Ηράκλειτος ο Εφέσιος |
Το βίντεο της ανάρτησης είναι
αφιερωμένο στη σκέψη και τη ζωή του Ηρακλείτου, ένας από τους σημαντικότερους
φιλοσόφους της αρχαιότητας που επηρέασε πολλούς στοχαστές του σύγχρονου κόσμου
όπως τον Χέγκελ, τον Νίτσε και τον Μαρξ.[1] Από την αρχαιότητα έως
σήμερα η φιλοσοφία του Ηρακλείτου
ικανοποιεί και ενθουσιάζει κάθε στοχαστή. Η φιλοσοφία του είναι τόσο
περιεκτική, ώστε μπορεί να αγκαλιάσει και να εναρμονίσει όλες τις αντιτιθέμενες
απόψεις.
Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος ήταν
Έλληνας προσωκρατικός φιλόσοφος που έζησε τον 6ο με 5ο π.Χ. αιώνα στην Έφεσο,
στην Ιωνία της Μικράς Ασίας. Ήταν απόγονος του ιδρυτή της πόλης, Ανδρόκλου.
Λίγα μας είναι γνωστά για τα πρώτα χρόνια και τη μόρφωσή του αλλά θεωρείται
μάλλον αυτοδίδακτος και εμπνευσμένος, παρά εργατικός μελετητής του φυσικού
κόσμου. Λόγω της έλλειψης γνώσης για το σύνολο του έργου του, καθώς λίγα έχουν
διασωθεί, αλλά και για την αινιγματική φύση της φιλοσοφίας του, καλείται
«Σκοτεινός».
Ο Ηράκλειτος είναι γνωστός για
την ιδέα της συνεχούς αλλαγής που διέπει ως νόμος το σύμπαν. Δική του είναι η
φράση «Κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι δύο φορές». Πίστευε στο ότι ο
κόσμος δημιουργείται από τη «φωτιά», την αντίθεση και τον πόλεμο μεταξύ των αντιθέτων,
στο οποίο συμπληρώνει: «τα εναντιόδρομα έχουν ενιαία φορά - από τα αντίθετα
γεννιέται η ωραιότερη αρμονία».[2]
«Δεν
μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι» |
Ο Ηράκλειτος είναι ένας στοχαστής
και δικαίως κατέχει τόσο υψηλή θέση στην παγκόσμα ιστορία του πνεύματος. Αυτός
για πρώτη φορά στοχάζεται μέσα από τα πλαίσια του Λόγου τι είναι Κόσμος. Η
σκέψη του παραμένει ανοιχτή και πολυδιάστατη, ερωτηματική και αινιγματική,
αποσπασματική και ποιητική. Δεν κατασκευάζει κάποιο σύστημα. Στοχάζεται πριν
ακόμα συσταθεί η μεταφυσική και διαμορφωθούν οι φιλοσοφικές σχολές. Ήταν το
σπέρμα της δικής του σκέψης που έθρεψε όλη τη φιλοσοφία και μάλιστα πριν από τη
διαμόρφωσή της σε Μεταφυσική, Θεολογία, Λογική, Φυσική και Ηθική.[3]
Η φιλοσοφία του[4]
διαμορφώθηκε από στοιχεία αντιθετικά, δίχως όμως να διασπάται η ενότητά της,
εκφράζοντας έτσι την ενότητα των αντιθέτων του κόσμου μας. Στη φιλοσοφία του, όπως ακριβώς και ο
Ξενοφάνης, ο Ηράκλειτος ξεκινά από την παρατήρηση του κόσμου, τον οποίο θεωρεί
και αυτός ως ενιαίο όλο που ούτε γεννήθηκε ούτε θα χαθεί ποτέ. Η ουσία του
κόσμου είναι γι’ αυτόν μια νοητική αρχή, ο Λόγος, και ο καθολικός κοσμικός
νόμος η αδιάκοπη αλλαγή, σε πείσμα της ακινησίας του όντος των Ελεατών.
Ταυτοχρόνως, είναι ακραία
ορθολογιστής («κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα») και η
λογική στον
Ηράκλειτο απομακρύνεται άρδην από μεταφυσικές ιδέες και ιδεαλιστικές
αντιλήψεις. Όλα στον κόσμο γίνονται λογικά, σύμφωνα με έναν αυστηρό νόμο
συμπαντικής αλλαγής, άσχετα αν δεν το αισθάνονται οι άνθρωποι. Ο Λόγος είναι
λοιπόν ο κοσμικός νόμος και το ανθρώπινο λογικό είναι ένα κομμάτι του, μια
συνέπεια του κοσμικού Λόγου. Οι άνθρωποι γίνονται λογικοί παίρνοντας μέρος σε
αυτόν.
Η θεότητα είναι ενδοκοσμικός
νους, που δημιουργεί τη Φύση, την ιστορία, τη θρησκεία, το δίκαιο, την
ηθικότητα κ.λπ. Όσο για την πρώτη ύλη του κόσμου, η φωτιά, η θερμότητα, που
είναι το πρώτο ευκίνητο στοιχείο μέσα στη Φύση. Το πέρασμα από την πρώτη αυτή
ύλη σε όλες τις άλλες (αέρα, νερό, χώμα) δεν είναι παρά μια διαρκής εναλλαγή
της φωτιάς, μια αιώνια κίνηση του πυρός που σβήνει και ξανανάβει.
Ο πόλεμος (η πάλη) των στοιχείων
(«πόλεμος πάντων πατήρ»), η περιβόητη «εναντιοδρομία» του, έχει κίνητρο αλλά
και επίκεντρο το πυρ. Περίσσευμα θερμότητας σημαίνει περίσσευμα κίνησης και
περίσσευμα ψυχρού σημαίνει ακινησία και θάνατο. Ο κόσμος κατά τον Ηράκλειτο δε
δημιουργήθηκε από κανέναν («κόσμος τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών,
ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωτον»). Γι’
αυτό και θεωρείται σήμερα υλιστής φιλόσοφος αλλά και πρόδρομος του εγελιανού
διαλεκτικού υλισμού (από την αντίληψή του για τη σχετική κίνηση και εξέλιξη του
κόσμου αλλά και την ένωση των αντιθέτων).
Αρχή του κόσμου λοιπόν είναι το
αιώνιο γίγνεσθαι: «Tον κόσμο τούτο, ίδιον για όλους, δεν τον δημιούργησε ούτε
θεός ούτε άνθρωπος, αλλά ήτανε πάντα, είναι και θα είναι αείζωη φωτιά, που
σύμφωνα με νόμους ανάβει και σβήνει». Και παρά την πολλαπλότητά του, ο κόσμος
είναι ένας: «Tο παν είναι διαιρετό αδιαίρετο, γεννημένο αγέννητο, θνητό και
αθάνατο, λόγος και αιωνιότητα, πατέρας και γιος, θείο και δίκαιο».
Κι έτσι ο θεός του Hράκλειτου
είναι η ίδια η Φύση και όχι ένα ον υπερφυσικό και υπερβατικό: «O θεός είναι
ημέρα και νύχτα, χειμώνας και θέρος, πόλεμος και ειρήνη, κόρος και λιμός.
Μεταμορφώνεται όπως η φωτιά, που όταν ανακατεύεται με αρώματα παίρνει διάφορα
ονόματα, κατά τη μυρωδιά του καθενός».
Ο ίδιος δε γράφει το πολυθρύλητο
«τα πάντα ρει», από όσο είμαστε σε θέση να ξέρουμε, αλλά του το προσδίδουν
επιγραμματικά οι μεταγενέστεροι στην οδύσσειά τους να τον καταλάβουν. Ήταν
εξάλλου ο θεωρητικός της αδιάκοπης μεταβολής και έμοιαζε ταιριαστό να το έχει
πει. Είπε όμως ότι κανείς δεν μπορεί να βουτήξει δύο φορές στο ίδιο ποτάμι,
εφόσον το ποτάμι κυλά και η συνεχής ροή του το αλλάζει αδιάκοπα.
O Hράκλειτος δεν είναι
εμπειριστής: «H φύση αγαπά να κρύβεται», μας λέει. Ο κόσμος δεν είναι παρά η
σύνθεση των αντιθέτων και ο πόλεμος κυριαρχεί ως πατέρας και βασιλιάς όλων
(«πόλεμος πάντων μέν πατήρ εστι, πάντων δε βασιλεύς». Όλες οι αντιθέσεις όμως
συνδέονται ταυτόχρονα σε μια σταθερή ενότητα, καθώς το αόρατο αυτό συνταίριασμα
είναι πιο δυνατό από το φανερό («αρμονία αφανής φανερής κρείττων»).
Η κατακλείδα του; Τα πάντα
γεννιούνται από την πάλη, την παγκόσμια και προαιώνια μάχη, και η δικαιοσύνη
δεν είναι παρά αγώνας, αφού όλα τα πράγματα προκύπτουν από τον πόλεμο και την
ανάγκη (αιτιότητα). Η παντοτινή αυτή αλλαγή δεν είναι όμως ούτε αυθαίρετη ούτε
ανεξέλεγκτη, καθώς συντελείται σύμφωνα με ορισμένες αναλογίες και με μια
διαδοχική σειρά που σταθερά μένει πάντοτε η ίδια.
Ο ρυθμός του γίγνεσθαι του
Ηράκλειτου είναι με σημερινούς όρους η νομοτέλεια της Φύσης, το μόνο πράγμα που
φαίνεται να έχει διάρκεια και ουσιαστική σημασία. O Hράκλειτος τη
χαρακτηρίζει ειμαρμένη, δίκη, λόγο του κόσμου. Κι έτσι μέσα στην
αταξία του έχει τάξη και μέσα στο χάος καθολικούς νόμους, κάτι που παραγνώρισαν
στον καιρό του.
Κάπου 2.500 χρόνια αργότερα, τόσο
ο Χέγκελ όσο και οι κλασικοί θεωρητικοί της διαλεκτικής θα ανακάλυπταν εκ νέου
τον στρυφνό Έλληνα φιλόσοφο που τέτοια κολοσσιαία τομή στη σκέψη άφησε ήδη από
την εποχή του. Σε λιγότερο από δέκα χρόνια εξάλλου μετά τον θάνατό του θα
γεννιόταν στην Αθήνα κάποιος Σωκράτης, που θα έχει δάσκαλο τον Κρατύλο. Ο
οποίος ήταν φανατικός οπαδός του Ηράκλειτου, αυτού του αλαζονικού και
υπεροπτικού πνεύματος που αρεσκόταν να εξαπολύει αινιγματικά ρητά που θύμιζαν
χρησμούς παρά να αναπτύσσει μια συστηματική και αξιωματική σειρά επιχειρημάτων.
Ο Ηράκλειτος εκφράζεται με
αινίγματα, ομολογούσαν οι Έλληνες της εποχής του, κάνοντάς τη μέθοδο με την
οποία επικοινωνούσε με τους άλλους να παρομοιάζει με τους χρησμούς του δελφικού
μαντείου (σαν αυτό το ρητό του που τόσο έχει κακοποιηθεί εννοιολογικά: «Καλό
και κακό είναι ένα και το αυτό»). Το οποίο, όπως μας λέει, «ούτε λέγει, ούτε
κρύπτει, αλλά σημαίνει». Έτσι σήμαινε και ο δικός του λόγος, φτάνει να έχεις
αυτιά, νου και κοσμική φωτιά να τον ακούσεις...[5]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.