Αρχική σελίδα Ηθικά προβλήματα

6 Απριλίου 2019

Θεός και νευροθεολογία


Θεός και νευροθεολογία - nerve human brain - Theology and neurons - Βιοθελογία  - Μάθημα Θρησκευτικών
Θεός και νευροθεολογία
Είμαστε διαφορετικά από τα υπόλοιπα ζώα.
Τα μυαλά μας είναι διαφορετικοί μηχανισμοί
που ξεπερνούν μακράν σε πολυπλοκότητα
ακόμα και τα ισχυρότερα κομπιούτερ.
Daniel Dennett
Σύγχρονος Αμερικανός φιλόσοφος


Ένας εγκέφαλος περιέχει περισσότερες συνδέσεις από όσες βρίσκονται
σε ολόκληρο το δίκτυο επικοινωνιών που υπάρχει στη γη.
Michael Dendon
Σύγχρονος βιολόγος


του Δημήτρη Τσινικόπουλου,  Δικηγόρος-Συγγραφέας

Ποιος δημιούργησε ποιον; Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο και τον εγκέφαλό του, ή ο εγκέφαλος του ανθρώπου επινόησε ένα υπέρτατο ον, τον Θεό, για να τον λατρεύει; Αυτό είναι ένα βασανιστικό ερώτημα που δεν τέθηκε για πρώτη φορά πρόσφατα. Ήδη, ο γνωστός Γερμανός υλιστής Feuerbach, τον 19ο αιώνα είχε υποστηρίξει ότι ο άνθρωπος δημιούργησε τον Θεό. Απλά πρόσφατα, έλαβε νέα μορφή, νέες διαστάσεις μετά από κάποιες έρευνες σύγχρονων ψυχιάτρων και νευρολόγων, όπως του Andrew Newberg, καθηγητή ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας και συγγραφέα ενός πολύκροτου βιβλίου με τίτλο, Γιατί πιστεύουμε; (εκδ. Αβγό, 2010)

Ο εν λόγω καθηγητής υποστηρίζει μεταξύ άλλων, μετά από παρατηρήσεις του με νευροαπεικονιστικές μεθόδους (αξονική και μαγνητική τομογραφία) σε μοναχούς που προσεύχονταν και βουδιστές που διαλογίζονταν, ότι, ο εγκέφαλός μας είναι μια «μηχανή πίστης» επειδή δεν έχει άλλη επιλογή.

Ο Newberg δεν είναι ο μόνος που έχει αυτή την άποψη. Ούτε είναι ο μόνος που ασχολείται με αυτό τον νέο τομέα έρευνας που έχει λάβει την ονομασία Νευροθεολογία. Σύμφωνα με άλλους ερευνητές του
τομέα αυτού, η πίστη στο υπερβατικό και στο απόλυτο και η πραγματική ή και η υποτιθέμενη επικοινωνία μαζί του, είναι υποπροϊόν της λειτουργίας του εγκεφάλου που εξελίχθηκε έτσι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, γιατί έτσι μπορούμε να επιβιώσουμε καλύτερα. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει εξελιχθεί, λέγουν, από τους ζωικούς προγόνους μας και προσαρμόστηκε στις ανάγκες επιβίωσης, διότι όταν έχουμε ατελή γνώση του κόσμου, ο εγκέφαλός μας μάς προσφέρει τις ευκαιρίες να πιστέψουμε στον Θεό. Όταν δεν έχουμε επιστημονική εξήγηση για κάποιο ή για κάποια φαινόμενα, τείνουμε να βασιζόμαστε σε υπερφυσικές εξηγήσεις. Ισχυρίζονται ότι ο εγκέφαλος έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να είναι ευαίσθητος σε κάθε μορφή πίστης που βελτιώνει τις πιθανότητες επιβίωσης. Ο εγκέφαλος, με άλλα λόγια, είναι προγραμματισμένος για θρησκευτικές εμπειρίες διότι η θρησκευτική πίστη βοήθησε τους προγόνους μας να σχηματίσουν στενά συνδεδεμένες ομάδες που συνεργάζονταν μεταξύ τους στην αναζήτηση τροφής, στο κυνήγι, στη φροντίδα των παιδιών, κ.λπ., και έτσι, η θρησκεία (λατρεία θεών) επελέγη από την εξέλιξη και επικράτησε.

Πρόκειται για τη λεγόμενη θεωρία της θρησκευτικής προσαρμογής η οποία σφόδρα ερίζεται μεταξύ των ειδικών, διότι αυτή η θεωρία δεν εξηγεί την προέλευση της θρησκείας, αλλά ίσως την εξάπλωσή της, χωρίς να ερμηνεύει καθόλου ικανοποιητικά την προέλευση πίστης στη μετά θάνατο ζωή που δεν συμβιβάζεται με την επιβίωση του εδώ και τώρα, όπως επιτάσσει η θεωρία της εξέλιξης και συνακόλουθα η επιβίωση του καταλληλότερου.

Ο Newberg μετά τις πολυετείς έρευνές του κατέληξε να πει: «Είμαστε βιολογικά προγραμματισμένοι για να βρίσκουμε κάποιο νόημα στη ζωή μας». Με ειλικρίνεια συνεχίζει και λέει: «Ωστόσο, αν ο Θεός αποτελεί απλώς ένα δημιούργημα του εγκεφάλου μας ή όχι, δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί επιστημονικά».

Πράγματι, η δυσκολία που έχει ν’ αντιμετωπίσει η λεγόμενη νευροθεολογία προέρχεται από πολλούς τομείς. Δεν συμφωνούν όλοι σ’ έναν αποδεκτό ορισμό του ανθρωπίνου «θρησκευτικού αισθήματος», ούτε των τυπικών διακριτικών γνωρισμάτων του, ούτε του βιολογικού υποστρώματος. Πολύ περισσότερο, οι αντι–εξελικτικοί, έχουν πολλά να καταμαρτυρήσουν για τη λεγόμενη εξέλιξη του ανθρωπίνου εγκεφάλου, όπως θα δούμε παρακάτω.

Το βασικό πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι η βιολογική εξέλιξη δεν λειτουργεί προνοητικά. Δεν προβλέπει τίποτα. Ό,τι υπάρχει, υπάρχει και εξελίσσεται, με βάση τις άμεσες βιολογικές ανάγκες επιβίωσης του ανθρώπου. Τότε όμως, γιατί δημιουργήθηκαν στον εγκέφαλο αυτές οι άχρηστες για την επιβίωσή του βιολογικές δομές;

Στον εγκέφαλο, ανακάλυψαν οι νευρολόγοι–νευροθεολόγοι, υπάρχουν πολλές περιοχές που εμπλέκονται στη θρησκευτική πίστη, μία εντός των μετωπιαίων λοβών του εγκεφαλικού φλοιού—οι οποίοι είναι μοναδικοί στους ανθρώπους—και μία στις «αρχαιότερες» περιοχές που υποτίθεται ότι μοιράζονται άνθρωποι και πρωτεύοντα. Τι προκάλεσε τη δημιουργία αυτών των περιοχών;

Απάντηση στο ερώτημα προσπάθησε να δώσει ένας άλλος ερευνητής νευροθεολόγος, ονόματι Michael Persinger, από το πανεπιστήμιο Laurentian του Οντάριο. Ο παραπάνω νευροψυχολόγος πριν από λίγα χρόνια άρχισε να μελετά το θέμα με πειραματικό τρόπο και προσπάθησε να εξηγήσει γιατί οι άνθρωποι, ενώ ανήκουν σε διάφορα δόγματα και ακολουθούν διάφορες παραδόσεις, βιώνουν ομοιόμορφα υπερβατικές ή μεταφυσικές καταστάσεις. Σε εθελοντές εφάρμοσε ένα είδος κράνους, μια συσκευή που δημιουργούσε ένα μαγνητικό πεδίο γύρω από το κεφάλι τους. Το αποτέλεσμα ήταν οι εθελοντές πιστοί αλλά και άθεοι (όπως ο ίδιος) να έχουν υπερβατική εμπειρία. Ένιωθαν την παρουσία του Θεού! Μάλιστα, το 80% των εθελοντών δήλωσαν ότι το κράνος αυτό τούς δημιούργησε την αίσθηση επικοινωνίας με τον Θεό. Τα πειράματα του Persinger τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι όταν διεγείρονται ηλεκτρομαγνητικά οι κροταφικοί λοβοί, τότε προέκυπταν και τα ανάλογα θρησκευτικά βιώματα. Ωστόσο, μια άλλη ερευνητική ομάδα στην Ελβετία που επανέλαβε το πείραμα, δεν είχε την ίδια επιτυχία· και συνεπώς, το πείραμα του Persinger με το περίφημο «κράνος του Θεού» δεν έπεισε. Όπως δεν έπεισε τους περισσότερους και η επιχειρηματολογία του στο βιβλίο του Νευροφυσιολογικές βάσεις της πίστης στον Θεό, ότι «ως βιολογικό είδος αναπτύξαμε ένα μηχανισμό που απομακρύνει το άγχος της επίγνωσης του επικείμενου θανάτου μας». Ο μηχανισμός αυτός ήταν οι πνευματικές και θρησκευτικές εμπειρίες. Δηλαδή, με άλλα λόγια, κατέληξε κατά κάποιον τρόπο, στο παλιό υλιστικό συμπέρασμα ότι η θρησκεία είναι παράγωγο του φόβου!

Με τον Persinger συντάσσεται—αν και από άλλη ατραπό βαδίζοντας—, ο καθηγητής της ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον υποστηρίζοντας στο βιβλίο του Religion Explained (2001) ότι οι εγκέφαλοί μας εξελίχθηκαν έτσι ώστε να αγκαλιάζουν υπερφυσικές ιδέες, αναπτύσσοντας προστατευτικά πίστη στα κρυμμένα πνεύματα. Η θρησκεία εξαπλώθηκε πριν από χιλιάδες χρόνια σαν εγκεφαλικός ιός!

Ο Persinger και κάποιο άλλοι ερευνητές έδωσαν έμφαση επίσης, και στο γεγονός ότι, συχνές υπερβατικές εμπειρίες είχαν οι πάσχοντες από επιληψία, η οποία από αρχαιοτάτων χρόνων χαρακτηρίστηκε ως «ιερή νόσος», αφού οι πάσχοντες από επιληπτικές κρίσεις, έχοντας συχνά έντονες θρησκευτικές συγκινήσεις και εμπειρίες επιφοίτησης, νομίζουν ότι συνομιλούν με τον Θεό. Οι ειδικοί που έκαναν έρευνες οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι υπεύθυνο γι’ αυτό είναι το στεφανιαίο σύστημα. Σύμφωνα μάλιστα με τον νευρολόγο V. S. Ramachandran, όπως αναγράφει στο βιβλίο του Φαντάσματα στον Εγκέφαλο (2005), η επιληψία, ή δυσλειτουργία αυτή του εγκεφάλου, αποκαλύπτει το «κέντρο του Θεού», το νευρικό δηλαδή υπόστρωμα κάθε μυστικιστικής θεϊκής εμπειρίας. Αν αφαιρούνταν αυτό το κέντρο, υποστήριξε ότι θα οδηγούμασταν ίσως σε μια θεοεκτομή!

Η επιστημονική κοινότητα βεβαίως, είναι άκρα επιφυλακτική και δύσπιστη σε τέτοιου είδους συμπεράσματα, αφού αναγνωρίζει ότι αυτού του είδους οι έρευνες σχετικά με τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις της θρησκείας είναι ακόμη σε νηπιακό στάδιο και συνεπώς, ακόμα είναι επισφαλές οποιοδήποτε συμπέρασμα.

Οι έρευνες, βέβαια, που δεν σταματούν, στράφηκαν και προς άλλη κατεύθυνση. Μήπως οι μεταλλάξεις έκαναν ώστε να εμφανιστεί στα γονίδια κάποιου προγόνου μας, τυχαία, μια ή περισσότερες που, αργότερα, διαμόρφωσαν το λεγόμενο «γονίδιο του Θεού»; Έτσι πιστεύει και υποστηρίζει ο εξελικτικός γενετιστής Dean Hamer στο ομώνυμο βιβλίο του με τον προκλητικό τίτλο Το γονίδιο του Θεού, ή όπως το προσδιορίζει ο ίδιος, το γονίδιο VMAT2.

Σύμφωνα με τον παραπάνω ρηξικέλευθο ερευνητή: «Η πνευματικότητα αποτελεί μέρος της βασικής γενετικής μας κληρονομιάς. Ναι μεν οι θρησκείες στηρίζονται σε πολιτισμικές παραδόσεις και είναι προϊόν μίμησης, αλλά η πίστη είναι ένστικτο. Η θρησκευτικότητα ενυπάρχει στο ανθρώπινο γονιδίωμα». Ο άνθρωπος πιστεύει, γιατί έτσι επιτάσσουν τα γονίδιά του και γιατί έτσι γεμίζει αισιοδοξία για το μέλλον, και συμβάλλει στη δημιουργία μιας αρμονικής κοινότητας. Οι παραλλαγές του γονιδίου VMAT2 δημιουργούν από άνθρωπο σε άνθρωπο και ανάλογες υπερβατικές εμπειρίες, αφού το εν λόγω γονίδιο ελέγχει τα χημικά σήματα που στέλνουν στον εγκέφαλο μέσω μιας πρωτεΐνης που παράγει. «Η στάση των ανθρώπων απέναντι στον Θεό είναι αποτέλεσμα χημικών αντιδράσεων», υπογραμμίζει ο Hamer. Η θεωρία του Hamer επικρίθηκε πολλαπλώς ως υπεραπλουστετικό συμπέρασμα, γιατί δεν γνωρίζει ακόμη η επιστήμη ούτε την ακριβή δομή και λειτουργία του γονιδιώματος, αλλά ούτε και σε ποιον βαθμό τα γονίδιά μας καθορίζουν τις λειτουργίες του εγκεφάλου, αλλά και πώς λειτουργούν όλα μαζί τα 25.000 γονίδια ως σύστημα… Το να αποδώσει κανείς την επί χιλιετίες ομοιόμορφη θρησκευτικότητα των ανθρώπων σε εξελικτικό ατύχημα και στην παντοκρατορία των γονιδίων, αποτελεί πίστη ή μάλλον ευπιστία, που δεν χωράει στα στεγανά της επιστημονικής σκέψης εύκολα. Και βέβαια, και ο αντί–θεϊσμός εξελικτικό ατύχημα θα πρέπει να θεωρηθεί…

Παρόμοια ο βιοθεολόγος δαρβινιστής φιλόσοφος Matthew Alper στο βιβλίο του Ο Θεός στον εγκέφαλο (εκδ. Αβγό, 2007) προσπαθεί να πείσει ότι ως αποτέλεσμα μιας εξελικτικής προσαρμογής που υπάρχει μόνο στον ανθρώπινο εγκέφαλο, η ανθρωπότητα επινόησε την θρησκευτική πίστη για να επιβιώσει από την επίγνωση του θανάτου.

Αλλά ήδη, καιρός είναι να έρθουμε και να εξετάσουμε μια άλλη ουσιαστική παράμετρο που εγείρει απροσπέλαστο, δυσεπίλυτο τείχος σ’ αυτές τις «βέβηλες κενοφωνίες». Τι είναι ο ανθρώπινο εγκέφαλος; Τι ξέρουμε γι’ αυτόν και τη λεγόμενη εξέλιξή του; Γιατί διαφέρει τόσο πολύ σε νοητικές ικανότητες από τον εγκέφαλο των λεγόμενων συγγενών του, π.χ. των χιμπαντζήδων, ενώ ο εγκέφαλος ακόμη και των πρωτόγονων λαών είναι ικανός σε λειτουργικότητα να αναπτύξει τεράστιο φορτίο μάθησης με λίγη σχετικά εκπαίδευση;

Στα τελευταία χρόνια έχουν γίνει στις μελέτες του εγκεφάλου τεράστια άλματα, πρόοδοι και ανακαλύψεις. Οι επιστήμονες έχουν μάθει πάρα πολλά για τη δομή και τη λειτουργία του, αλλά διαβεβαιώνουν ότι, πιο πολλά είναι αυτά που αγνοούν. Πρόκειται για ένα μυστηριώδες όργανο που χαρακτηρίστηκε όμως, ως το τελειότερο όργανο σ’ ολόκληρο το ηλιακό μας σύστημα, ένα ολόκληρο σύμπαν μέσα σ’ ένα κρανίο (Henry Osborn, Jan Rostan). Γνωρίζουμε ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποτελείται από 100.000.000.000 κύτταρα–νευρώνες, τόσους δηλαδή, όσα υπολογίζεται ότι είναι τα άστρα του γαλαξία μας! Αλλά ο εγκέφαλός μας αποτελεί μόνο το 2% του βάρους του ανθρωπίνου σώματος. Γνωρίζουμε ότι το θαύμα—διότι περί θαύματος πρόκειται—αρχίζει από τη σύλληψη του εμβρύου στη μήτρα, αφού τρεις εβδομάδες μετά τη σύλληψη αρχίζουν και σχηματίζονται τα κύτταρα του εγκεφάλου, ενώ η αύξησή τους γίνεται κατά εκρήξεις, μερικές φορές μέχρι 250.000 κύτταρα το λεπτό. Ότι ο εγκέφαλος του ανθρωπίνου βρέφους (ανόμοια με οποιοδήποτε άλλο ζώο) τριπλασιάζεται σε μέγεθος στη διάρκεια του πρώτου έτους… Ότι οι νευρώνες δεν αγγίζουν ο ένας τον άλλο, χωρίζονται με συνάψεις που γεφυρώνονται με νευροδιαβιβαστές. Ότι υπάρχει η λεγόμενη μυστηριώδης καλωδίωσή του, και τα μικροκυκλώματα και οι δενδρίτες… Οι συνάψεις των νευρώνων με τους άλλους πλησιάζουν τους αστρονομικούς, ιλιγγιώδεις αριθμούς, ίσως το ένα τετράκις εκατομμύριο… Ότι ο εγκεφαλικός φλοιός είναι εκείνος που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από οποιοδήποτε ζώο.

Ξέρουμε πάρα πολλά, αλλά αγνοούμε και άλλα πάρα πολλά. Πώς ένα υλικό όργανο παράγει σκέψεις; Πώς ακριβώς λειτουργεί; Πώς ο εγκέφαλος δημιουργεί την πραγματικότητα μέσω των ματιών; Πώς λειτουργεί η μνήμη; Και γιατί εμπεριέχει ο εγκέφαλος πολλά δισεκατομμύρια φορές περισσότερες πληροφορίες από έναν μεγάλο κομπιούτερ;

Από την εποχή του Δαρβίνου κιόλας, είχε ανάψει η διαμάχη σχετικά με το κατά πόσον η φυσική επιλογή μπορούσε να παραγάγει ένα τέτοιο εκπληκτικό όργανο σαν τον ανθρώπινο εγκέφαλο.

Ο φίλος του Δαρβίνου, ο φυσιοδίφης Alfred R. Wallace (1823–1913) ο οποίος κατέληξε ανεξάρτητα απ’ αυτόν στη σημασία και το ρόλο της φυσικής επιλογής για την γέννηση των ειδών, όταν έφτασε στο πρόβλημα του ανθρώπου και της νοημοσύνης του, κατανόησε ότι η φυσική επιλογή ήταν ανεπαρκής για να εξηγήσει την προέλευση της μοναδικότητας του ανθρώπου και των πνευματικών του δυνάμεων και των ιδιαιτεροτήτων του: ανάπτυξη της εγκεφαλικής του δραστηριότητας, πνευματικότητα, ομορφιά και συμμετρία του σώματος, λειτουργία του χεριού, ομιλία, ηθική αντίληψη, αυτοεπίγνωση, ταλέντο στη μουσική και στα μαθηματικά, κ.ά. Αναγνώρισε ότι έπρεπε να υπάρχει μια Δύναμη (με «Δ» κεφαλαίο) που καθοδηγεί με την ενέργεια των νόμων, προς καθορισμένες κατευθύνσεις και για ειδικούς σκοπούς. Σε επιστολή του προς στον Δαρβίνο του επέστησε την προσοχή: «Η φυσική επιλογή θα μπορούσε μόνο να έχει προικίσει τους πρωτόγονους με έναν εγκέφαλο λίγο ανώτερο από εκείνον του πιθήκου, ενώ ο πρωτόγονος έχει έναν εγκέφαλο πολύ λίγο κατώτερο από εκείνον ενός μέσου μέλους της μορφωμένης κοινωνίας μας». Δηλαδή, με άλλα λόγια, ο άνθρωπος έχει ένα όργανο πολύ πιο αναπτυγμένο απ’ ό,τι του χρειαζότανε.

Ο Δαρβίνος θορυβήθηκε απ’ αυτή την αναγνώριση του Wallace που και ο ίδιος είχε λίγο πολύ παραδεχτεί, και του απάντησε: «Ελπίζω ότι δεν έχεις σκοτώσει τελείως το παιδί σου και το δικό μου», δηλαδή τη θεωρία τους! (βλ. R. M. Restak, The Brain: The Last Frontier, 1979, σελ.162 και A. D. Nekrasov, Κάρολος Δαρβίνος, σελ. 436–438).

Από την εποχή του Δαρβίνου και του Wallace τίποτα δεν άλλαξε ουσιαστικά, αφού από τους Δαρβινιστές όλα αποδίδονται στις δυνάμεις της φυσικής επιλογής, συν βέβαια τις μεταλλάξεις, τις τυχαίες εξελικτικές διεργασίες που έλαβαν χώρα σε διάστημα εκατομμυρίων ετών… Έτσι, η φυσική επιλογή και οι τυχαίες μεταλλάξεις, που αναγνωρίζεται μάλιστα, ότι οι περισσότερες είναι καταστροφικές, παρήγαγαν τον εγκέφαλο του ανθρώπου, το «όργανο των οργάνων», τον ισχυρότερο υπολογιστή του κόσμου, όπως χαρακτηρίζεται… Ένας εγκέφαλος, κατά τύχη λοιπόν…

Έτσι, π.χ., ισχυρίζεται ο καθηγητής νευροεπιστημών του πανεπιστημίου John Hopkins, David J. Linden. Ο εγκέφαλος αποτελεί, κατ’ αυτόν, «ένα συσσωμάτωμα άκομψων και αναποτελεσματικών στοιχείων τα οποία παρ’ όλα αυτά, δουλεύουν εκπληκτικά καλά» (The accidental Mind, 2007). Σε τέτοιους, βέβαια, ισχυρισμούς, η απάντηση που πρέπει είναι αυτή του ζωολόγου Pierre Grassé: «Η ιδέα ότι ο άνθρωπος προκύπτει από αναρίθμητα σφάλματα αντιγραφής το DNA… μου φαίνεται αντίθετη με την πραγματικότητα, πράγμα που την καταδικάζει… Σαν να λέμε, από την… αναρχία προκύπτει η τάξη…! Πράγματι, απονέμοντας στη θεά τύχη τη μητρότητα του εγκεφάλου εκδηλώνουμε μεγάλη δόση αφέλειας… Είναι σαν να πιστεύουμε στον άγιο Βασίλη και στις κούκλες που ρίχνει από τις καμινάδες» (Εσύ ο μικρούλης Θεός, 1972, σελ. 164, 165).

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, είναι γεγονός, ότι αποτελεί το μεγαλύτερο μυστήριο και ταυτόχρονα, τη μεγαλύτερη δυσκολία και πρόκληση στις αθεϊστικές, υλιστικές και εξελικτικές θεωρίες. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς, εκτός από τα παραπάνω που ειπώθηκαν, ότι μόνο ο άνθρωπος έχει ασυνήθιστα μεγάλο εγκεφαλικό φλοιό, που μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε, να θυμόμαστε και να φανταζόμαστε. Ο κινητικός φλοιός επίσης, που περιέχει δισεκατομμύρια νευρώνες, μας προσδίδει μοναδικά χαρακτηριστικά. Η υψηλή νοημοσύνη έχει άμεση σχέση με τη γλωσσική ικανότητα, ενώ τα ζώα δεν φαίνεται να χρησιμοποιούν γλώσσα δομημένη με γραμματικούς κανόνες. Αναγνωρίζεται ακόμα, ότι η ανθρώπινη γλώσσα αποτελεί πρόβλημα για τη θεωρία της εξέλιξης επειδή περιλαμβάνει αφάνταστα περισσότερες δυνατότητες απ’ όσες μπορεί να εξηγήσει κανείς (Dr. David Premak). Εδώ θα πρέπει απλά να θυμηθούμε και κάτι άλλο. Ότι παρά τις τυμπανοκρουσίες περί ανακάλυψης δήθεν συνδετικών κρίκων μεταξύ ανθρώπων και προ–ανθρώπων και ανθρωπο–ειδών, οι συνδετικοί κρίκοι όχι μόνο παραμένουν… ασύνδετοι με εκατομμύρια χρόνια κενά μεταξύ τους όχι μόνο αποτελούνται από ανεπαρκή λίγα σπαράγματα, αλλά το εκπληκτηκότερο όλων είναι ότι «η χωρητικότητα του κρανίου του ανθρώπου του Νεάντερνταλ και του Κρο–Μανιόν ήταν πράγματι μεγαλύτερη από τη δική μας και η λανθάνουσα νοημοσύνη τους μεγαλύτερη από του έμφρονος ανθρώπου (Homo sapiens)! Δηλαδή, ήταν ευφυέστεροι από τον σύγχρονο άνθρωπο (Vilayanur S. Ramachandran–Sandra Blakeslee, και Dr. Gerald R. Crabtree, Τύπος Θεσ/νίκης, 23/2/13)! Αυτό το εκπληκτικό συνέβη, διότι, στην περίπτωση του ανθρώπου «δεν έχουμε μια βαθμιαία τυπική εξέλιξη. Έχουμε μια ταχυγένεση με εξ’ αρχής υπάρχοντα γνωρίσματα, όπως η όρθια στάση, η γλώσσα, τα χέρια, η όλη επιφάνεια του σώματος, η κατασκευή της κεφαλής, η υφή του εγκεφάλου» (Μ. Δερμιτζάκης, Αναζητώντας του προγόνους μας, 1998, σελ. 268).

Όταν όμως φτάνουμε στην ικανότητα μάθησης και μνήμης του ανθρώπινου εγκεφάλου, εκεί τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίπλοκα. Οι δυσκολίες για τους εξελικτικούς είναι ανυπέρβλητες. Έχει αναγνωριστεί ότι η δραστήρια μνήμη μας περιέχει πολλά δισεκατομμύρια φορές περισσότερες πληροφορίες από ένα μεγάλο σύγχρονο ερευνητικό υπολογιστή. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος περιέχει ένα σύστημα μνήμης τόσο περίπλοκο ώστε, όπως υπολογίστηκε το 1973, αν ο ίδιος ο άνθρωπος κατασκεύαζε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή για να κάνει τη δουλειά του εγκεφάλου, θα έπρεπε να ήταν τόσο μεγάλος όσο και το κτήριο Empire State Building της Νέας Υόρκης (The World Book Encyclopedia, 1973, τόμος 2ος, σελ. 459). Ο γνωστός επιστήμων Carl Sagan αναγνώρισε ότι ο εγκέφαλός μας θα μπορούσε να χωρέσει πληροφορίες που «θα γέμιζαν περίπου 20.000.000 τόμους, όσους περιέχουν οι μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του κόσμου» (Cosmos, 1980, σελ. 278).

Άλλοι, έχουν παρατηρήσει ότι, ο εγκέφαλος είναι προικισμένος με αξιοσημείωτα περισσότερο δυναμικό από εκείνο που μπορεί να πραγματοποιηθεί στη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου, και θα μπορούσε να αναλάβει οποιοδήποτε φορτίο μάθησης και μνήμης. Κατά το διάσημο επιστήμονα και συγγραφέα Isaac Asimov (1920–1992) «ο εγκέφαλος είναι ικανός να επεξεργάζεται οιοδήποτε φορτίο μάθησης και απομνημόνευσης και 1.000.000.000 φορές περισσότερο από αυτή την ποσότητα!» (New York Times Magazine, 9/10/1966, σελ. 146).

Το προκλητικό ερώτημα που εγείρεται είναι: Τι χρειάζεται έναν τέτοιο εγκέφαλο ο άνθρωπος που δεν μπορεί να τον γνωρίσει και να τον εκμεταλλευτεί πλήρως μέσα στα λίγα χρόνια της ζωής του; Και πολύ περισσότερο: Γιατί η φυσική επιλογή τον προίκισε με ένα τέτοιο όργανο που δεν κάλυπτε τις άμεσες βιολογικές ανάγκες του, αλλά πολύ μεγαλύτερες και μελλοντικές;

Όπως παραδέχεται ο Richard Dawkins, στην εξέλιξη, το μοναδικό πράγμα που έχει σημασία ήταν το βραχυπρόθεσμο όφελος, όχι το μακροπρόθεσμο, που ποτέ δεν έχει σημασία. Ωστόσο, ο άνθρωπος όχι μόνο έχει την ικανότητα τα καταστρώνει συνειδητά μακροχρόνια σχέδια, όχι μόνο έχει μόνον αυτός συνειδητότητα—ένα άλλο μυστήριο, κατά τον Dawkins που επιζητεί εξήγηση—, αλλά με τον απίστευτο εγκέφαλό του προσπαθεί να κατανοήσει τον… εγκέφαλό του, και όλες τις ανθρώπινες λειτουργίες… και προγραμματίζει το μέλλον του και διερευνά το αχανές σύμπαν, και… και… και…

Ορθά ο Arthur Koestler κάποτε, παρατήρησε ότι αυτό μοιάζει με την περίπτωση ενός ιθαγενή που του χαρίζουν ένα αεροπλάνο που, αυτός όμως, αγνοεί πώς να το χειριστεί. Ένα τέτοιο δώρο θα του ήταν άχρηστο… «Η δραστήρια μνήμη μας περιέχει πολλά δισεκατομμύρια φορές περισσότερες πληροφορίες από ένα μεγάλο σύγχρονο ερευνητικό υπολογιστή» (Morton Hant).

Έχουμε εδώ ένα σούπερ όργανο που είναι εκπληκτικό, έναν υπερκομπιούτερ που μπορεί να λειτουργεί όχι μόνο για 80 ή 90 χρόνια, αλλά να μας καλύπτει για χιλιάδες χρόνια! Γιατί; «Σε κάθε κεφάλι υπάρχει ένα τρομερό, πανίσχυρο, συμπαγές και αποτελεσματικό όργανο, του οποίου η ικανότητα φαίνεται να εκτείνεται τόσο περισσότερο προς το άπειρο όσο πιο πολλά μαθαίνουμε γι’ αυτό» (Tony Buzan, Terens Dickson). Αυτά τα γεγονότα αναγκάζουν και τον αθεϊστή φιλόσοφο Daniel Dennett να αναγνωρίσει ότι, «είμαστε διαφορετικοί από τα υπόλοιπα ζώα. Το μυαλό μας είναι διαφορετικοί μηχανισμοί που ξεπερνούν μακράν σε πολυπλοκότητα ακόμη και τα ισχυρότερα κομπιούτερ, και είναι μηχανισμοί που εξελίσσονται συνεχώς… Και τα επιμέρους τους στοιχεία λειτουργούν σαν μικρά αυτόνομα μυαλά… Διαφοροποιούμαστε από τα άλλα ζώα γιατί τα δικά μας μυαλά είναι πάρα πολύ ικανότερα» (Καθημερινή, 1/10/2006). Παρόμοια, ο φυσικός Gerald L. Schroeder έγραψε: «Η αποκάλυψη των περίπλοκων διεργασιών του εγκεφάλου, τις οποίες άλλοτε ούτε καν μπορούσαμε να φανταστούμε, θέτει υπό αμφισβήτηση την υπεραπλουστευμένη θεωρία περί τυχαίας εξέλιξης της ζωής». Και πρόσθεσε: «Αν ήξερε ο Δαρβίνος πόση σοφία κρύβει μέσα της η ζωή, πιστεύω ότι θα είχε διατυπώσει μια πολύ διαφορετική θεωρία».

Αυτά τα σκληρά γεγονότα, πέραν και μακράν του να δείχνουν ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος επινοεί τον Θεό, μαρτυρούν ότι είμαστε προγραμματισμένοι για τον Θεό. Και ότι η θρησκεία, η επιθυμία για επικοινωνία και η λατρεία του Θεού είναι έμφυτη σε εμάς και έρχεται τόσο φυσικά όσο και η γλώσσα. Όπως είμαστε όλοι γεννημένοι ομιλητές «και γεννημένοι περιπατητές», έτσι είμαστε και γεννημένοι θρήσκοι (Robin Fox, The imperial animal, σελ. 273–96). Όπερ, σημαίνει με άλλα λόγια, όπως το έθεσε ο νευρολόγος Boom, ότι όπως αν τα παιδιά αφεθούν απομονωμένα να μεγαλώσουν μόνα τους, θα δημιουργήσουν μια δική τους γλώσσα χρησιμοποιώντας τα εγκεφαλικά κυκλώματα της ομιλίας, έτσι θα δημιουργήσουν και μια δική τους θρησκευτική πίστη, γιατί ο άνθρωπος είναι προγραμματισμένος να θρησκεύει. Είναι προγραμματισμένος όχι από ένα εξελικτικό ατύχημα, αλλά γιατί έτσι κατασκευάστηκε από μια Δύναμη με «Δ» κεφαλαίο, όπως αναγνώρισε ο σύντροφος του Δαρβίνου Wallace, τον Δημιουργό Του.

Οι θεϊστές νευρολόγοι έχουν να αντιτάξουν στους ισχυρισμούς των εξελικτικών νευροθεολόγων, ότι, «η θρησκευτική πίστη είναι πολύ ευρύτερη από το άθροισμα των μερών του εγκεφάλου που σχετίζονται με αυτές. Ο εγκέφαλός μας είναι το όργανο, ο σκληρός δίσκος, μέσω του οποίου βιώνονται οι θρησκευτικές εμπειρίες. Το να λέει κανείς ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος παράγει την εμπειρία της θρησκείας είναι σαν να λέει κανείς ότι ένα πιάνο μπορεί να παράγει μουσική» (Daniel Batson).

Σε αντίθεση με τους εξελικτικούς νευροθεολόγους οι θεϊστές νευροθεολόγοι θέτουν το εξής ερώτημα: Εάν υπάρχει Θεός και Αυτός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο, δεν είναι λογικό και προφανές ότι θα δημιουργούσε στους εγκεφάλους μας κάποια κέντρα που θα καθιστούσαν δυνατή τη βίωση των θρησκευτικών εμπειριών και την επαφή μαζί Του;

Ο προαναφερθείς Newberg σε ένα άλλο βιβλίο του σημειώνει: «…Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει φτιαχτεί (από τον Θεό) με τρόπο ώστε να έχει πνευματικές και θρησκευτικές εμπειρίες… Ο εγκέφαλός μας είναι φτιαγμένος με τρόπο που να ευνοεί το να έχει κανείς τέτοιες εμπειρίες και γι’ αυτό άλλωστε πιστεύουν στον Θεό τόσο πολλοί άνθρωποι» (Why God won’t go away). Ο νευροχειρούργος Dr. Robert J. White υπερθεματίζει: «Δεν έχω άλλη εκλογή παρά να αναγνωρίσω την ύπαρξη μιας Ανώτερης Διάνοιας, πρωτουργού για το σχέδιο και την ανάπτυξη της απίστευτης σχέσης εγκεφάλου–διάνοιας–κάτι που απέχει πολύ από την ικανότητα να καταλάβουμε… Πρέπει να πιστέψω ότι όλο αυτό έχει μια νοήμονα αρχή, ότι κάποιος το έκανε να γίνει» (Reader’s Digest, September 1978, σελ. 99, 100).


Αναδημοσίευση από: https://tsinikopoulos.org/




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...