο. Ο Αριστοτέλης πίστευε πως οι
φυσικοί νόμοι έχουν καθολική αξία και είναι αναλλοίωτοι. Οι στωικοί φιλόσοφοι
θεωρούσαν πως το φυσικό δίκαιο στηριζόταν στη λογική (BullockA.- TrombleyS.,
2000:1318). Αυτές οι δυο τάσεις είναι οι επικρατούσες εντός της σχολής του
Φυσικού Δικαίου, αλλά δεν είναι αυτοαναιρούμενες. Διότι, η πρώτη υπό το πρίσμα
μεταφυσικής προσέγγισης θα λέγαμε δέχεται πως η ανθρώπινη λογική απλώς
ανακαλύπτει το δίκαιο που υπάρχει αενάως και είναι αμετάβλητο. Άρα, ότι είναι
νόμιμο είναι και ηθικό ανάγοντας το δίκαιο σε κάτι το θεϊκό που ξεπερνά τα
στενά όρια της αντίληψης μας για τη νομιμότητα, αλλά πιο πολύ βασίζεται στην
ύπαρξη πανανθρώπινων αρχών ηθικής, όπως οι αρχές για τη ζωή και την αξιοπρέπεια
του προσώπου που εκπορεύονται από το θείο. Άρα, υπό το φως μιας μεταφυσικής
προσέγγισης το ηθικό και το νόμιμο δεν μπορούν να μην ταυτίζονται, καθώς εκτός
της κοινής τους πηγής εκπόρευσης, η ηθική είναι νόμος και ο νόμος ηθική.
Αυτό δεν
σημαίνει ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιείται η Λογική, η νόηση. Σύμφωνα με τον
Αριστοτέλη τούτο ήταν το ιδεατό, καθώς για τη διαπίστωση της ηθικής και της
περαιτέρω απόκτησής της, προϋποτίθεται ο ορθολογισμός του πεπαιδευμένου ατόμου
(Ηθικά Νικομάχεια, 1106,β. 16). Με αυτή τη λογική κριτήριο της ενάρετης πράξης
τίθεται ο νόμος, η ηθική δηλαδή, που αποτελεί κανόνα που παρέχεται από την
πρακτική κρίση του «φρόνιμου» ανθρώπου. Η φρόνηση κάνει τον άνθρωπο ικανό να
κρίνει, του παρέχει αξιολογικό κριτήριο για να συλλαμβάνει την ηθική αρχή της
κάθε πράξης. Στα Ηθικά Νικομάχεια ο Σταγειρίτης είχε δώσει τον ορισμό
της ηθικής αρετής. Χρησιμοποιώντας ως εργαλεία τον εμπειρισμό και την
διαλογικότητα ο φιλόσοφος κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο άνθρωπος μπορεί να
οδηγηθεί στην ευδαιμονία μέσω της ηθικής, αλλά και μέσω των διανοητικών αρετών.
Για να είναι κάποιος ευδαίμων θα πρέπει να ικανοποιεί ορισμένα αντικειμενικά
κριτήρια σύμφωνα με τα οποία η κατάσταση στην οποία βρίσκεται αναγνωρίζεται ως
ευδαιμονία. Και αυτά τα κριτήρια, δεν είναι άλλα από την κατοχή των ηθικών
αρετών, καθώς και η εκτέλεση εκείνων των πράξεων που είναι σύμφωνες με
αυτές(Ηθικά Νικομάχεια Β1,7-8). Ο Αριστοτέλης αναφέρει δώδεκα στον αριθμό ηθικές
αξίες που αποτελούν τις πρακτικές ή αλλιώς ηθικές αρετές. Αυτές είναι η
ανδρεία, η σωφροσύνη, η ελευθεριότης, η μεγαλοπρέπεια, η μεγαλοψυχία, η
πραοτης, η αλήθεια, η ευτραπελία, η φιλία, η αιδώς και η νέμεσις(Αντωνόπουλος
Γ. 1980:227)
Έτσι το
έθος/η έξη σ’ αυτές, μετατρέπεται σε ήθος. Με αυτούς τους όρους οδηγούμαστε στη
φυσική τελεολογία, η οποία δεν περιορίζεται σε μιαν ουδέτερη, ηθικά αδιάφορη
τάση, αλλά ενσωματώνει και την κανονιστική χροιά της κοινωνικής μας «δεύτερης
φύσης»,6
στην οποία για να φτάσεις πρέπει να οριοθετηθείς στη μεσότητα των «παθών» και
των «πράξεων».
Επηρεασμένος
από αυτόν, αιώνες μετά ο ΤhomasAquinas υποστήριζε ότι το φυσικό δίκαιο αποτελεί
την αντανάκλαση της θείας σοφίας στον άνθρωπο∙ πολλοί χριστιανοί φιλόσοφοι
ισχυρίζονταν πως οι ανθρώπινοι νόμοι ακόμα και εθνικοί ηγεμόνες υπόκεινται στο
νόμο του Θεού. Θεμελιώδης είναι η φράση του για την αντίληψη της χρησιμότητας
της ηθικής εντός της κοινωνίας: «lexiniustanonlexest» -που αντικρούει την
κικερώνεια αρχή “duralexsedlex”-.
Αντίστοιχα,
ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ θεωρούσε πως το δίκαιο είναι θεϊκό δημιούργημα χωρίς όμως να
έχει απολύτως θεοκρατικό χαρακτήρα. «Το κάθετι καλό και σύμφωνο με την τάξη
είναι τέτοιο εξαιτίας της φύσης των πραγμάτων και ανεξάρτητα από τις ανθρώπινες
συμβάσεις. Όλη η δικαιοσύνη πηγάζει από το Θεό και μόνο αυτός είναι η πηγή της…
Χωρίς αμφιβολία υπάρχει μια παγκόσμια δικαιοσύνη που προκύπτει από μόνη τη
λογική…» Αλλά οι άνθρωποι για να αποδεχτούν τη δικαιοσύνη και να εφαρμόσουν
το νόμιμο και ηθικό, «χρειάζονται συμβάσεις και νόμους για να συνενωθούν τα
δικαιώματα με τα καθήκοντα και για να ξαναφέρουμε τη δικαιοσύνη στον
αντικειμενικό της σκοπό» (Ρουσσώ, Κοινωνικό συμβόλαιο, σ. 67)
Οι μελετητές
που εντάσσονται στη σχολή σκέψης του Φυσικού Δικαίου δεν περιορίστηκαν μόνο
στην μελέτη της ηθικής εντος της κοινωνίας σχετιζομένης με τα του νόμου ή
προσπαθώντας να αποδείξουν πως η ηθική είναι ο νόμος, αλλά προσπάθησαν να
αποδείξουν πως η ηθική πέραν του ότι διέπει την κοινωνία και την οργανώνει,
μπορεί να αποτελέσει το μέσο για την επίτευξη των στόχων τόσο της ίδιας όσο και
του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Σε αυτό το πλαίσιο ο JohnFinnis στο έργο τουNaturallawandnaturalrights
είχε αναφέρει τις ηθικές αξίες όποιες κατά τον ίδιο συντείνουν στην ηθική και
γενικότερα στην ευδαιμονία (well–being) ευ ζην δηλαδή είχε προβεί σε μια
εννοιολογική προσέγγιση του ορού ηθική (γένος) που αποτελείτο από 7 επιμέρους
ηθικές αξίες(μέλη). Διευκρινιστικά μόνο να αναφέρουμε ότι αυτή η αναφορά δεν
συνιστά ιεραρχική κατάταξη.
Αρχικώς
αναφέρεται, η Ζωή(Life). Ο όρος ζωή, επισημαίνει κάθε όψη της ζωτικότητας, της
ανθεκτικότητας η οποία καθιστά τον άνθρωπο ικανό για την επιδίωξη της αυτό-
πραγμάτωσης του, του αυτό καθορισμού του (self–determination) (1980: 86).
Βεβαίως, με την προϋπόθεση πως είναι απαλλαγμένη από οποιαδήποτε μορφή πόνου,
τόσο ψυχικού όσο και σωματικού.
Δευτερευόντως
αναφέρεται η Γνώση (knowledge), που αποτελεί το κριτήριο διαμορφώσεως των
ηθικών αξίων. Η γνώση έχει αναχθεί σε θεμελιώδη έννοια στη συνεχώς εξελισσόμενη
θεωρία του Φυσικού δικαίου, όπως έχει εκφραστεί από το δυτικό επί το πλείστον
κόσμο(Μεγάλη Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Αμερική κ.α. ). Η σχέση μεταξύ ηθικών
αξιών και γνώσης, μέρος των οποίων είναι και αυτή κατά Finnis, είναι αμφίδρομη.
Οι ηθικές αξίες οδηγούν στην γνώση και η γνώση οδηγεί στην ηθική. Η σημασία της
γνώσης και η κατάταξη της ως ηθικής άξιας όμως ήταν κάτι που ο Σωκράτης και ο
Πλάτων είχαν διατυπώσει. Ο Πλάτων στην Πολιτεία ιεραρχεί τα είδη της γνώσης και
καθορίζει τον νου ως την ανώτερη γνωστική δύναμη. Ακολουθούν δε η διάνοια, η
πίστη και η εικασία(Αντωνοπουλος Γ. 1980). Όμως γι΄ αυτόν η δικαιοσύνη
αποτελούσε την πιο σημαντική ηθική αξία.
Τρίτη αξία
είναι οι Παιδιές(Play), που αποτελούν την τρίτη όψη της ευδαιμονίας ενός ατόμου
και συντείνουν στην ηθική του τελείωση. Με τον ορό παιδιές αναφερόμεθα στα
διαφορά είδη ψυχικής διάπλασης αλλά επεξηγηματικά χρήζει αναφοράς, ότι σ’ αυτές
εμπεριέχεται και η ενασχόληση με τα διάφορα στοιχεία της κουλτούρας.
Τέταρτη αξία
είναι αυτή της αισθητικής εμπειρίας, η οποία χωρίζεται στην εσωτερική και την
εξωτερική. Στην εξωτερική εμπειρία συγκαταλέγονται όλα εκείνα τα στοιχεία που ο
άνθρωπος συλλέγει από το περιβάλλον του. Η εσωτερική αφορά την αναδιαμόρφωση
αυτών των ερεθισμάτων σε νοητικές εικόνες.
Πέμπτη αξία
είναι αυτή της κοινωνικότητας η οποία τελικά ανθεί και γίνεται μεταξύ των
ατόμων φιλία (friendship). Ο J.Finnis εννοεί την βαθύτερη έννοια της φιλίας,
που σημαίνει να πράττει κάποιος υπέρ του άλλου και ο ένας να θεωρεί τον άλλο ως
μια βασική αξία του καλού (fundamentalformofgood) για τον ίδιο. Αυτή η βασική
αξία είναι ηθική καθώς δια της φιλίας επιδιώκεται η αρμονική συνύπαρξη των
ατόμων σε μια πολιτεία. Γι’ αυτό αναφέρει αρχικά την κοινωνικότητα ως αρχή.
Έκτη είναι
αυτή του πρακτικού ορθολογισμού (practicalreasonableness), ο οποίος αποτελεί το
κριτήριο, βάσει του οποίου ο άνθρωπος είναι σε θέση να καθορίζει τις υπόλοιπες
ηθικές αξίες, τα υπόλοιπα αγαθά. Ήδη από την αρχαιότητα υπήρχε η άποψη πως ο
πρακτικός ορθολογισμός ταυτιζόταν με την κοινή λογική όμως ο Αριστοτέλης
φρόντισε να καταστήσει σαφές πως κάτι τέτοιο ισχύει με την προϋπόθεση η
κοινωνία να συμμερίζεται την λογική του πεπαιδευμένου και σώφρονος άνδρα, του
υψηλά μορφωμένου ανδρός, ο οποίος αποτελεί ή πρέπει να αποτελεί το πεδίο
σύγκρισης όλης της κοινωνίας. Εάν λοιπόν η κοινωνία βασισμένη στα παραδείγματα
εξαίρετων ανδρών της ιστορίας, επηρεασμένη από τις ηθικές αρχές της θρησκείας
και σαφώς ακολουθώντας τα βήματα αυτού του πεπαιδευμένου και ενάρετου ανθρώπου
σκέπτεται και αποφασίζει, τότε ναι η ταύτιση κοινής λογικής και πρακτικού
ορθολογισμού είναι αναπόφευκτη .
Έβδομη και
τελευταία αξία που αναγνωρίζει ο JohnFinnis είναι αυτή της θρησκείας(Religion).
Εντος των θρησκειών εμπεριέχονται αρχές και αξίες πράγμα που αιτιολογεί το
γεγονός ότι η δικαιοσύνη και η ηθική είναι στενά συνυφασμένες με αυτή.
Απαραίτητη προϋπόθεση που θέτει είναι πως κάποιος πρέπει να ενστερνιστεί όλες
τις ηθικές αξίες και όχι κάποιες από αυτές για να μπορεί να οδηγηθεί στην
ευδαιμονία και στην ελευθερία. 7
Πού επέδρασε
το φυσικό δίκαιο
Η σχολή
σκέψης του φυσικού δικαίου με τον τρόπο που αντιλαμβανόταν και αντιλαμβάνεται
την ηθική, απαρτιζόμενη από επιμέρους ηθικές αξίες, επηρέασε καθοριστικά
πλείστους κλάδους του δικαίου. Αξίζει όμως, να εστιάσουμε στο Δημόσιο Διεθνές
δίκαιο, τις σχέσεις μεταξύ ανεξάρτητων χωρών. Ο JohnLocke στήριξε τις ιδέες του
για τη ζωή, την ελευθερία και την ιδιοκτησία8
στα φυσικά ή ανθρώπινα δικαιώματα που θεωρείται ότι έχουν οι άνθρωποι, λόγω της
ανθρώπινης φύσης τους και όχι ως απόρροια εντολής, νόμου ή σύμβασης. Με αυτή τη
σκέψη επηρέασε την Οικουμενική διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων που
υιοθέτησε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1948, όπως και τη Διακήρυξη
της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όπως διατυπώθηκε το 1776.
Οι ίδιες ιδέες επηρέασαν τη γαλλική διακήρυξη των δικαιωμάτων το 1789 και τη
διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το 17919.
Στο εφαρμοσμένο κοινό δίκαιο(Commonlaw) η επίδραση των θεωριών του φυσικού
δικαίου είναι ορατή στη διαμόρφωση του κοινού περί δικαίου αισθήματος10,
στο δόγμα του ακαταλόγιστου ως κριτηρίου αμελείας, στα γονικά δικαιώματα στο
Οικογενειακό δίκαιο, στους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης και στις πολιτικές
ελευθερίες (BullockA.- TrombleyS., 2000:1318).
Συνοψίζοντας,
γενικά αποδεκτό είναι πως οι ιδέες του φυσικού δικαίου αφορούν ένα ιδεώδες,
κάτι ανάλογο με τη «Ρεαλιστική ουτοπία» του Rawls, ένα μοντέλο ρύθμισης των
διεθνών σχέσεων που εισηγείται ο Rawls στο Δίκαιο των λαών. Πρόκειται για
την προοπτική προαγωγής της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών στη βάση της
αμοιβαίας αναγνώρισης και εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους. Αξίζει να
επισημάνουμε ότι σύμφωνα με τον Rawls, το σενάριο του «είναι και ουτοπικό
και εξαιρετικά δελεαστικό, επειδή συνδέει τη λογική και τη δικαιοσύνη με
συνθήκες που επιτρέπουν στους πολίτες να υλοποιούν τα θεμελιώδη συμφέροντά τους»11.
Ώστε, δεν χρειάζεται να είναι κανείς υπερβολικά αισιόδοξος όσον αφορά τη
συμμόρφωση με κάποια υψηλά ηθικά ιδεώδη, για να αποβλέπει στην θεσμοθέτηση της
προτεινόμενης παγκόσμιας ομοσπονδίας. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ο Rawls όπως
και ο Καντ δεν γνωρίζουν τις αδυναμίες της ανθρώπινης υπάρξεως. Ασφαλώς και τις
γνωρίζουν, αλλά θεωρούν πως υπάρχει τελικά η δυνατότητα οι άνθρωποι να
υποτάξουν τα πάθη τους στο κοινό συμφέρον. Να υποτάξουν το εγώ στο εμείς.
Γιατί, όπως γράφει ο Rawls, «αν μια εύλογα δίκαιη Κοινωνία των Λαών, της
οποίας τα μέλη υποτάσσουν τις δυνάμεις τους σε εύλογους σκοπούς, δεν είναι
εφικτή και τα ανθρώπινα πλάσματα είναι σε μεγάλο βαθμό ανήθικα, αν όχι
αθεράπευτα κυνικά και εγωκεντρικά, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μαζί με τον
Κant, αν αξίζει τον κόπο τα ανθρώπινα πλάσματα να ζουν στη γη.»12.
* ο Φωτεινός
Μπακρυσιώρης είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα νομικής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου
Κύπρου
===============================================================
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- AnscombeElizabeth, “ModernMoralPhilosophy”, Philosophy 33 (1985), αναδημ. της ίδιας, CollectedPhilosophical Papers, vol. III: Ethics, Religion and Politics, Minneapolis: University of Minnesota Press, 1981, 26- 42.
- Αντωνόπουλος Γ. , Εισαγωγή εις την Φιλοσοφίαν, Α και Β μέρος, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτηνή 1980
- Αραβαντινός Π.Ι., Εισαγωγή στην Επιστήμη του Δικαίου, δεύτερη έκδ. Αντ.Ν.Σακκουλα ,Αθήνα, 1983
- Austin John, The province of jurisprudence determined , printer to the University of London, London, 1832
- Baron Μarcia, Pettit Philip & Slote Michael, Three Methods of Ethics, London Duckworth, 1997.
- Βιρβιδάκης, Στ. Σύγχρονες θεωρίες αρετών και αριστοτελική ηθική, Υπόμνημα στη φιλοσοφία – αφιέρωμα στα Ηθικά Νικομάχεια, Cogito, τεύχος 8, Ιούνιος 2009, 183-218
- BullockA.- TrombleyS., Λεξικό της Σύγχρονης σκέψης, (μετ: κ. Αρβανίτης, Φ. Μεγαλούδη, τ. Παπαϊωάννου) Πατάκης 2000
- Finnis J. “Natural law and natural rights”, Clarendon press , Oxford,1980
- HartH.L. A.,The Concept of Law, (Oxford: Oxford University Press,
1961); excerpted and reprinted in Feinberg and Gross,
Philosophy
of Law
- Κant Ι. ,Μetaphysische Αnfangsgrunde der Rechtslehre,1797, translated by William Hastie, 2003
- Leisegang H., Einfuhrung in die philosophie, 1951
- McDowell John, Mind and World, Cambridge Mass.: Harvard University Press, 1994
- MacIntyre, Alasdair After Virtue, 2nd ed., Notre Dame: Notre Dame University Press, 1984 (1981).
- Murdoch Iris, The Sovereignty of Good, London: Routledge and Kegan Paul, 1970.
- Rawls John, The Law of Peoples, with “The Idea of Public Reason Revisited”, Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1999. Ελληνική έκδοση, Τζων Ρωλς, Το δίκαιο των λαών και «Η ιδέα της δημόσιας λογικής αναθεωρημένη», μτφρ. Α. Παπασταύρου, Αθήνα, Εκδόσεις Ποιότητα, 2002
- Ρόζενταλ Μ.- Γιούντιν Π., Φιλοσοφικό Λεξικόν, Αναγνωστίδης
- Ρουσσώ Ζαν -Ζακ, Κοινωνικό συμβόλαιο, (μετ: Δ. Κωστελένος) χ.χ.
- Schopenhauer, Neidert, Die rechtsphilosophie schopenhauers und ihr scweigen zum Winderstandsrecht, 1966
- Waldron J.J. (επιμ.) Theories of Rights, 1984
- Williams Bernard, Ethics and the Limits of Philosophy, Cambridge Mass.: Harvard University Press, 1985.
1 Elizabeth Anscombe, “Modern Moral Philosophy”, Philosophy 33
(1985), αναδημ. της ίδιας, Collected
Philosophical Papers, vol. III: Ethics, Religion and Politics,
Minneapolis: University of Minnesota Press, 1981, 26- 42.
2 Iris Murdoch, The Sovereignty of Good, London: Routledge and Kegan
Paul, 1970.
3 Alasdair MacIntyre, After Virtue, 2nd ed., Notre Dame:
Notre Dame University Press, 1984 (1981).
4 Bernard Williams, Ethics and the Limits of Philosophy, Cambridge
Mass.: Harvard University Press, 1985.
5 Γι’ αυτό το λόγο ο Καντ θεωρείται ότι κινείται μεταξύ
υλισμού και ιδεαλισμού. Ο Λένιν πιστεύει πως το ουσιώδες χαρακτηριστικό της
φιλοσοφίας του Καντ είναι ότι συνένωσε σε ενιαίο σύστημα , δυο φιλοσοφικά
ρεύματα διαφορετικά και αντίθετα.( Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκρατισμός)
6 Για την αξιοποίηση της αριστοτελικής έννοιας της
«δεύτερης φύσης», βλ. John McDowell, Mind and
World, Cambridge Mass.: Harvard University Press, 1994, 84-86, 87-88,
91-92, 103-104, 109-110.
7 Finnis J. “Natural law and natural rights”1980:84-90. 8 Την ιδιοκτησία ως ηθική αξία με την μορφή του πλούτου
όμως αποδέχεται και ο John Rawls στο έργο του Α theory of justice 1971
(σε ελληνική μετάφραση «Θεωρία της Δικαιοσύνης»,
εκδόσεις Πόλις 2001 )
9 Βλ. σχετικά: J.J. Waldron (επιμ.) Theories of Rights,
1984
10 Με τον όρο κοινό δίκαιο περιγράφεται στη
Μεγάλη Βρετανία το δίκαιο που απορρέει από αποφάσεις δικαστηρίων και δεν έχει
θεσπιστεί με πράξεις και αποφάσεις του κοινοβουλίου.
11 Βλ. John
Rawls, The Law of Peoples, with “The Idea of Public Reason Revisited”,
Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1999. Χρησιμοποιώ την ελληνική έκδοση,
Τζων Ρωλς, Το δίκαιο των λαών και «Η ιδέα της δημόσιας λογικής αναθεωρημένη»,
μτφρ. Α. Παπασταύρου, Αθήνα, Εκδόσεις Ποιότητα, 2002:23.
12Τζων Ρωλς, «Το δίκαιο των λαών », μτφρ.
Α. Παπασταύρου, Αθήνα, Εκδόσεις Ποιότητα, 2002: 227-228.
Αναδημοσίευση
από: https://curia.gr/i-ennoia-tis-ithikis-stin-paradosi-tou-fisikou-dikaiou/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.