Αντιμετώπιση της κατάθλιψης |
Εισήγηση στο 5ο διεθνές συνέδριο ορθόδοξων ψυχοθεραπευτών
29/09/12
του Νικήτα Καυκιού
του Νικήτα Καυκιού
Ο Θεός αναλαμβάνει τη ζωή μας
μετά το ναυάγιο
των προσπαθειών μας.
Στην εισήγησή μας σκοπεύουμε να δείξουμε αναλυτικά τις αρνητικές συνέπειες οι οποίες συνήθως προκύπτουν μέσα από την απλουστευτική, ποιμαντική αντιμετώπιση της κατάθλιψης και να υποστηρίξουμε ότι ο απροϋπόθετος σεβασμός της ελευθερίας του προσώπου σε συνύφανση με την εν Χριστώ Αγάπη είναι το θεμέλιο της σωστής, υποστηρικτικής, ποιμαντικής παρέμβασης.
μετά το ναυάγιο
των προσπαθειών μας.
Στην εισήγησή μας σκοπεύουμε να δείξουμε αναλυτικά τις αρνητικές συνέπειες οι οποίες συνήθως προκύπτουν μέσα από την απλουστευτική, ποιμαντική αντιμετώπιση της κατάθλιψης και να υποστηρίξουμε ότι ο απροϋπόθετος σεβασμός της ελευθερίας του προσώπου σε συνύφανση με την εν Χριστώ Αγάπη είναι το θεμέλιο της σωστής, υποστηρικτικής, ποιμαντικής παρέμβασης.
Θλίψη και Κατάθλιψη
Στην ψυχιατρική και την κλινική ψυχολογία η θλίψη θεωρείται
ως φυσιολογική και δημιουργική αντίδραση του ατόμου απέναντι σε έκτακτα τραυματικά
γεγονότα τα οποία αμφισβητούν την ασφάλεια και την αξία του ή ανατρέπουν τις
υπαρξιακές του ισορροπίες. Όταν όμως η θλίψη γίνεται όλο και πιο έντονη
με το πέρασμα του χρόνου και εμποδίζει φυσιολογικές δραστηριότητες όπως την
εργασία, την διατροφή, τον ύπνο και τις διαπροσωπικές σχέσεις μπορούμε να
διαγνώσουμε κατάθλιψη.
Πιο συγκεκριμένα τα κλινικά συμπτώματα της κατάθλιψης είναι τα παρακάτω:
- Συνεχόμενη θλίψη, απώλεια ενέργειας και εξάντληση.
- Περισσότερη ή λιγότερη όρεξη για φαγητό.
- Τάσεις απομόνωσης, κοινωνική απόσυρση.Άγχος, ανησυχία για όλα τα θέματα.
- Αναποφασιστικότητα, δυσκολία λήψης αποφάσεων.
- Απώλεια του ενδιαφέροντος για την αναζήτηση ερωτικού συντρόφου ή για την ερωτική επαφή.
- Αισθήματα ενοχής, αυτομεμψίας και αναξιότητας.
- Περισσότερος ή λιγότερος ύπνος.
- Κακή διάθεση, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σχεδόν κάθε ημέρα
- Μείωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες
- Ανησυχία και απαισιοδοξία για το μέλλον. Καμιά ελπίδα σε κανένα τομέα.
Τα στερεότυπα της απλουστευτικής αντιμετώπισης της
κατάθλιψης.
Το αφετηριακό σφάλμα του «θεολογικού αναγωγισμού» Τα στερεότυπα τα οποία θα αναλύσουμε οφείλονται σε μεγάλο ή μικρό βαθμό στο
αξονικό σφάλμα της αναγωγής της καταθλιπτικής εμπειρίας
στην ερμηνευτική
διάσταση της ποιμαντικής θεολογίας.
Τα προσωπικά βιώματα, οι γνώσεις και οι εμπειρίες του κάθε ανθρώπου
διαμορφώνουν τον υπαρξιακό του ορίζοντα και την κοσμοθεωρία του. Όσο πιο
εγκλωβισμένος είναι κανείς στον ορίζοντα αυτό δηλαδή όσο πιο απόλυτο και
μοναδικό θεωρεί τον δικό του τρόπο βίωσης και θέασης της πραγματικότητας τόσο
πιο δύσκολο είναι να έλθει στη θέση του άλλου, να νιώσει αυτό που ο άλλος
νιώθει, (ενσυναίσθηση) και να δει την πραγματικότητα με τα δικά του μάτια. «δεν
μπορούμε ποτέ να υιοθετήσουμε την προσωπικότητα, τη ζωή και τον εαυτό του ώστε
να ζήσουμε την εμπειρία του ακριβώς όπως εκείνος τη ζει.» Ο «πνευματικός» όπως και κάθε άλλος άνθρωπος δυσκολεύεται να αντιληφθεί και να κατανοήσει τον υπαρξιακό ορίζοντα του ατόμου το οποίο πάσχει από κατάθλιψη. Αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την εμπειρία και την υπαρξιακή κατάσταση του «ασθενή» (Σημ.) μέσα από τον δικό του εαυτό και τις δικές εμπειρίες θλίψης. Γι αυτό πολλές φορές αρνείται να αποδεχτεί την βαρύτητα των συμπτωμάτων της κατάθλιψης και πιστεύει ότι ο «ασθενής» θα μπορούσε να θεραπευθεί αν προσπαθούσε περισσότερο να εφαρμόσει στη ζωή του το θέλημα του Θεού. Όμως είναι προφανές πως δεν είναι δυνατόν να κατανοήσει και να βοηθήσει τον πάσχοντα αν ερμηνεύει το βίωμα και τη συμπεριφορά του μέσα από τα δικά του ερμηνευτικά φίλτρα και τους ηθικό-θρησκευτικούς του κανόνες. Επίσης δεν είναι δίκαιο να τον ενοχοποιεί εκ των υστέρων επειδή η ποιμαντική παρέμβαση δεν λειτούργησε θεραπευτικά στην περίπτωσή του.
Ερμηνεύοντας την καταθλιπτική εμπειρία μέσα από το πρίσμα του Αγιογραφικού ή Αγιοπατερικού λόγου ο «πνευματικός» απομακρύνεται από τον κοσμοθεωρητικό-βιωματικό ορίζοντα του πιστού και υποπίπτει στο σφάλμα του «θεολογικού αναγωγισμού». Δηλαδή την αναγωγή του βιο-ψυχολογικού φαινομένου της κατάθλιψης στο επίπεδο της θεολογίας.
Η κατάθλιψη είναι ψυχοπαθολογικό φαινόμενο και δεν είναι σωστό να παραβλέψουμε την διάσταση της ψυχοπαθολογίας και να την ερμηνεύσουμε με τις αρχές και τα αξιώματα της θεολογίας. Διαπράττοντας αυτό το σφάλμα θεωρούμε την παθολογική κατάθλιψη ως εμπειρία θλίψης τα αίτια της οποίας οφείλονται στην φιλαυτία και την απομάκρυνση από τον Θεό.
Με αυτή την «αλλοτριωτική» θεολογική ερμηνεία και την ποιμαντική καθοδήγηση που αυτή συνεπάγεται ο πιστός ο οποίος βασανίζεται από κατάθλιψη αντί να αναπαύεται αισθάνεται ότι ο «πνευματικός» δεν τον καταλαβαίνει, δεν τον αποδέχεται αλλά τον απορρίπτει.
Το σφάλμα του «Θεολογικού αναγωγισμού» συμβάλλει στην δημιουργία κάποιων στερεότυπων. Θα τα αναλύσουμε και θα διαπιστώσουμε ποιες είναι οι συνέπειες τους στην ποιμαντική πράξη.
1. Η κατάθλιψη είναι επιλογή. Αυτός που βασανίζεται από
κατάθλιψη επιλέγει να βασανίζεται. -Αυτό το στερεότυπο θεμελιώνεται στην
διαδεδομένη αντίληψη ότι ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις και τα
βιώματά του. Συνεπώς για να υποφέρει σημαίνει ότι η οδύνη είναι επιλογή του. «Σὲ
ὁρισμένους ἀνθρώπους, μὴ σᾶς φανεῖ παράξενο, τοὺς ἀρέσει νὰ προβληματίζονται
συνεχῶς, νὰ ἀγχώνονται, νὰ βαρυθυμοῦν, νὰ ὑποπτεύονται, νὰ ζηλεύουν καὶ νὰ
κακιώνουν». Μεσογαίας σεβ. Νικόλαος (2010)
Σύμφωνα με την θεολογία της Εκκλησίας η πτώση του ανθρώπου στην φθορά, την ασθένεια και τον θάνατο συνέβη με παραίνεση του διαβόλου αλλά και με την ελεύθερη συγκατάθεση του ανθρώπου.
Όπως ο πρώτος άνθρωπος επέλεξε ελεύθερα να πέσει έτσι και κάθε άνθρωπος επιλέγει ελεύθερα την απομάκρυνσή του από τον Θεό και την πτώση στην αμαρτία. Εφόσον η φθορά, η ασθένεια και ο θάνατος είναι αμαρτία συνεπάγεται ότι το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη επιλέγει να πέφτει στην αμαρτία της κατάθλιψης.
-Προσωπικά πιστεύω ότι η πτώση στην οποία πέφτουν οι πρωτόπλαστοι δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση με την «πτώση» στην κατάθλιψη. Θεωρώ ότι επιλογή δεν είναι η κατάθλιψη αλλά ο τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να την διαχειριστεί. Κανείς δεν θα επέλεγε συνειδητά να βασανίζεται και να υποφέρει. Ο «ασθενής» δεν μπορεί να επιλέξει να απαλλαγεί από την κατάθλιψη. Είναι όμως δυνατόν να μάθει να διαχειρίζεται όσο καλύτερα μπορεί τα αρνητικά του αισθήματα. Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος έχει συνηθίσει να εκφράζεται καταθλιπτικά ώστε να αποκομίζει οφέλη από την κατάθλιψή του όπως τη συμπάθεια και τη φροντίδα των άλλων στην πραγματικότητα πρόκειται για ασυνείδητη επιλογή ή για νευρωσικό σύμπτωμα.
Η φράση «δεν θέλεις να αλλάξεις» ή «αν ήθελες θα μπορούσες» εκφράζει έλλειψη σεβασμού στην ιδιαιτερότητα και την αδυναμία του ασθενή. Πρόκειται για άσκηση βίας στην προσωπικότητά του η οποία συνεπάγεται αισθήματα απογοήτευσης και εγκατάλειψης. Όταν ο «πνευματικός» στον οποίο απευθύνεται ο «ασθενής» για να πάρει βοήθεια τον θεωρεί υπεύθυνο για τις δυσκολίες του και τον ενοχοποιεί αναπόφευκτα αισθάνεται προδομένος και απελπιστικά μόνος.
Σύμφωνα με την θεολογία της Εκκλησίας η πτώση του ανθρώπου στην φθορά, την ασθένεια και τον θάνατο συνέβη με παραίνεση του διαβόλου αλλά και με την ελεύθερη συγκατάθεση του ανθρώπου.
Όπως ο πρώτος άνθρωπος επέλεξε ελεύθερα να πέσει έτσι και κάθε άνθρωπος επιλέγει ελεύθερα την απομάκρυνσή του από τον Θεό και την πτώση στην αμαρτία. Εφόσον η φθορά, η ασθένεια και ο θάνατος είναι αμαρτία συνεπάγεται ότι το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη επιλέγει να πέφτει στην αμαρτία της κατάθλιψης.
-Προσωπικά πιστεύω ότι η πτώση στην οποία πέφτουν οι πρωτόπλαστοι δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση με την «πτώση» στην κατάθλιψη. Θεωρώ ότι επιλογή δεν είναι η κατάθλιψη αλλά ο τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να την διαχειριστεί. Κανείς δεν θα επέλεγε συνειδητά να βασανίζεται και να υποφέρει. Ο «ασθενής» δεν μπορεί να επιλέξει να απαλλαγεί από την κατάθλιψη. Είναι όμως δυνατόν να μάθει να διαχειρίζεται όσο καλύτερα μπορεί τα αρνητικά του αισθήματα. Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος έχει συνηθίσει να εκφράζεται καταθλιπτικά ώστε να αποκομίζει οφέλη από την κατάθλιψή του όπως τη συμπάθεια και τη φροντίδα των άλλων στην πραγματικότητα πρόκειται για ασυνείδητη επιλογή ή για νευρωσικό σύμπτωμα.
Η φράση «δεν θέλεις να αλλάξεις» ή «αν ήθελες θα μπορούσες» εκφράζει έλλειψη σεβασμού στην ιδιαιτερότητα και την αδυναμία του ασθενή. Πρόκειται για άσκηση βίας στην προσωπικότητά του η οποία συνεπάγεται αισθήματα απογοήτευσης και εγκατάλειψης. Όταν ο «πνευματικός» στον οποίο απευθύνεται ο «ασθενής» για να πάρει βοήθεια τον θεωρεί υπεύθυνο για τις δυσκολίες του και τον ενοχοποιεί αναπόφευκτα αισθάνεται προδομένος και απελπιστικά μόνος.
2. Το άτομο το οποίο έχει κατάθλιψη δεν πάσχει από κάτι
παθολογικό. Είναι υγιές αλλά δεν προσπαθεί αρκετά να βοηθήσει τον εαυτό του.
-Αυτό το στερεότυπο συνδέεται με το προηγούμενο. Εφόσον επιλέγει κανείς να «πέφτει» στην κατάθλιψη δεν είναι «ασθενής» αλλά ταλαίπωρος αμαρτωλός. Επίσης αν προσπαθούσε αρκετά θα μπορούσε να το ξεπεράσει με τις δικές του δυνάμεις επικαλούμενος την βοήθεια του Θεού. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ο ίδιος αποκλειστικά υπεύθυνος για την παθολογική του κατάσταση διότι ακόμη κι αν ο Θεός δεν τον βοηθά αυτό συμβαίνει είτε διότι δεν Τον επικαλείται με τον σωστό τρόπο ή διότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να λάβει την βοήθεια Του.
-Στην πραγματικότητα όμως στην κατάθλιψη τραυματίζεται ακριβώς η δυνατότητα για συνειδητή προσπάθεια. Ο «ασθενής» δυσκολεύεται να επιδιώξει έμπρακτα στόχους. Γνωρίζει τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να βοηθήσει τον εαυτό του αλλά αισθάνεται ότι δεν διαθέτει τη δύναμη ώστε να εφαρμόσει στην πράξη όσα θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν. Δεν χρειάζεται πληροφορίες αλλά δύναμη και ενέργεια. Δεν του λείπουν συμβουλές αλλά οι υπαρξιακές προϋποθέσεις οι οποίες θα του επιτρέψουν να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του ώστε να θεραπευθεί.
Ο «πνευματικός» ζητά από τον «ασθενή» να αγωνιστεί ενάντια στο αμαρτωλό «πάθος» της κατάθλιψης για να το θεραπεύσει. Το να προσπαθεί όμως με τη δύναμη της θέλησής του να ξεπεράσει την κατάθλιψη είναι σαν να προσπαθεί να «ανοίξει» το «κινητό» του ενώ έχει «τελειώσει» η μπαταρία ή σαν να προσπαθεί να σηκωθεί στον αέρα τραβώντας τα κορδόνια του. O πιστός αισθάνεται ότι του ζητούν κάτι που είναι αδύνατον να καταφέρει. Συνεπώς νιώθει να εντείνονται μέσα του τα αρνητικά αισθήματα ενοχής, ντροπής, αναξιότητας και φόβου τα οποία ήδη προϋπήρχαν μέσα του ως συμπτώματα της κατάθλιψης.
-Αυτό το στερεότυπο συνδέεται με το προηγούμενο. Εφόσον επιλέγει κανείς να «πέφτει» στην κατάθλιψη δεν είναι «ασθενής» αλλά ταλαίπωρος αμαρτωλός. Επίσης αν προσπαθούσε αρκετά θα μπορούσε να το ξεπεράσει με τις δικές του δυνάμεις επικαλούμενος την βοήθεια του Θεού. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ο ίδιος αποκλειστικά υπεύθυνος για την παθολογική του κατάσταση διότι ακόμη κι αν ο Θεός δεν τον βοηθά αυτό συμβαίνει είτε διότι δεν Τον επικαλείται με τον σωστό τρόπο ή διότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να λάβει την βοήθεια Του.
-Στην πραγματικότητα όμως στην κατάθλιψη τραυματίζεται ακριβώς η δυνατότητα για συνειδητή προσπάθεια. Ο «ασθενής» δυσκολεύεται να επιδιώξει έμπρακτα στόχους. Γνωρίζει τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να βοηθήσει τον εαυτό του αλλά αισθάνεται ότι δεν διαθέτει τη δύναμη ώστε να εφαρμόσει στην πράξη όσα θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν. Δεν χρειάζεται πληροφορίες αλλά δύναμη και ενέργεια. Δεν του λείπουν συμβουλές αλλά οι υπαρξιακές προϋποθέσεις οι οποίες θα του επιτρέψουν να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του ώστε να θεραπευθεί.
Ο «πνευματικός» ζητά από τον «ασθενή» να αγωνιστεί ενάντια στο αμαρτωλό «πάθος» της κατάθλιψης για να το θεραπεύσει. Το να προσπαθεί όμως με τη δύναμη της θέλησής του να ξεπεράσει την κατάθλιψη είναι σαν να προσπαθεί να «ανοίξει» το «κινητό» του ενώ έχει «τελειώσει» η μπαταρία ή σαν να προσπαθεί να σηκωθεί στον αέρα τραβώντας τα κορδόνια του. O πιστός αισθάνεται ότι του ζητούν κάτι που είναι αδύνατον να καταφέρει. Συνεπώς νιώθει να εντείνονται μέσα του τα αρνητικά αισθήματα ενοχής, ντροπής, αναξιότητας και φόβου τα οποία ήδη προϋπήρχαν μέσα του ως συμπτώματα της κατάθλιψης.
3. Δεν είναι απαραίτητη η ψυχοθεραπευτική ή φαρμακευτική
υποστήριξη.
-Οι περισσότεροι «πνευματικοί» ιδίως όσοι έχουν εντρυφήσει μόνο σε θεολογικά αναγνώσματα και δεν έχουν εμπειρίες ή μελέτες ψυχοπαθολογίας αμφισβητούν την εγκυρότητα και την χρησιμότητα της ψυχιατρικής και της ψυχοθεραπείας. «Ἔχουνε γίνει τόσοι γιατροὶ ψυχίατροι, ψυχαναλυταί, ψυχολόγοι καὶ δέχονται ἀσθενεῖς… Ποιοὺς ἀσθενεῖς, βρέ, ποιός εἶσαι ἐσὺ πού θὰ δεχθεῖς ἀσθενεῖς;» Γέροντας Πορφύριος(1)
-Οι περισσότερες επιστημονικές, στατιστικές έρευνες αποδεικνύουν ότι τα αντικαταθλιπτικά και τα αγχολυτικά σε συνδυασμό με την ψυχοθεραπευτική υποστήριξη στις περισσότερες περιπτώσεις βοηθούν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης. Στις βαριές μορφές κατάθλιψης η φαρμακευτική αγωγή είναι απολύτως απαραίτητη.
Η ψυχοθεραπεία βοηθά τον θεραπευόμενο να γνωρίσει τον εαυτό του, να κατανοήσει και να αποδεχτεί τις αδυναμίες του και να τις παραδώσει με νηφάλια αίσθηση ταπείνωσης στην δύναμη και την αγάπη του Θεού.
Πιο συγκεκριμένα η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει ώστε το άτομο το οποίο υποφέρει από κατάθλιψη:
-Οι περισσότεροι «πνευματικοί» ιδίως όσοι έχουν εντρυφήσει μόνο σε θεολογικά αναγνώσματα και δεν έχουν εμπειρίες ή μελέτες ψυχοπαθολογίας αμφισβητούν την εγκυρότητα και την χρησιμότητα της ψυχιατρικής και της ψυχοθεραπείας. «Ἔχουνε γίνει τόσοι γιατροὶ ψυχίατροι, ψυχαναλυταί, ψυχολόγοι καὶ δέχονται ἀσθενεῖς… Ποιοὺς ἀσθενεῖς, βρέ, ποιός εἶσαι ἐσὺ πού θὰ δεχθεῖς ἀσθενεῖς;» Γέροντας Πορφύριος(1)
-Οι περισσότερες επιστημονικές, στατιστικές έρευνες αποδεικνύουν ότι τα αντικαταθλιπτικά και τα αγχολυτικά σε συνδυασμό με την ψυχοθεραπευτική υποστήριξη στις περισσότερες περιπτώσεις βοηθούν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης. Στις βαριές μορφές κατάθλιψης η φαρμακευτική αγωγή είναι απολύτως απαραίτητη.
Η ψυχοθεραπεία βοηθά τον θεραπευόμενο να γνωρίσει τον εαυτό του, να κατανοήσει και να αποδεχτεί τις αδυναμίες του και να τις παραδώσει με νηφάλια αίσθηση ταπείνωσης στην δύναμη και την αγάπη του Θεού.
Πιο συγκεκριμένα η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει ώστε το άτομο το οποίο υποφέρει από κατάθλιψη:
- Nα αναγνωρίσει και να αναθεωρήσει σκέψεις και συμπεριφορές οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία αισθημάτων απογοήτευσης, μειονεκτικότητας και ενοχής τα οποία συνοδεύουν ή βρίσκονται στη ρίζα της κατάθλιψης.
- Nα κατανοήσει ποια από τα προβλήματα που το απασχολούν μπορεί να επιλύσει και με ποιο τρόπο και ποια δεν μπορεί να επιλύσει αλλά οφείλει να συμβιώσει αρμονικά μαζί τους.
- Να βελτιώσει τις σχέσεις του με αγαπημένα πρόσωπα.
- Nα ξαναβάλει σταδιακά στη ζωή του ευχάριστες δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να ξυπνήσουν μέσα του τη χαρά της ζωής.
- Να διεκδικεί τα δικαιώματά του και να μην υποχωρεί από φόβο στις απόψεις των άλλων.
- Να στηρίζει τις επιλογές του στις δικές του αξίες και τις δικές του επιθυμίες.
- Να ανακτήσει τον έλεγχο της ζωής του.
- Να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του βάζοντας ρεαλιστικούς στόχους για το μέλλον και να αναλαμβάνει το ρίσκο και την ευθύνη αυτών των επιλογών.
Η απαξίωση του «πνευματικού» προς την ψυχιατρική και την
ψυχοθεραπεία αποστερεί από τον πιστό την δυνατότητα να δεχτεί την συμβολή της
επιστήμης ώστε να βοηθηθεί.
4. Η κατάθλιψη είναι το αποτέλεσμα των αμαρτωλών εμπειριών. Η
συσσώρευση αμαρτίας και σφαλμάτων απομακρύνει τον άνθρωπο από τον υγιή δρόμο
του Θεού και τον οδηγεί στην κατάθλιψη.
«Η νόσος, η κάθε μορφής νόσος, αποτελεί συνέπεια της πτώσεως του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι η αρρώστια συνδέεται με την αμαρτία, και όχι με την ανθρώπινη φύση. Δεν είναι «φυσικό», συνεπώς, να αρρωσταίνει ο άνθρωπος, αλλά αφύσικο, «παρά φύσιν». Μητρ. Ιωάννου Ζηζιούλα
Στην πραγματικότητα η κατάθλιψη είναι ένα ψυχοπαθολογικό φαινόμενο το οποίο έχει τόση σχέση με την αμαρτία ή την αρετή όση ένα κάταγμα ή ο σακχαρώδης διαβήτης. Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι «πνευματικοί» έχουν τη βεβαιότητα ότι εφόσον η κατάθλιψη εκδηλώνεται στην βιωματική-ψυχολογική σφαίρα τότε η ερμηνευτική και η θεραπευτική της αντιμετώπιση ανήκει στη δικαιοδοσία της ποιμαντικής θεολογίας.
Με την πεποίθηση ότι η κλινική κατάθλιψη είναι «πνευματικό νόσημα» και κατά συνέπεια οφείλεται στην απομάκρυνση από τον Θεό, την φιλαυτία και τον εγωισμό ο «πνευματικός» αντιμετωπίζει τον «ασθενή» ως αμαρτωλό.
Κατά συνέπεια συμβουλεύει, παραινεί και προτρέπει τον πάσχοντα να αλλάξει τρόπο ζωής και να συντονίσει τη ζωή του με το θέλημα του Θεού. Στο εγχείρημά του αυτό όμως συνήθως δεν λαμβάνει υπόψη του την ψυχολογική διάσταση της καταθλιπτικής εμπειρίας. Και όταν αγνοήσουμε την «ψυχολογία του ασθενή» δηλαδή τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις διαπροσωπικές σχέσεις, τις τραυματικές εμπειρίες, τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις ανεδαφικές του προσδοκίες δεν είναι δυνατόν να τον βοηθήσουμε.
«Η νόσος, η κάθε μορφής νόσος, αποτελεί συνέπεια της πτώσεως του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι η αρρώστια συνδέεται με την αμαρτία, και όχι με την ανθρώπινη φύση. Δεν είναι «φυσικό», συνεπώς, να αρρωσταίνει ο άνθρωπος, αλλά αφύσικο, «παρά φύσιν». Μητρ. Ιωάννου Ζηζιούλα
Στην πραγματικότητα η κατάθλιψη είναι ένα ψυχοπαθολογικό φαινόμενο το οποίο έχει τόση σχέση με την αμαρτία ή την αρετή όση ένα κάταγμα ή ο σακχαρώδης διαβήτης. Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι «πνευματικοί» έχουν τη βεβαιότητα ότι εφόσον η κατάθλιψη εκδηλώνεται στην βιωματική-ψυχολογική σφαίρα τότε η ερμηνευτική και η θεραπευτική της αντιμετώπιση ανήκει στη δικαιοδοσία της ποιμαντικής θεολογίας.
Με την πεποίθηση ότι η κλινική κατάθλιψη είναι «πνευματικό νόσημα» και κατά συνέπεια οφείλεται στην απομάκρυνση από τον Θεό, την φιλαυτία και τον εγωισμό ο «πνευματικός» αντιμετωπίζει τον «ασθενή» ως αμαρτωλό.
Κατά συνέπεια συμβουλεύει, παραινεί και προτρέπει τον πάσχοντα να αλλάξει τρόπο ζωής και να συντονίσει τη ζωή του με το θέλημα του Θεού. Στο εγχείρημά του αυτό όμως συνήθως δεν λαμβάνει υπόψη του την ψυχολογική διάσταση της καταθλιπτικής εμπειρίας. Και όταν αγνοήσουμε την «ψυχολογία του ασθενή» δηλαδή τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις διαπροσωπικές σχέσεις, τις τραυματικές εμπειρίες, τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις ανεδαφικές του προσδοκίες δεν είναι δυνατόν να τον βοηθήσουμε.
5. Η κατάθλιψη είναι αποτέλεσμα φιλαυτίας και υπέρμετρου
εγωισμού: «Κύριον αἴτιον εἰς τήν κατάθλιψη καί σέ ὅλα αὐτά πού τά λένε
πειρασμικά, σατανικά (...) εἶναι ὅτι ἔχεις μεγάλον ἐγωισμό μέσα σου» Γέροντας
Πορφύριος (2)
Το άτομο το οποίο βασανίζεται από κατάθλιψη παρουσιάζει συμπεριφορές οι οποίες εύκολα εκλαμβάνονται ως εγωιστικές όπως παράπονα, απαιτήσεις, κοινωνική απόσυρση, πολλές ώρες ύπνου και έλλειψη διάθεσης για εργασία ή συνεργασία με άλλους. Η εμπειρία της κατάθλιψης απορροφά όλο το ενεργειακό δυναμικό του ατόμου και δεν του επιτρέπει να ασχοληθεί με τίποτε άλλο εκτός από το πρόβλημά του. Ο ασθενής είναι εγκλωβισμένος στην οδύνη του και συνεχώς ασχολείται με αυτό που σκέπτεται και αυτό που αισθάνεται. Αυτή η επώδυνη, καταναγκαστική ενασχόληση του ατόμου με τον εαυτό του ερμηνεύεται εσφαλμένα από πολλούς «πνευματικούς» ως εγωκεντρισμός. «Ὁ καταθλιπτικός ἄνθρωπος βιώνει ἀκριβῶς τήν λύπη, τό φαρμάκι, τόν πόνο διότι δέν “κάμπτει”, δέν ταπεινώνεται, δέν μετανοεῖ ἀλλά στενοχωριέται ἀπό πληγωμένο ἐγωισμό καί ἀνθρωπαρέσκεια» Γέροντας Παίσιος Αγιορείτης (1)
Στην πραγματικότητα το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη δεν είναι φίλαυτο διότι δεν έχει φιλία προς τον εαυτό του. Δεν έχει εσωτερική ισορροπία και αρμονία, νιώθει υπερβολικές ενοχές και αισθήματα μειονεκτικότητας για τα σφάλματα και τις αδυναμίες του και ιδιαίτερα για την κατάθλιψή του. Δεν χαίρεται, δεν απολαμβάνει, δεν φροντίζει τον εαυτό του, δεν ικανοποιεί τις βασικές ανάγκες και τις παρορμήσεις του. Στην κατάθλιψη το άτομο δεν πάσχει από υπέρμετρο εγωισμό αλλά από παθολογικό εγωκεντρισμό εφόσον η οδύνη τον αναγκάζει να στρέφεται συνεχώς γύρω από τις ανάγκες του και να εστιάζει επίμονα στα αρνητικά αισθήματα και τις αδυναμίες του.
Το άτομο το οποίο βασανίζεται από κατάθλιψη παρουσιάζει συμπεριφορές οι οποίες εύκολα εκλαμβάνονται ως εγωιστικές όπως παράπονα, απαιτήσεις, κοινωνική απόσυρση, πολλές ώρες ύπνου και έλλειψη διάθεσης για εργασία ή συνεργασία με άλλους. Η εμπειρία της κατάθλιψης απορροφά όλο το ενεργειακό δυναμικό του ατόμου και δεν του επιτρέπει να ασχοληθεί με τίποτε άλλο εκτός από το πρόβλημά του. Ο ασθενής είναι εγκλωβισμένος στην οδύνη του και συνεχώς ασχολείται με αυτό που σκέπτεται και αυτό που αισθάνεται. Αυτή η επώδυνη, καταναγκαστική ενασχόληση του ατόμου με τον εαυτό του ερμηνεύεται εσφαλμένα από πολλούς «πνευματικούς» ως εγωκεντρισμός. «Ὁ καταθλιπτικός ἄνθρωπος βιώνει ἀκριβῶς τήν λύπη, τό φαρμάκι, τόν πόνο διότι δέν “κάμπτει”, δέν ταπεινώνεται, δέν μετανοεῖ ἀλλά στενοχωριέται ἀπό πληγωμένο ἐγωισμό καί ἀνθρωπαρέσκεια» Γέροντας Παίσιος Αγιορείτης (1)
Στην πραγματικότητα το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη δεν είναι φίλαυτο διότι δεν έχει φιλία προς τον εαυτό του. Δεν έχει εσωτερική ισορροπία και αρμονία, νιώθει υπερβολικές ενοχές και αισθήματα μειονεκτικότητας για τα σφάλματα και τις αδυναμίες του και ιδιαίτερα για την κατάθλιψή του. Δεν χαίρεται, δεν απολαμβάνει, δεν φροντίζει τον εαυτό του, δεν ικανοποιεί τις βασικές ανάγκες και τις παρορμήσεις του. Στην κατάθλιψη το άτομο δεν πάσχει από υπέρμετρο εγωισμό αλλά από παθολογικό εγωκεντρισμό εφόσον η οδύνη τον αναγκάζει να στρέφεται συνεχώς γύρω από τις ανάγκες του και να εστιάζει επίμονα στα αρνητικά αισθήματα και τις αδυναμίες του.
6. Η κατάθλιψη οφείλεται στην έλλειψη πίστης, προσευχής,
αγάπης και εμπιστοσύνης στο Θεό. Αν βρεις έναν καλό γέροντα και συμμετέχεις στα
Μυστήρια της Εκκλησίας θα το ξεπεράσεις.
«Μεγάλως προσβάλλουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅταν λόγῳ τῶν θλίψεων καὶ τῶν στενοχωριῶν ποὺ μᾶς ἔρχονται, πέφτουμε στὴν κατήφεια, στὸν γογγυσμό, στὴν ἀπελπισία, στὴν ἄμετρη λύπη καὶ στὴν σκληρὴ ἀναισθησία». Στάρετς Ζαχαρίας
Σίγουρα η καλλιέργεια των πνευματικών αρετών και η συμμετοχή στα Μυστήρια βοηθούν στην αντιμετώπιση της θλίψης αλλά συνήθως το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη δεν έχει καμία διάθεση να παρεβρεθεί στις Ακολουθίες ή να κάνει πνευματικό αγώνα.
Ο πιστός ο οποίος βιώνει τα συμπτώματα της παθολογικής κατάθλιψης δεν έχει όρεξη και διάθεση όχι μόνο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του πνευματικού και της Εκκλησίας αλλά ούτε και να ανταπεξέλθει στις βασικές υποχρεώσεις της καθημερινότητας.
Εφόσον δυσκολεύεται να πλυθεί, να φάει ή να κοιμηθεί είναι φυσικό να αντιμετωπίζει ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία προκειμένου να προσευχηθεί, να συμμετάσχει στις Ακολουθίες, να νηστέψει ή να δείξει αγάπη και ανοχή στα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Η κατάθλιψη όπως και οι άλλες ψυχοπαθολογικές διαταραχές δεν οφείλεται και δεν ενισχύεται από την έλλειψη πίστης, υπακοής, αγάπης και εμπιστοσύνης στο Θεό. Αντίθετα η κατάθλιψη εμποδίζει την συνειδητή εμβίωση πίστης, υπακοής, αγάπης και εμπιστοσύνης στο Θεό.
Το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη αισθάνεται ότι η ζωή του είναι άδεια, χωρίς κανένα νόημα. Κατά συνέπεια είναι πολύ δύσκολο να αισθανθεί σε συνειδητό επίπεδο ότι εμπιστεύεται τον Θεό. Νιώθει ότι έχουν παραλύσει όλες του οι δυνατότητες και αναζητά πανικόβλητο τρόπους βελτίωσης της κατάστασής του. Οτιδήποτε βρίσκεται πέρα από την ανάγκη του να επιβιώσει ή να απαλύνει την οδύνη του θεωρείται ανεδαφική πολυτέλεια.
Πολλοί χαρισματικοί πνευματικοί πατέρες πιστεύουν ότι η προσευχή και η λατρεία του Θεού με τη βοήθεια της Χάρης μεταβάλλει την κατάθλιψη σε χαρά. «Ἡ προσευχή, ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ μεταβάλλει σιγὰ σιγὰ τὴν κατάθλιψη καὶ τὴ γυρίζει σὲ χαρά, διότι ἐπιδρᾶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ χρειάζεται νὰ ἔχεις τὴ δύναμη, ὥστε ν’ ἀποσπάσεις τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ σὲ βοηθάει νὰ ἑνωθεῖς μαζί του» Γέροντας Πορφύριος (3)
Δεν εξηγούν όμως με ποιο τρόπο θα μπορούσε ο αδύναμος α-σθενής ο οποίος ακριβώς δεν έχει σθένος, δύναμη, να αποσπάσει τη Χάρη. Εκτός και αν ως «δύναμη» εννοήσουμε την παραδοχή της αδυναμίας και την ανάθεσή της στο Θεό. «Ανάθεσε στον Κύριον την ασθένεια της φύσεώς σου, αναγνωρίζοντας πλήρως την ιδική σου αδυναμία, και τότε θα λάβης το χάρισμα της σωφροσύνης, χωρίς να το καταλάβης». Οσ. Ιωάννου Συναίτου
Εκεί στον πυθμένα της οδύνης ο Θεός είναι παρόν και είναι δυνατόν να βιωθεί μια σχέση σιωπηλής προσευχής μαζί του.
Ο πληγωμένος με τον Πληγωμένο, εσταυρωμένος με τον Εσταυρωμένο, ο μόνος με τον Μόνο σε μια μυστική, προσωπική σχέση κοινωνίας.
7. Η κατάθλιψη είναι πειρασμική-σατανική κατάσταση: «Αὐτός (ο διάβολος) κατορθώνει καί µᾶς παίρνει αὐτή τήν ἐνέργεια καί τήν κάνει θλίψη, κατάθλιψη, καί ξέρω πῶς τά λένε οἱ λεγόµενοι ψυχίατροι. Ἐµεῖς δέν τά λέµε ἔτσι, τά λέµε σατανική ἐνέργεια. Λέµε ἀκηδία, λέµε λογισµοί, καί λέµε ὁ διάβολος τῆς ἀκηδίας, ὁ διάβολος τῆς πορνείας, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος. Διάφοροι διάβολοι, γιά κάθε σατανική ἐνέργεια πού µᾶς δηµιουργοῦν» Γέροντας Πορφύριος (4) Επίσης ο ίδιος αγαπητός μου άγιος γέροντας αναφέρεται σε έναν διάλογο του με μία καθηγήτρια λέγοντας «Δηλαδή αυτό το οποίο την είχε καταλάβει ήτανε μία ψυχική δύναμις και αντί να γίνει κάτι καλό, ο διάβολος τη δύναμη αυτή την ψυχική, την έκανε κατάθλιψη και βασάνιζε τον άνθρωπο»
Δεν μπορούμε να αποδείξουμε ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε σατανική ενέργεια ούτε και το αντίθετο. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως δεν είναι απαραίτητη η υπόθεση της «σατανικής παρέμβασης» διότι το φαινόμενο της κατάθλιψης ερμηνεύεται πιο εύκολα και πιο απλά με βάση την βιοχημεία του εγκεφάλου, το βιωματικό παρελθόν, τις αρνητικές εμπειρίες, τις σκέψεις και συμπεριφορές του «ασθενή».
Παλαιότερα στο χώρο της Εκκλησίας όλες οι ασθένειες εθεωρούντο αποτέλεσμα σατανικής ενέργειας ακόμη και οι σωματικές. Συχνά μάλιστα ακούμε αδελφούς μας να ανάγουν οτιδήποτε δυσάρεστο ή αρνητικό σε σατανική ενέργεια. Ενοχοποιούν το δαίμονα για όλα τα σφάλματα, τα ατυχήματα και τις αδυναμίες τους. Νομίζω πως αν κάτι αρνητικό ερμηνεύεται απλά και εύκολα με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα δεν χρειάζεται να επιρρίπτουμε την ευθύνη στα πονηρά πνεύματα.
Συνεπώς είναι προτιμότερο να περιορίσουμε το φαινόμενο της σατανικής επίδρασης σε άλλα σπάνια περιστατικά διαταραχών και όχι στις περιπτώσεις της κατάθλιψης.
«Μεγάλως προσβάλλουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅταν λόγῳ τῶν θλίψεων καὶ τῶν στενοχωριῶν ποὺ μᾶς ἔρχονται, πέφτουμε στὴν κατήφεια, στὸν γογγυσμό, στὴν ἀπελπισία, στὴν ἄμετρη λύπη καὶ στὴν σκληρὴ ἀναισθησία». Στάρετς Ζαχαρίας
Σίγουρα η καλλιέργεια των πνευματικών αρετών και η συμμετοχή στα Μυστήρια βοηθούν στην αντιμετώπιση της θλίψης αλλά συνήθως το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη δεν έχει καμία διάθεση να παρεβρεθεί στις Ακολουθίες ή να κάνει πνευματικό αγώνα.
Ο πιστός ο οποίος βιώνει τα συμπτώματα της παθολογικής κατάθλιψης δεν έχει όρεξη και διάθεση όχι μόνο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του πνευματικού και της Εκκλησίας αλλά ούτε και να ανταπεξέλθει στις βασικές υποχρεώσεις της καθημερινότητας.
Εφόσον δυσκολεύεται να πλυθεί, να φάει ή να κοιμηθεί είναι φυσικό να αντιμετωπίζει ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία προκειμένου να προσευχηθεί, να συμμετάσχει στις Ακολουθίες, να νηστέψει ή να δείξει αγάπη και ανοχή στα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Η κατάθλιψη όπως και οι άλλες ψυχοπαθολογικές διαταραχές δεν οφείλεται και δεν ενισχύεται από την έλλειψη πίστης, υπακοής, αγάπης και εμπιστοσύνης στο Θεό. Αντίθετα η κατάθλιψη εμποδίζει την συνειδητή εμβίωση πίστης, υπακοής, αγάπης και εμπιστοσύνης στο Θεό.
Το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη αισθάνεται ότι η ζωή του είναι άδεια, χωρίς κανένα νόημα. Κατά συνέπεια είναι πολύ δύσκολο να αισθανθεί σε συνειδητό επίπεδο ότι εμπιστεύεται τον Θεό. Νιώθει ότι έχουν παραλύσει όλες του οι δυνατότητες και αναζητά πανικόβλητο τρόπους βελτίωσης της κατάστασής του. Οτιδήποτε βρίσκεται πέρα από την ανάγκη του να επιβιώσει ή να απαλύνει την οδύνη του θεωρείται ανεδαφική πολυτέλεια.
Πολλοί χαρισματικοί πνευματικοί πατέρες πιστεύουν ότι η προσευχή και η λατρεία του Θεού με τη βοήθεια της Χάρης μεταβάλλει την κατάθλιψη σε χαρά. «Ἡ προσευχή, ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ μεταβάλλει σιγὰ σιγὰ τὴν κατάθλιψη καὶ τὴ γυρίζει σὲ χαρά, διότι ἐπιδρᾶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ χρειάζεται νὰ ἔχεις τὴ δύναμη, ὥστε ν’ ἀποσπάσεις τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ σὲ βοηθάει νὰ ἑνωθεῖς μαζί του» Γέροντας Πορφύριος (3)
Δεν εξηγούν όμως με ποιο τρόπο θα μπορούσε ο αδύναμος α-σθενής ο οποίος ακριβώς δεν έχει σθένος, δύναμη, να αποσπάσει τη Χάρη. Εκτός και αν ως «δύναμη» εννοήσουμε την παραδοχή της αδυναμίας και την ανάθεσή της στο Θεό. «Ανάθεσε στον Κύριον την ασθένεια της φύσεώς σου, αναγνωρίζοντας πλήρως την ιδική σου αδυναμία, και τότε θα λάβης το χάρισμα της σωφροσύνης, χωρίς να το καταλάβης». Οσ. Ιωάννου Συναίτου
Εκεί στον πυθμένα της οδύνης ο Θεός είναι παρόν και είναι δυνατόν να βιωθεί μια σχέση σιωπηλής προσευχής μαζί του.
Ο πληγωμένος με τον Πληγωμένο, εσταυρωμένος με τον Εσταυρωμένο, ο μόνος με τον Μόνο σε μια μυστική, προσωπική σχέση κοινωνίας.
7. Η κατάθλιψη είναι πειρασμική-σατανική κατάσταση: «Αὐτός (ο διάβολος) κατορθώνει καί µᾶς παίρνει αὐτή τήν ἐνέργεια καί τήν κάνει θλίψη, κατάθλιψη, καί ξέρω πῶς τά λένε οἱ λεγόµενοι ψυχίατροι. Ἐµεῖς δέν τά λέµε ἔτσι, τά λέµε σατανική ἐνέργεια. Λέµε ἀκηδία, λέµε λογισµοί, καί λέµε ὁ διάβολος τῆς ἀκηδίας, ὁ διάβολος τῆς πορνείας, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος. Διάφοροι διάβολοι, γιά κάθε σατανική ἐνέργεια πού µᾶς δηµιουργοῦν» Γέροντας Πορφύριος (4) Επίσης ο ίδιος αγαπητός μου άγιος γέροντας αναφέρεται σε έναν διάλογο του με μία καθηγήτρια λέγοντας «Δηλαδή αυτό το οποίο την είχε καταλάβει ήτανε μία ψυχική δύναμις και αντί να γίνει κάτι καλό, ο διάβολος τη δύναμη αυτή την ψυχική, την έκανε κατάθλιψη και βασάνιζε τον άνθρωπο»
Δεν μπορούμε να αποδείξουμε ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε σατανική ενέργεια ούτε και το αντίθετο. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως δεν είναι απαραίτητη η υπόθεση της «σατανικής παρέμβασης» διότι το φαινόμενο της κατάθλιψης ερμηνεύεται πιο εύκολα και πιο απλά με βάση την βιοχημεία του εγκεφάλου, το βιωματικό παρελθόν, τις αρνητικές εμπειρίες, τις σκέψεις και συμπεριφορές του «ασθενή».
Παλαιότερα στο χώρο της Εκκλησίας όλες οι ασθένειες εθεωρούντο αποτέλεσμα σατανικής ενέργειας ακόμη και οι σωματικές. Συχνά μάλιστα ακούμε αδελφούς μας να ανάγουν οτιδήποτε δυσάρεστο ή αρνητικό σε σατανική ενέργεια. Ενοχοποιούν το δαίμονα για όλα τα σφάλματα, τα ατυχήματα και τις αδυναμίες τους. Νομίζω πως αν κάτι αρνητικό ερμηνεύεται απλά και εύκολα με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα δεν χρειάζεται να επιρρίπτουμε την ευθύνη στα πονηρά πνεύματα.
Συνεπώς είναι προτιμότερο να περιορίσουμε το φαινόμενο της σατανικής επίδρασης σε άλλα σπάνια περιστατικά διαταραχών και όχι στις περιπτώσεις της κατάθλιψης.
Η ποιμαντική της Αγάπης.
«Δέσποτα, ἤ συνεισένεγκέ μοι τα τέκνα μου,
εἰς την βασιλείαν σου,
ἤ καμέ ἐξάλειψον εκ της βίβλου σου»
Αββάς Βαρσανούφιος
«Δέσποτα, ἤ συνεισένεγκέ μοι τα τέκνα μου,
εἰς την βασιλείαν σου,
ἤ καμέ ἐξάλειψον εκ της βίβλου σου»
Αββάς Βαρσανούφιος
Εκτός από την έμπρακτη στήριξη για την αντιμετώπιση των
καθημερινών προβλημάτων τα οποία προκύπτουν ως παρενέργειες της κατάθλιψης ο
πνευματικός θα μπορούσε να βοηθήσει τον «ασθενή» με την Αγάπη, την ταπείνωση
και την προσευχή. Ιδιαίτερα η Αγάπη του «πνευματικού» είναι απαραίτητη
προϋπόθεση ώστε να καρποφορήσει σωτηριολογικά η ποιμαντική πράξη.
Η κατάθλιψη δεν είναι μια άνευ σημασίας και νοήματος επώδυνη εμπειρία. Ως κατ’ εξοχήν έκφραση της ανθρώπινης αδυναμίας κρύβει μέσα της θεραπευτική και σωτηριολογική δύναμη.
Στην Εκκλησία η οδύνη μεταποιείται σε προνόμιο. Η ασθένεια με τη Χάρη του Θεού προετοιμάζει μυστικά το έδαφος της ψυχής ώστε να φανερωθεί ο Θεός. Ο άνθρωπος γίνεται δυνατός σε πνευματικό επίπεδο στο βαθμό που αναγνωρίζει την αδυναμία του και την εγκαταλείπει στην Αγάπη του Θεού.
Η υπαρξιακή στροφή προς τον Θεό (μετάνοια) συντελείται στο μέτρο που η ανθρώπινη αδυναμία βαπτίζεται στην Χάρη του Θεού. Ο ρόλος του χαριτωμένου «πνευματικού» είναι να φανερώσει στον πιστό την Χάρη μέσα από την απροϋπόθετη Αγάπη. Χωρίς αυτή την Αγάπη ο πνευματικός δεν μπορεί να επιτελέσει το έργο του «Ό χαριτωμένος πνευματικός αγαπάει καί πονάει τήν ψυχή (...) Ένας πνευματικός, που δεν είναι αποφασισμένος να πάη ακόμη και στην κόλαση για την αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δεν είναι πνευματικός. Γέροντα Παίσιος Αγιορείτης (2)
Στην επόμενη παράγραφο θα εστιάσουμε ιδιαίτερα στην Αγάπη προϋποθέτοντας ότι αυτή είναι συνυφασμένη και αναπόσπαστη με την ταπείνωση και την προσευχή.
Πρώτα όμως θα αναφερθούμε εκτενώς στην θεραπευτική δύναμη της ίδιας της κατάθλιψης. Διότι θεωρούμε ότι η κατάθλιψη εμπεριέχει τη δυνατότητα να γίνει αγία ταπείνωση.
Η θεραπευτική δύναμη της αδυναμίας.
Στην Εκκλησία οι εξωτερικές αντιξοότητες, οι πειρασμοί και οι ασθένειες θεωρούνται βασικές προϋποθέσεις για την σωτηρία του ανθρώπου. «Οὐδείς ἀπείραστος δυνήσεται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἔπαρον γάρ, φησί, τούς πειρασμούς, καί οὐδείς ὁ σωζόμενος». Μέγας Αντώνιος (P.G. 65, 77A)
Η ανθρώπινη αδυναμία αναδεικνύεται πλήρως στην εμπειρία της κατάθλιψης. Αυτή την αδυναμία καλείται να αναθέσει ο πιστός στην αγάπη του Θεού ώστε να γίνει τέλεια δύναμη «ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β’ Κορ. 12:9-10)
Αν και στη φάση της κατάθλιψης ο «ασθενής» δυσκολεύεται να προσευχηθεί με εγρήγορση, να συμμετάσχει στις Ακολουθίες της Εκκλησίας ή να βοηθήσει τον εαυτό του με οποιοδήποτε τρόπο, είναι δυνατόν η σχέση του με τον Θεό να λειτουργηθεί σε ένα βαθύτερο, εσωτερικό επίπεδο. Διότι όταν ο άνθρωπος είναι «ασθενής» και δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του τότε ο Θεός αξιοποιεί το μυστήριο της οδύνης στην καρδιά του για να τον σώσει «Ο άνθρωπος συνεργεί στη σωτηρία του αλλά η δυνατότητα συνεργίας είναι δώρο της Χάριτος (...) Ο άνθρωπος δεν είναι παθητικός αλλά ενεργητικός δέκτης της Χάρης. Μόνο που ακόμη κι αυτή η ενεργητική δεκτικότητα είναι Θείο δώρο»
Στην Εκκλησία η ασθένεια θεωρείται προϋπόθεση πνευματικής υγείας και δύναμης «ὅταν γὰρ ἀσθενῶ͵ τότε δυνατός εἰμι» (Β’ Κορ. 12:10)
Η αδιέξοδη οδύνη του ατόμου το οποίο πάσχει από κατάθλιψη έχει υπαρξιακό και πνευματικό νόημα. Διότι ο Θεός εργάζεται την καρδιά του ανθρώπου με τα υλικά της ασθένειας και της θλίψης «καθοδηγεί τας ψυχάς αὐτών δι’ ἀκουσίων θλίψεων εις την ἀρετήν» Αγ.Ισαάκ Σύρος
Η κατάθλιψη είναι δυνατόν να συμβάλλει στην εν μετανοία γνώση του Θεού περισσότερο από ότι οι εκούσιες και ελεγχόμενες, ασκητικές πρακτικές.
Η συντριβή τη ψυχής κινητοποιεί την παρηγορία της Χάριτος. Ο πόνος λειτουργείται ως θεραπευτικό μέσον κάθαρσης ώστε να ακολουθήσει η μετοχή στη χαρά του Αγίου Πνεύματος «Και αφού με την συντριβή αυτή η ψυχή ελευθερωθεί από την κακία και την πικρία, παίρνει τη θέση τους η πνευματική χαρά» Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς
Η πρόνοια του Θεού αξιοποιεί τα ανθρώπινα σφάλματα και την οδύνη και οδηγεί τον καλοπροαίρετο άνθρωπο στο ευλογημένο στάδιο της ταπεινωμένης αυτογνωσίας. Στην ορθόδοξη, πνευματική παράδοση η αυτογνωσία είναι ταπείνωση και η ταπείνωση αυτογνωσία. «Αυτός που γνωρίζει σωστά τον εαυτό του έχει ταπείνωση. Και όταν ο άνθρωπος ταπεινωθή, θα έρθη οπωσδήποτε η Χάρις του Θεού» Γέροντας Παίσιος Αγιορείτης (3)
Η πίεση της απόγνωσης αυξάνει τις πιθανότητες ώστε να ενεργοποιηθεί στην καρδιά του πάσχοντος το μυστήριο της μετανοίας. Το μηδέν συνορεύει με τον ορίζοντα του Θεού. Το υπαρξιακό κενό εν δυνάμει πυροδοτεί την μεταστροφή-παράδοση της ύπαρξης του στο Θεό. «Ἐβόησα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου πρὸς τὸν οἰκτίρμονα Θεόν, καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ᾍδου κατωτάτου, καὶ ἀνήγαγεν ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν μου» Μέγας Κανών, Ωδή στ’.
Αυτή η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ύπαρξης από τον αδύναμο εαυτό στον παντοδύναμο Θεό ξεκλειδώνει την προοπτική της σωτηρίας. Το πως μπορεί να συντελεσθεί αυτή η μετάθεση, μεταστροφή της ύπαρξης είναι Μυστήριο το οποίο δεν ερμηνεύεται με βάση τη λογική και δεν κατανοείται μέσα από την ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι προσδιορίζουν τη ζωή του ατόμου. «χάριτι δὲ θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι (...) ἐκοπίασα οὐκ ἐγὼ δὲ ἀλλὰ ἡ χάρις τοῦ θεοῦ σὺν ἐμοί. (Α’ Κορ. 15:10).
Η Αγάπη του χαριτωμένου πνευματικού συνεργεί ουσιαστικά στην λειτουργία του Μυστηρίου της μετανοίας ώστε να παραδοθεί η κατάθλιψη του αδύναμου πιστού στην θεραπευτική παντοδυναμία του Θεού.
Θεραπευτική της Θείας αγάπης δεν σημαίνει οπωσδήποτε απαλλαγή συμπτωμάτων αλλά κυρίως φωτισμό της ψυχής με τη Χάρη του Θεού. «Για την Εκκλησία και την Θεολογία η θεραπεία δεν είναι υπόθεση ψυχολογική ή ηθική, αλλά οντολογική. Σκοπός της θεραπείας δεν είναι να ανακουφίσει τον άνθρωπο από τα συμπτώματα της νόσου, αλλά να τον αναγεννήσει» Μητρ. Ιωάννου Ζηζιούλα
Και όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Θεό η οδύνη των συμπτωμάτων απαλύνεται στο μέτρο κατά το οποίο νοηματοδοτείται εσχατολογικά εν Πνεύματι Αγίω. Τότε τα συμπτώματα βιώνονται ως «σημεία» σταυρικά και αποκτούν αναστάσιμο νόημα.
Η κατάθλιψη δεν είναι μια άνευ σημασίας και νοήματος επώδυνη εμπειρία. Ως κατ’ εξοχήν έκφραση της ανθρώπινης αδυναμίας κρύβει μέσα της θεραπευτική και σωτηριολογική δύναμη.
Στην Εκκλησία η οδύνη μεταποιείται σε προνόμιο. Η ασθένεια με τη Χάρη του Θεού προετοιμάζει μυστικά το έδαφος της ψυχής ώστε να φανερωθεί ο Θεός. Ο άνθρωπος γίνεται δυνατός σε πνευματικό επίπεδο στο βαθμό που αναγνωρίζει την αδυναμία του και την εγκαταλείπει στην Αγάπη του Θεού.
Η υπαρξιακή στροφή προς τον Θεό (μετάνοια) συντελείται στο μέτρο που η ανθρώπινη αδυναμία βαπτίζεται στην Χάρη του Θεού. Ο ρόλος του χαριτωμένου «πνευματικού» είναι να φανερώσει στον πιστό την Χάρη μέσα από την απροϋπόθετη Αγάπη. Χωρίς αυτή την Αγάπη ο πνευματικός δεν μπορεί να επιτελέσει το έργο του «Ό χαριτωμένος πνευματικός αγαπάει καί πονάει τήν ψυχή (...) Ένας πνευματικός, που δεν είναι αποφασισμένος να πάη ακόμη και στην κόλαση για την αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δεν είναι πνευματικός. Γέροντα Παίσιος Αγιορείτης (2)
Στην επόμενη παράγραφο θα εστιάσουμε ιδιαίτερα στην Αγάπη προϋποθέτοντας ότι αυτή είναι συνυφασμένη και αναπόσπαστη με την ταπείνωση και την προσευχή.
Πρώτα όμως θα αναφερθούμε εκτενώς στην θεραπευτική δύναμη της ίδιας της κατάθλιψης. Διότι θεωρούμε ότι η κατάθλιψη εμπεριέχει τη δυνατότητα να γίνει αγία ταπείνωση.
Η θεραπευτική δύναμη της αδυναμίας.
Στην Εκκλησία οι εξωτερικές αντιξοότητες, οι πειρασμοί και οι ασθένειες θεωρούνται βασικές προϋποθέσεις για την σωτηρία του ανθρώπου. «Οὐδείς ἀπείραστος δυνήσεται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἔπαρον γάρ, φησί, τούς πειρασμούς, καί οὐδείς ὁ σωζόμενος». Μέγας Αντώνιος (P.G. 65, 77A)
Η ανθρώπινη αδυναμία αναδεικνύεται πλήρως στην εμπειρία της κατάθλιψης. Αυτή την αδυναμία καλείται να αναθέσει ο πιστός στην αγάπη του Θεού ώστε να γίνει τέλεια δύναμη «ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β’ Κορ. 12:9-10)
Αν και στη φάση της κατάθλιψης ο «ασθενής» δυσκολεύεται να προσευχηθεί με εγρήγορση, να συμμετάσχει στις Ακολουθίες της Εκκλησίας ή να βοηθήσει τον εαυτό του με οποιοδήποτε τρόπο, είναι δυνατόν η σχέση του με τον Θεό να λειτουργηθεί σε ένα βαθύτερο, εσωτερικό επίπεδο. Διότι όταν ο άνθρωπος είναι «ασθενής» και δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του τότε ο Θεός αξιοποιεί το μυστήριο της οδύνης στην καρδιά του για να τον σώσει «Ο άνθρωπος συνεργεί στη σωτηρία του αλλά η δυνατότητα συνεργίας είναι δώρο της Χάριτος (...) Ο άνθρωπος δεν είναι παθητικός αλλά ενεργητικός δέκτης της Χάρης. Μόνο που ακόμη κι αυτή η ενεργητική δεκτικότητα είναι Θείο δώρο»
Στην Εκκλησία η ασθένεια θεωρείται προϋπόθεση πνευματικής υγείας και δύναμης «ὅταν γὰρ ἀσθενῶ͵ τότε δυνατός εἰμι» (Β’ Κορ. 12:10)
Η αδιέξοδη οδύνη του ατόμου το οποίο πάσχει από κατάθλιψη έχει υπαρξιακό και πνευματικό νόημα. Διότι ο Θεός εργάζεται την καρδιά του ανθρώπου με τα υλικά της ασθένειας και της θλίψης «καθοδηγεί τας ψυχάς αὐτών δι’ ἀκουσίων θλίψεων εις την ἀρετήν» Αγ.Ισαάκ Σύρος
Η κατάθλιψη είναι δυνατόν να συμβάλλει στην εν μετανοία γνώση του Θεού περισσότερο από ότι οι εκούσιες και ελεγχόμενες, ασκητικές πρακτικές.
Η συντριβή τη ψυχής κινητοποιεί την παρηγορία της Χάριτος. Ο πόνος λειτουργείται ως θεραπευτικό μέσον κάθαρσης ώστε να ακολουθήσει η μετοχή στη χαρά του Αγίου Πνεύματος «Και αφού με την συντριβή αυτή η ψυχή ελευθερωθεί από την κακία και την πικρία, παίρνει τη θέση τους η πνευματική χαρά» Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς
Η πρόνοια του Θεού αξιοποιεί τα ανθρώπινα σφάλματα και την οδύνη και οδηγεί τον καλοπροαίρετο άνθρωπο στο ευλογημένο στάδιο της ταπεινωμένης αυτογνωσίας. Στην ορθόδοξη, πνευματική παράδοση η αυτογνωσία είναι ταπείνωση και η ταπείνωση αυτογνωσία. «Αυτός που γνωρίζει σωστά τον εαυτό του έχει ταπείνωση. Και όταν ο άνθρωπος ταπεινωθή, θα έρθη οπωσδήποτε η Χάρις του Θεού» Γέροντας Παίσιος Αγιορείτης (3)
Η πίεση της απόγνωσης αυξάνει τις πιθανότητες ώστε να ενεργοποιηθεί στην καρδιά του πάσχοντος το μυστήριο της μετανοίας. Το μηδέν συνορεύει με τον ορίζοντα του Θεού. Το υπαρξιακό κενό εν δυνάμει πυροδοτεί την μεταστροφή-παράδοση της ύπαρξης του στο Θεό. «Ἐβόησα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου πρὸς τὸν οἰκτίρμονα Θεόν, καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ᾍδου κατωτάτου, καὶ ἀνήγαγεν ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν μου» Μέγας Κανών, Ωδή στ’.
Αυτή η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ύπαρξης από τον αδύναμο εαυτό στον παντοδύναμο Θεό ξεκλειδώνει την προοπτική της σωτηρίας. Το πως μπορεί να συντελεσθεί αυτή η μετάθεση, μεταστροφή της ύπαρξης είναι Μυστήριο το οποίο δεν ερμηνεύεται με βάση τη λογική και δεν κατανοείται μέσα από την ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι προσδιορίζουν τη ζωή του ατόμου. «χάριτι δὲ θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι (...) ἐκοπίασα οὐκ ἐγὼ δὲ ἀλλὰ ἡ χάρις τοῦ θεοῦ σὺν ἐμοί. (Α’ Κορ. 15:10).
Η Αγάπη του χαριτωμένου πνευματικού συνεργεί ουσιαστικά στην λειτουργία του Μυστηρίου της μετανοίας ώστε να παραδοθεί η κατάθλιψη του αδύναμου πιστού στην θεραπευτική παντοδυναμία του Θεού.
Θεραπευτική της Θείας αγάπης δεν σημαίνει οπωσδήποτε απαλλαγή συμπτωμάτων αλλά κυρίως φωτισμό της ψυχής με τη Χάρη του Θεού. «Για την Εκκλησία και την Θεολογία η θεραπεία δεν είναι υπόθεση ψυχολογική ή ηθική, αλλά οντολογική. Σκοπός της θεραπείας δεν είναι να ανακουφίσει τον άνθρωπο από τα συμπτώματα της νόσου, αλλά να τον αναγεννήσει» Μητρ. Ιωάννου Ζηζιούλα
Και όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Θεό η οδύνη των συμπτωμάτων απαλύνεται στο μέτρο κατά το οποίο νοηματοδοτείται εσχατολογικά εν Πνεύματι Αγίω. Τότε τα συμπτώματα βιώνονται ως «σημεία» σταυρικά και αποκτούν αναστάσιμο νόημα.
Η απροϋπόθετη εν Χριστώ Αγάπη είναι θεραπευτική.
Ο «πνευματικός» ο οποίος αδυνατεί να καταλάβει το βάθος και τις πολύπλοκες λειτουργίες της ανθρώπινης ύπαρξης επείγεται να προσφέρει στον πιστό συγκεκριμένες συμβουλές και οδηγίες. Επιθυμεί άμεσα να λύσει τα προβλήματά του πάσχοντος και να τον βάλλει στον «σωστό» δρόμο. Γι αυτό υιοθετεί μια ποιμαντική προσσέγγιση γνώσης, λόγου και δύναμης και δεν αξιοποιεί την θεραπευτική λειτουργικότητα της αγνωσίας, της σιωπής, της ταπείνωσης και της Αγάπης.
Ο «πνευματικός» καλείται να Αγαπήσει και όχι να εστιάσει στις υπαρξιακές και πνευματικές αδυναμίες του πιστού ή να τον νουθετήσει με ηθικά αυτονόητα. «Πολλές φορές βλέπω στον αγώνα του άλλου κάτι, καταλαβαίνω ή ξέρω τι έχει κάνει, όμως από σεβασμό δεν του λέω τίποτε, αν δεν μου το πη ο ίδιος (...) Δεν βοηθάει όμως να κάνης στον άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχης για τις συνήθειές του, αν εκείνος δεν σου δώση το δικαίωμα». Γέροντας Παίσιος (2)
Ο χαρισματικός γέροντας ιδιαίτερα στην εξομολόγηση, υιοθετεί με διάκριση μια ποιμαντική προσέγγιση η οποία θεμελιώνεται στην ταπείνωση και την απροϋπόθετη Αγάπη. Δεν βοηθά τον πιστό τόσο με τις δικές του γνώσεις και επικοινωνιακές δυνατότητες όσο με την φανέρωση της Αγάπης του Θεού. «Είναι μεγάλη πλάνη να νομίζεις ότι με την προσπάθειά σου μπορείς να αλλάξεις έναν άνθρωπο. (...) Όταν προσεύχεται κανείς για έναν άνθρωπο, αυτό είναι εντάξει. Αλλά, όταν προσπαθεί να τον αλλάξει, όχι. Αυτό είναι μόνο στο Χέρι του Θεού» Γαβριηλία Μοναχή
Αντί να επιμένει προτείνοντας λύσεις με «σωστές», θρησκευτικές συμβουλές είναι προτιμότερο να σέβεται την υπαρξιακή πραγματικότητα του πιστού και να αγκαλιάζει στοργικά την οδύνη, τις αδυναμίες και την ελευθερία του. Με αυτό τον τρόπο η συνάντηση «πνευματικού-πιστού» μεταρσιώνεται σε χαριτωμένη εμπειρία ανάπαυσης η οποία εμπνέεται από την θεραπευτική ενέργεια της Θείας Αγάπης.
Η Αγάπη του πνευματικού προς τον πιστό είναι ο καταλύτης ώστε να λειτουργηθεί αγιαστικά η οδύνη της κατάθλιψης.
Στην ποιμαντική επικοινωνία ο «πνευματικός» που αγαπά επικοινωνεί με τον πιστό γεμάτος από τη Χάρη του Θεού και άδειος από τον εαυτό του. Υιοθετεί τον τρόπο θέασης και βίωσης του πιστού χωρίς να δεσμεύεται από τα προσωπικά του κοσμοθεωρητικά σχήματα και τα συστήματα των ατομικών του πεποιθήσεων. Στον ορίζοντα της Χαριτωμένης, απροϋπόθετης, διακριτικής Αγάπης ο πιστός μπορεί να είναι απόλυτα και ελεύθερα ο εαυτός του χωρίς να αισθάνεται ότι ο «πνευματικός» τον κρίνει, τον περιορίζει ή δεν τον καταλαβαίνει.
Η Αγάπη είναι ο Ορίζοντας του Θεού. Ο «πνευματικός» φανερώνει ζωντανή αυτή την Αγάπη στο βαθμό που μετέχει σε Αυτήν.
Η χαριτωμένη, προσευχόμενη, ταπεινή Αγάπη είναι θεραπευτική. «Αν θέλεις να διορθώσεις κάποιον από τα σφάλματά του, μη νομίσεις ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμη. Προσευχήσου στο Θεό, τον «ετάζοντα καρδίας και νεφρούς» με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του ανθρώπου». Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης
Στην καθημερινή επικοινωνία διαπιστώνουμε ότι η βιωματική κατάσταση του ενός επηρεάζει την βιωματική κατάσταση του άλλου. Συναισθήματα όπως χαρά, λύπη, άγχος, φόβος ή ενθουσιασμός μεταφέρονται από τον ένα στον άλλο όπως τα υγρά στοιχεία σε συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτή την «κοινωνία» των βιωμάτων και ιδιαίτερα την επίδραση την οποία ασκεί η Αγάπη του «πνευματικού» στον πιστό μπορούμε να την καταλάβουμε καλύτερα με το παρακάτω παράδειγμα: Αν τοποθετήσουμε δύο κιθάρες την μία απέναντι από την άλλη και «χτυπήσουμε» μία χορδή της πρώτης κιθάρας θα παρατηρήσουμε ότι η αντίστοιχη χορδή της άλλης κιθάρας αρχίζει να πάλλεται. Με ανάλογο τρόπο στη σχέση «πνευματικού-πιστού» όταν ο «πνευματικός» αισθάνεται χαριτωμένη, καρδιακή Αγάπη, αυτή η Αγάπη αφυπνίζει την Θεία θεραπευτική δύναμη που κρύβεται στην καρδιά του πιστού. «επικοινωνεί ψυχή με ψυχή και αισθάνεται η μία ψυχή την άλλη» Γέροντας Πορφύριος. Η Αγάπη καλεί την Αγάπη, η Χάρη τη Χάρη, ο Θεός τον Θεό.
Ο χαριτωμένος «πνευματικός» βλέπει στο πρόσωπο του πιστού έναν εν δυνάμει Άγιο. Βλέπει τον ίδιο τον Χριστό. Με τα πνευματικά αισθητήρια της Αγάπης και της ταπείνωσης αισθάνεται ότι ο πιστός είναι ένα με αυτόν μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.
Ο «πνευματικός» ο οποίος αδυνατεί να καταλάβει το βάθος και τις πολύπλοκες λειτουργίες της ανθρώπινης ύπαρξης επείγεται να προσφέρει στον πιστό συγκεκριμένες συμβουλές και οδηγίες. Επιθυμεί άμεσα να λύσει τα προβλήματά του πάσχοντος και να τον βάλλει στον «σωστό» δρόμο. Γι αυτό υιοθετεί μια ποιμαντική προσσέγγιση γνώσης, λόγου και δύναμης και δεν αξιοποιεί την θεραπευτική λειτουργικότητα της αγνωσίας, της σιωπής, της ταπείνωσης και της Αγάπης.
Ο «πνευματικός» καλείται να Αγαπήσει και όχι να εστιάσει στις υπαρξιακές και πνευματικές αδυναμίες του πιστού ή να τον νουθετήσει με ηθικά αυτονόητα. «Πολλές φορές βλέπω στον αγώνα του άλλου κάτι, καταλαβαίνω ή ξέρω τι έχει κάνει, όμως από σεβασμό δεν του λέω τίποτε, αν δεν μου το πη ο ίδιος (...) Δεν βοηθάει όμως να κάνης στον άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχης για τις συνήθειές του, αν εκείνος δεν σου δώση το δικαίωμα». Γέροντας Παίσιος (2)
Ο χαρισματικός γέροντας ιδιαίτερα στην εξομολόγηση, υιοθετεί με διάκριση μια ποιμαντική προσέγγιση η οποία θεμελιώνεται στην ταπείνωση και την απροϋπόθετη Αγάπη. Δεν βοηθά τον πιστό τόσο με τις δικές του γνώσεις και επικοινωνιακές δυνατότητες όσο με την φανέρωση της Αγάπης του Θεού. «Είναι μεγάλη πλάνη να νομίζεις ότι με την προσπάθειά σου μπορείς να αλλάξεις έναν άνθρωπο. (...) Όταν προσεύχεται κανείς για έναν άνθρωπο, αυτό είναι εντάξει. Αλλά, όταν προσπαθεί να τον αλλάξει, όχι. Αυτό είναι μόνο στο Χέρι του Θεού» Γαβριηλία Μοναχή
Αντί να επιμένει προτείνοντας λύσεις με «σωστές», θρησκευτικές συμβουλές είναι προτιμότερο να σέβεται την υπαρξιακή πραγματικότητα του πιστού και να αγκαλιάζει στοργικά την οδύνη, τις αδυναμίες και την ελευθερία του. Με αυτό τον τρόπο η συνάντηση «πνευματικού-πιστού» μεταρσιώνεται σε χαριτωμένη εμπειρία ανάπαυσης η οποία εμπνέεται από την θεραπευτική ενέργεια της Θείας Αγάπης.
Η Αγάπη του πνευματικού προς τον πιστό είναι ο καταλύτης ώστε να λειτουργηθεί αγιαστικά η οδύνη της κατάθλιψης.
Στην ποιμαντική επικοινωνία ο «πνευματικός» που αγαπά επικοινωνεί με τον πιστό γεμάτος από τη Χάρη του Θεού και άδειος από τον εαυτό του. Υιοθετεί τον τρόπο θέασης και βίωσης του πιστού χωρίς να δεσμεύεται από τα προσωπικά του κοσμοθεωρητικά σχήματα και τα συστήματα των ατομικών του πεποιθήσεων. Στον ορίζοντα της Χαριτωμένης, απροϋπόθετης, διακριτικής Αγάπης ο πιστός μπορεί να είναι απόλυτα και ελεύθερα ο εαυτός του χωρίς να αισθάνεται ότι ο «πνευματικός» τον κρίνει, τον περιορίζει ή δεν τον καταλαβαίνει.
Η Αγάπη είναι ο Ορίζοντας του Θεού. Ο «πνευματικός» φανερώνει ζωντανή αυτή την Αγάπη στο βαθμό που μετέχει σε Αυτήν.
Η χαριτωμένη, προσευχόμενη, ταπεινή Αγάπη είναι θεραπευτική. «Αν θέλεις να διορθώσεις κάποιον από τα σφάλματά του, μη νομίσεις ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμη. Προσευχήσου στο Θεό, τον «ετάζοντα καρδίας και νεφρούς» με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του ανθρώπου». Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης
Στην καθημερινή επικοινωνία διαπιστώνουμε ότι η βιωματική κατάσταση του ενός επηρεάζει την βιωματική κατάσταση του άλλου. Συναισθήματα όπως χαρά, λύπη, άγχος, φόβος ή ενθουσιασμός μεταφέρονται από τον ένα στον άλλο όπως τα υγρά στοιχεία σε συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτή την «κοινωνία» των βιωμάτων και ιδιαίτερα την επίδραση την οποία ασκεί η Αγάπη του «πνευματικού» στον πιστό μπορούμε να την καταλάβουμε καλύτερα με το παρακάτω παράδειγμα: Αν τοποθετήσουμε δύο κιθάρες την μία απέναντι από την άλλη και «χτυπήσουμε» μία χορδή της πρώτης κιθάρας θα παρατηρήσουμε ότι η αντίστοιχη χορδή της άλλης κιθάρας αρχίζει να πάλλεται. Με ανάλογο τρόπο στη σχέση «πνευματικού-πιστού» όταν ο «πνευματικός» αισθάνεται χαριτωμένη, καρδιακή Αγάπη, αυτή η Αγάπη αφυπνίζει την Θεία θεραπευτική δύναμη που κρύβεται στην καρδιά του πιστού. «επικοινωνεί ψυχή με ψυχή και αισθάνεται η μία ψυχή την άλλη» Γέροντας Πορφύριος. Η Αγάπη καλεί την Αγάπη, η Χάρη τη Χάρη, ο Θεός τον Θεό.
Ο χαριτωμένος «πνευματικός» βλέπει στο πρόσωπο του πιστού έναν εν δυνάμει Άγιο. Βλέπει τον ίδιο τον Χριστό. Με τα πνευματικά αισθητήρια της Αγάπης και της ταπείνωσης αισθάνεται ότι ο πιστός είναι ένα με αυτόν μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.
Σημ. Χρησιμοποιώ τον όρο «ασθενής» με την ετυμολογική
σημασία του όρου. Α-σθενής, αυτός που δεν έχει σθένος, δύναμη. Επίσης θέλω να
υπογραμμίσω με αυτό τον όρο ότι το άτομο το οποίο πάσχει από κατάθλιψη δεν
φταίει γι αυτό που του συμβαίνει και δεν μπορεί να θεραπευτεί μόνο με την
δύναμη της θέλησής του.
Βιβλιογραφικές παραπομπές
1. Νικήτας Καυκιός (2009) Η άνευ όρων
αποδοχή των υπαρξιακών προϋποθέσεων του προσώπου στην ποιμαντική πράξη http://www.psyche.gr/poimantiki3.htm
2. Νικόλαος Χατζηνικολάου Μητρ. Μεσογαίας
και Λαυρεωτικής (2010) Συνέντευξη στην ἐφημ. «Μακεδονία»
3. Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητροπολίτου
Περγάμου, «Θεολογία και Ψυχιατρική σε διάλογο» Πρακτικά Ημερίδας- εκδ. Αποστολική
Διακονία, σελ. 141-156
4. Γέροντας Πορφύριος (1) Κωνσταντίνου
Γιαννιτσιώτη (1995) «Κοντὰ στὸν γέροντα Πορφύριο». Ἔκδοση Ἱεροῦ Γυναικείου Ἡσυχαστηρίου
ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Ἀθῆναι, σελ. 199.
5. Γέροντας Πορφύριος (2) Γέροντος
Πορφυρίου ἱερομονάχου, Συνομιλία γιά τήν κατάθλιψη, ἐκδ. «Ἡ Μεταφόρφωσις τοῦ
Σωτῆρος», Μήλεσι, ἐμπεριεχόμενο φυλλάδιο, σελ. 12
6. Γέροντας Παίσιος (1) Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου
(2006) Λόγοι Ε΄, Πάθη καί ἀρετές, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ
Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, σελ. 139.
7. Στάρετς Ζαχαρίας: Ἀποφθέγματα Ρώσων Ἁγίων
καὶ Γερόντων Ανάκτηση από http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/gerontikon/
gerontikon5_russians.htm
gerontikon5_russians.htm
8. Γέροντας Πορφυριος (3) 2011, Το χάρισμα
της διάκρισης σελ. 352 εκδ. Ἡ Μεταφόρφωσις τοῦ Σωτῆρος
9. Οσ. Ιωάννου Σιναϊτου. Κλίμαξ Περί
Αγνείας Β' 15ος Λόγος.
10. Γέροντας Πορφύριος
(4) Γέροντος Πορφυρίου ἱερομονάχου, Συνομιλία γιά τήν κατάθλιψη, Ἐκδόσεις Ἡ
Μεταφόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, ἐμπεριεχόμενο φυλλάδιο, σελ. 10.
11. Νικοδήμου
Αγιορείτου, Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου(1960), εκδ. Σωτ. Σχοινά, Βόλος,
απόκρισις ρι', σ. 82-83.
12. Γέροντας Παίσιος (2) Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου,
Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, Οἰκογενειακή
ζωή, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή
Θεσσαλονίκης, 2007
13. Νικήτας Καυκιός (2010)
Ελευθερία και Θεία Χάρη: Ο ρόλος της ανθρώπινης προσπάθειας στο έργο της
Σωτηρίας. Ανάκτηση από http://www.psyche.gr/graceandworks.htm
14. Ισαάκ Σύρου Ασκητικά, Λόγος ΚΕ’ εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου
1997, Θεσσαλονίκη, σελ.128
15. Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, Προς τη Μοναχή Ξένη Φιλοκαλία
Δ’ τόμος μτφρ Α. Γαλίτης, εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας σελ. 98
16. Γαβριηλία Μοναχή (1996) Γερόντισσα Γαβριηλία. Εκδ.
Επτάλοφος. Σελ. 181
17. Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης. Η εν Χριστώ ζωή μου. Εκδ.
Αστήρ, Αθήνα. 1974. σελ. 25
18. Γέροντας Πορφύριος (4) Βίος και λόγοι. Ιερά μονή
Χρυσοπηγής. 2003 σελ. 273.
Αναδημοσίευση από: http://www.psyche.gr/theol.depression.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.