Άμβλωση σε πρώιμο στάδιο: Ηθική αξιολόγηση |
του Ευάγγελου Δ. Πρωτοπαπαδάκη
Η άμβλωση συνιστά ένα από τα πλέον φλέγοντα ζητήματα στο χώρο της Ιατρικής
Ηθικής. Παρότι το πρόβλημα έχει κατά το μάλλον ή ήττον διευθετηθεί νομικά με
την θεσμοθέτηση του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση, εντούτοις ως προς το
ηθικό του σκέλος παραμένει εν πολλοίς ασαφές και αμφιλεγόμενο. Το γεγονός αυτό
είναι απολύτως εύλογο, εάν αναλογισθεί κανείς τις εγγενείς διαφορές που
διακρίνουν τον νόμο από την ηθική. Σε ότι αφορά στη νομική αντιμετώπιση του
θέματος, η άμβλωση δεν συνιστά τίποτε περισσότερο από την σκόπιμη διακοπή της
κύησης και την συνεπαγόμενη θανάτωση του εμβρύου. Αν εξετασθεί ηθικά, παρόλα
αυτά, η άμβλωση απέχει πολύ από το να θεωρηθεί ενιαία πρακτική. Διότι είναι
απολύτως σαφές πως η καταφυγή στην άμβλωση μιας τρομαγμένης από την εγκυμοσύνη
της εφήβου θα αξιολογηθεί διαφορετικά από την απόφαση μιας ώριμης γυναίκας η
οποία επιλέγει την άμβλωση φοβούμενη τις αισθητικές επιπτώσεις της εγκυμοσύνης
στη σιλουέτα της. Θα ήταν, επίσης, εξαιρετικά απλουστευτικό και κοντόφθαλμο να
θεωρήσουμε ταυτόσημη την άμβλωση που επιλέγεται, όταν η σύλληψη επέρχεται ως
αποτέλεσμα βιασμού, ή ενώπιον της απειλής που η εγκυμοσύνη τυχόν συνεπάγεται
για την ζωή της εγκύου, με την περίπτωση κατά την οποία η διακοπή της κύησης
συνιστά επιλογή επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Η Ιατρική Ηθική δεν είναι δυνατόν
να αντιμετωπίσει την άμβλωση ως αδιαφοροποίητη πρακτική.
Ακόμη περισσότερο, η άμβλωση ως ηθικό πρόβλημα αφορά ένα πολύ μεγάλο αριθμό
ανθρώπων. Κατ’ αρχήν, βέβαια, την ίδια την έγκυο γυναίκα, η οποία πολλές φορές
βασανίζεται από το ερώτημα σχετικά
με το κατά πόσον έχει το δικαίωμα να θέσει
τέλος στη ζωή του εμβρύου που κυοφορεί. Κατά δεύτερον, το ζήτημα αφορά τον
σύντροφο, εάν υπάρχει, αφού το έμβρυο συνδέεται και μαζί του με σχέση όχι μόνο
προέλευσης αλλά και εξάρτησης. Εάν η έγκυος επιλέξει την άμβλωση, έχει ο
σύντροφος το δικαίωμα να αρνηθεί; Φέρει και ο ίδιος το όποιο ηθικό βάρος σε
περίπτωση που συναινέσει; Επιπλέον, στο πρόβλημα δεν μπορεί να μην εμπλακεί ο
ιατρικός κόσμος, αφού η διακοπή της κύησης ανατίθεται στα μέλη του. Έχει ο
γιατρός το ηθικό δικαίωμα να αρνηθεί την άμβλωση, εάν η συνείδησή του το
επιβάλλει, ή είναι υποχρεωμένος να υπακούσει στη θέληση του εντολέα του; Εάν
αρνηθεί και η έγκυος καταφύγει σε μη εξειδικευμένα άτομα ή σε εμπειρικές
μεθόδους που θα προκαλέσουν τον θάνατό της, θα φέρει ευθύνη για την θλιβερή
κατάληξη ή όχι; Εάν ο γιατρός συναινέσει στην διενέργεια της άμβλωσης, συναινεί
σε φόνο; Φέρει και εκείνος την ευθύνη της πράξης, ή αυτή ανήκει αποκλειστικά
στην έγκυο, η οποία έκανε και την επιλογή της διακοπής της εγκυμοσύνης;
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μερικά μόνο –τα ποιο ευλογοφανή, ίσως- από τα
ηθικά προβλήματα που συνοδεύουν την άμβλωση. Όπως είναι προφανές, δεν είναι
δυνατόν να απαντηθούν όλα στο παρόν άρθρο. Εμείς θα επιχειρήσουμε απλώς να
σκιαγραφήσουμε την σχέση άμβλωσης και φόνου, να κρίνουμε την αντιμετώπιση του
εμβρύου ως φορέα αυτόνομης ζωής και παράλληλα να εξετάσουμε αν μια τέτοια
αντιμετώπιση αντίκειται στην διακοπή της κύησης. Μια τέτοιου είδους εξέταση θα μπορούσε
να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη, αφού μια γυναίκα που επιλέγει την άμβλωση
συνήθως επωμίζεται πολυποίκιλα βάρη, με σημαντικότερο αυτό της ηθικής απαξίωσης
της επιλογής της. Αυτή η ηθική απαξίωση ενίοτε λαμβάνει την μορφή ανοικτής
αντίθεσης, μομφής ή και κοινωνικής κατακραυγής από την πλευρά του κοινωνικού
συνόλου, ενώ δεν παύει να τύπτει την συνείδηση της γυναίκας που διέκοψε ή θα
διακόψει την εγκυμοσύνη της. Ας εξετάσουμε, λοιπόν, αν μια τέτοια αντίληψη και
στάση δικαιολογείται ηθικά κρίνοντας το σημαντικότερο και πλέον σύνηθες από τα
επιχειρήματα των πολεμίων της άμβλωσης.
Η άμβλωση ως φόνος
Το σημαντικότερο επιχείρημα όσων αντιτίθενται στην άμβλωση, είναι πως αυτή
στην πράξη συνιστά φόνο, αφού το έμβρυο είναι ένας ζωντανός οργανισμός με
λειτουργίες, ταυτότητα, προοπτικές. Βέβαια, ως τέτοιος οργανισμός θα μπορούσε
να θεωρηθεί και ένα οποιοδήποτε ζώο, είτε κατοικίδιο είτε εκτρεφόμενο για την
διατροφή μας. Με δεδομένο πως η θανάτωση ενός τέτοιου ζώου κατά την κρατούσα
αντίληψη δεν συνιστά φόνο, θα έπρεπε πιθανότατα να αναδιατυπώσουμε τη μομφή. Η
άμβλωση αφορά, συγκεκριμένα, στην διακοπή της ζωής ενός ανθρώπινου όντος. Το
ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι το εξής: έχουμε το ηθικό δικαίωμα να θέσουμε
τέλος στη ζωή ενός ανθρώπινου όντος, όταν μάλιστα αυτό είναι εντελώς αθώο και,
ακόμη περισσότερο, δεν μας έχει δώσει την συγκατάθεσή του;
Το επιχείρημα των πολεμίων της άμβλωσης είναι περίπου το εξής:
- Το έμβρυο συνιστά ζωντανή ανθρώπινη ύπαρξη.
- Η θανάτωση κάθε ανθρώπινης ύπαρξης συνιστά φόνο, άρα ηθικά απαράδεκτη πράξη.
- Η άμβλωση είναι φόνος, άρα είναι ηθικώς απαράδεκτη.
Το επιχείρημα φαίνεται ισχυρό, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν γεννά
ερωτηματικά και προβληματισμό. Και τούτο διότι θα μπορούσαν να αμφισβητηθούν ως
προς την ισχύ τους και οι δύο προκείμενες που οδηγούν στο συμπέρασμα. Η πρώτη
προκείμενη αναγνωρίζει στο έμβρυο ζωή αλλά και ανθρώπινη ύπαρξη. Ισχύει όμως
πράγματι αυτό;
Σε ότι αφορά στη ζωή, το ερώτημα είναι περισσότερο ιατρικό και λιγότερο
ηθικό. Για να απαντηθεί επαρκώς θα απαιτούσε την ενημέρωση της ηθικής από την
ιατρική επιστήμη. Ο όρος «ζωή», και μάλιστα ανθρώπινη ζωή, είναι ιδιαίτερα
προβληματικός. Η ιατρική ηθική έρχεται διαρκώς αντιμέτωπη με αυτόν τόσο στην
περίπτωση της ευθανασίας, όσο σε αυτήν της κλωνοποίησης ή της μεταμόσχευσης οργάνων.
Συνιστά, για παράδειγμα, ανθρώπινη ζωή η ασυνείδητη ύπαρξη; Ο ασθενής που
βρίσκεται σε άγρυπνο κώμα είναι εν ζωή ή όχι; Ο κλωνοποιημένος ιστός που θα
παράξει βλαστοκύτταρα είναι ένα δυνάμει ανθρώπινο ον ή όχι; Το έμβρυο,
αντίστοιχα, αποτελεί ζωντανό ανθρώπινο οργανισμό ή δεν είναι τίποτε περισσότερο
παρά ζωικός ιστός με μια ορισμένη δυναμική;
Θεωρώ πως η απάντηση που θα δοθεί δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να
είναι ενιαία και αδιαφοροποίητη. Και τούτο διότι το έμβρυο κατά την τέταρτη
εβδομάδα της κύησης έχει εντελώς διαφορετική μορφή και ιδιότητες σε σχέση με
τον έκτο ή έβδομο μήνα ύπαρξής του. Το έμβρυο είναι ένα μόρφωμα στο οποίο
σταδιακά προστίθενται ιδιότητες, μια διαδικασία της οποίας η ολοκλήρωση παράγει
έναν πλήρη ανθρώπινο οργανισμό. Όμως, ακόμη και ένας ατελής ανθρώπινος
οργανισμός δεν παύει να συνιστά ζώσα ανθρώπινη ύπαρξη. Το πρόβλημα, λοιπόν,
έγκειται ακριβώς στο σημείο εκείνο κατά το οποίο θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο
έμβρυο την ιδιότητα της ζωής. Θα πρέπει να χαραχθεί, δηλαδή, μια νοητή γραμμή
προ της οποίας δεν δύναται να αναγνωρισθεί η ιδιότητα της ζωής στο έμβρυο, ενώ
μετά από αυτήν υφίσταται ζωή. Με ποιο κριτήριο όμως θα χαράξουμε στην
εξελικτική παρουσία του εμβρύου αυτή την νοητή γραμμή, πέρα από την οποία αυτό
χαρακτηρίζεται ζωντανός οργανισμός, ενώ προ αυτής δεν αποτελούσε τίποτε
περισσότερο από έναν εξελισσόμενο ιστό; Μήπως ένα τέτοιο εγχείρημα δεν θα
μπορούσε παρά να συνοδεύεται από απόλυτη αυθαιρεσία;
Παρότι πολλοί ορισμοί έχουν κατά καιρούς προσπαθήσει να περιγράψουν την
ουσία αυτού που ονομάζουμε ζωή, θεωρώ πως με ασφάλεια θα μπορούσε να μας
καθοδηγήσει μια απλή και ακλόνητη διαπίστωση: εν ζωή δεν είναι δυνατόν να
βρίσκεται ένα πλάσμα παρά μόνο εάν κάποια στιγμή μπορεί να πεθάνει. Θα ήταν
αδιανόητο, για παράδειγμα, και εξωφρενικό παράλληλα, να μας ζητηθεί να
σεβαστούμε την ζωή ενός βράχου. Ο βράχος δεν μπορεί να πεθάνει, ακριβώς επειδή
δεν είναι εν ζωή. Μπορεί να θρυμματισθεί, να διαβρωθεί και σταδιακά να
μεταβληθεί σε σκόνη ή άμμο, μπορεί να μετακινηθεί ή να καλυφθεί με βλάστηση,
αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θανατωθεί. Το γεγονός αυτό αποτελεί
επαρκή απόδειξη σχετικά με την μη ύπαρξη ζωής σε ότι τον αφορά. Ακολουθώντας
την συλλογιστική αυτή θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε πως το έμβρυο είναι
ζωντανός οργανισμός μόνο αν μπορεί να θανατωθεί, ή, καλλίτερα, από την στιγμή
εκείνη της εξελικτικής του πορείας έπειτα από την οποία θα μπορούσε να πεθάνει.
Δεδομένου του ότι ομιλούμε περί ενός ανθρώπινου οργανισμού, για να περιγράψουμε
τον θάνατο ενός εμβρύου θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους όρους που
χρησιμοποιούμε για οποιοδήποτε ανθρώπινο όν.
Είναι γνωστό πως ο ορισμός του θανάτου έχει πάρει διάφορες μορφές μέσα στον
χρόνο. Εν γένει μπορεί να ορισθεί ως αναπνευστικός, εγκεφαλικός ή καρδιακός.
Αυτό σημαίνει πως εάν σταματήσει η αυτόνομη αναπνευστική, καρδιακή και τέλος
εγκεφαλική λειτουργία, το ανθρώπινο ον λογίζεται νεκρό. Η σύγχρονη ιατρική,
βέβαια, λαμβάνει υπ’ όψιν της τον εγκεφαλικό θάνατο, αφού η αναπνευστική και
καρδιακή λειτουργία μπορούν πλέον να υποστηριχθούν μηχανικά. Για την δική μας
έρευνα, όμως, ας θεωρήσουμε την διαφοροποίηση αυτή αδιάφορη.
Το έμβρυο, λοιπόν, για να θεωρηθεί πως ζει, πρέπει να μπορεί να πεθάνει και,
για να είναι δυνατόν αυτό, πρέπει να έχει αναπτύξει αυτόνομες αναπνευστικές,
καρδιακές και εγκεφαλικές λειτουργίες, οι οποίες αν διακοπούν θα το οδηγήσουν
στον θάνατο. Από την στιγμή που οι λειτουργίες αυτές έχουν διαμορφωθεί, το
έμβρυο αποκτά και την ιδιότητα της ζωής. Προτού, όμως, αυτό συμβεί, θεωρώ πως η
αναγνώριση ζωής θα ήταν άτοπη, αφού θα επρόκειτο περί ζωής της οποίας η παύση
δεν θα μπορούσε να ορισθεί. Θα μπορούσε να ανακύψει το ερώτημα σχετικά με το
πόσες και ποιες από τις προαναφερθείσες λειτουργίες θα έπρεπε να συνυπάρχουν
ώστε να αναγνωρισθεί ζωή στο έμβρυο ή εάν θα αρκούσε η εγκεφαλική, όπως συμβαίνει
με τα ώριμα ανθρώπινα όντα. Ας αφήσουμε το ερώτημα αυτό για κάποια περισσότερο
εξειδικευμένη συζήτηση και ας θεωρήσουμε, χάριν της συζητήσεως, πως όποιες και
όσες από τις τρεις προαναφερθείσες λειτουργίες και αν συντρέχουν, το έμβρυο θα
πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ζωντανός οργανισμός.
Είναι πλέον, προφανές, πως το ηθικό ερώτημα περί της άμβλωσης μετατρέπεται
σε ιατρικό. Η ηθική πρέπει να ενημερωθεί από την ιατρική επιστήμη για να λάβει
θέση επί του ζητήματος. Πότε το έμβρυο αποκτά αυτόνομη αναπνευστική, καρδιακή
και εγκεφαλική λειτουργία; Στην απορία αυτή θα μπορούσε να απαντήσει ίσως ένας
εξειδικευμένος επιστήμονας με ακρίβεια. Είναι, πάντως, βέβαιο, πως αυτό δεν
συμβαίνει την επόμενη μέρα της σύλληψης, αλλά ούτε και κατά τις πρώτες
εβδομάδες της κύησης. Αυτό συνεπάγεται πως η άμβλωση που λαμβάνει χώρα εντός
των χρονικών αυτών πλαισίων δεν συνιστά φόνο, αφού δεν υπάρχει διαμορφωμένη
ζωή.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί πως η ύπαρξη των λειτουργιών αυτών ελάχιστη
διαφοροποιό αξία μπορεί να έχει, αφού το έμβρυο αντιμετωπίζεται ως μια στατική
ύπαρξη, όπως, ίσως, ο βράχος που χρησιμοποιήσαμε προηγουμένως στο παράδειγμά
μας. Το έμβρυο, όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να παραλληλισθεί με έναν
βράχο. Και τούτο διότι ενώ και το έμβρυο μπορεί να στερείται των λειτουργιών
που καθορίζουν την ύπαρξη ζωής, εντούτοις ενσωματώνει μια δυναμική που ο βράχος
στερείται. Με άλλα λόγια, το έμβρυο είναι βέβαιο – εκτός αδόκητων αντιξοοτήτων-
πως θα εξελιχθεί σε ανθρώπινο ον, ενώ ο βράχος είναι απολύτως βέβαιο πως θα παραμείνει
ως είχε. Στην περίπτωση αυτή, η άμβλωση είναι ηθικώς απαράδεκτη όχι επειδή
τερματίζει μια ανθρώπινη ζωή, αλλά διότι σταματά την προοπτική της εκδήλωσης
ζωής. Θέτει τέλος σε κάτι που θα μπορούσε να γίνει ανθρώπινη ύπαρξη, διακόπτει
την δυναμική ζωής που το έμβρυο ενσωματώνει. Αυτό, όμως, είναι ηθικώς
απαράδεκτο.
Ωστόσο, η αντίληψη αυτή δύσκολα θα μπορούσε να αντέξει σε ενδελεχή λογική
εξέταση. Αν θεωρήσουμε πως η διακοπή της δυνατότητας εκδήλωσης ανθρώπινης ζωής
αποτελεί ηθικώς απαράδεκτη πράξη, είμαστε υποχρεωμένοι να καταδικάσουμε και την
αντισύλληψη. Και τούτο διότι τόσο τα ανδρικά όσο και τα γυναικεία αναπαραγωγικά
κύτταρα ενσωματώνουν την δυνατότητα ζωής. Υπό την έννοια αυτή η παρεμπόδιση της
φυσιολογικής ένωσής τους θα έπρεπε να εκληφθεί ως διακοπή της δυνατότητας
εκδήλωσης ζωής, ως τεχνητό κώλυμα στην φυσιολογική εξελικτική πορεία του
άρρενος και θήλεος γενετικού υλικού. Θα έπρεπε ακόμη, ίσως, να καταδικάσουμε
και την αποχή από την αναπαραγωγική πράξη, αφού συνιστά καταστροφή της εγγενούς
δυνατότητας των αναπαραγωγικών κυττάρων για την δημιουργία ζωής. Όμως, είναι
κοινός τόπος πως η αντισύλληψη δεν συνιστά φόνο, ενώ θα ήταν πραγματικά
αδιανόητο η διαρκής αναπαραγωγή να θεωρηθεί ηθικό καθήκον του ανθρώπου. Με άλλα
λόγια, η διακοπή της δυνατότητας εκδήλωσης ζωής δεν συνιστά ανήθικη πρακτική.
Απαράδεκτος ηθικά είναι ο φόνος. Μόνο μια διαμορφωμένη ζωντανή ύπαρξη μπορεί να
φονευθεί. Συμπερασματικά, η άμβλωση σε πρώιμο στάδιο δεν μπορεί να συνιστά
φόνο.
Η διακοπή μιας δυνατότητας ενδέχεται να είναι πράξη απευκταία ή αρνητική,
μπορεί, επίσης, να συνιστά μια δυσάρεστη ή ατυχή επιλογή. Πλην, όμως, δεν είναι
δυνατόν να ταυτίζεται με την άρση ή την καταστροφή μιας πραγματικότητας. Για να
γίνει αυτό καλύτερα αντιληπτό, ας προβάλλουμε το ζήτημά μας σε κάτι αντίστοιχο.
Το βελανίδι ενσωματώνει την δυναμική ανάπτυξής του σε κάτι εντελώς διαφορετικό
από αυτό. Εάν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες είναι βέβαιο πως θα μεταβληθεί σε
βελανιδιά. Κανείς, όμως, δεν θα μπορούσε να ισχυρισθεί πως η καταστροφή ενός
βελανιδιού ταυτίζεται με την καταστροφή του δέντρου που θα προέκυπτε εάν αυτό
αφηνόταν ελεύθερο να αναπτυχθεί. Η ρίψη στην πυρά, για παράδειγμα, του
βελανιδιού δεν συνιστά σε καμία περίπτωση εμπρησμό. Με τον ίδιο τρόπο που το
βελανίδι δεν είναι ήδη βελανιδιά δεν μπορεί να θεωρηθεί πως και το έμβρυο ήδη
από την σύλληψη αποτελεί ανθρώπινο οργανισμό. Μπορεί, αν οι συνθήκες το
επιτρέψουν, να εξελιχθεί σε τέτοιο και, σίγουρα, ενσωματώνει την δυνατότητα να
το επιτύχει. Απλώς, η αναστολή μιας δυνατότητας δεν μπορεί να ταυτίζεται με την
καταστροφή δεδομένης πραγματικότητας και να φέρει το ίδιο ηθικό βάρος.
Όλα τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για
να καθαγιάσουν την άμβλωση. Η επιλογή της μητρότητας είναι σύμφωνη με τη φυσική
τάση μιας γυναίκας και, σίγουρα, αποτελεί ένα υπέροχο δώρο. Αυτό δεν σημαίνει
πως η γυναίκα που επιλέγει να παραμείνει άτεκνη ή πως αυτή που διακόπτει την
κύηση διαπράττει κάτι ενάντια στην φύση της. Η ανθρώπινη φύση είναι
πολυδιάστατη και δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να περιγραφεί απλουστευτικά
με χρήση αφορισμών της μορφής «το τάδε είναι αφύσικο» ή «το δείνα είναι
φυσικό». Αυτό που απλώς επιχειρούμε να εκφράσουμε είναι πως η μητρότητα σίγουρα
δεν είναι κάτι αφύσικο ή ουσιωδώς επαχθές. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, κάθε
γυναίκα που κυοφορεί θεωρεί τον εαυτό της ευτυχή και κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης, αλλά και ενώπιον της προσδοκίας του τοκετού. Βέβαιο, επίσης, είναι
πως η μητρότητα, παρά τις θυσίες και τα βάρη που συνεπάγεται, αποζημιώνει κάθε
στιγμή μια μητέρα με την ευτυχία που της χαρίζει. Άλλωστε, η αποδοχή της
εγκυμοσύνης από την εκάστοτε μέλλουσα μητέρα είναι πάντοτε μια πράξη
γενναιότητας και ευγένειας, αφού επιλέγει ελεύθερα την κατάστασή της έχοντας
επίγνωση των βαρών που αυτή θα προκαλέσει. Παρότι, όμως, η διατήρηση της κύησης
συνιστά μια υπέροχη και υψηλή επιλογή, δεν θα μπορούσαμε να πούμε πως η απόφαση
μιας εγκύου να διακόψει την εγκυμοσύνη της αποτελεί ηθικώς επιλήψιμη πράξη ή,
πολύ περισσότερο, ηθικό παράπτωμα, με βάση το γεγονός πως τίθεται τέλος σε μια
ανθρώπινη ζωή. Μπορεί να είναι δυσάρεστη, ορισμένες φορές εγωιστική, άλλοτε δείγμα
ανευθυνότητας και αδιαφορίας. Το βέβαιον όμως είναι πως, μια έγκαιρη άμβλωση
δεν μπορεί λογικώς και ηθικώς να συνιστά φόνο. Υπό την έννοια αυτή η γυναίκα
που επιλέγει να διακόψει την κύησή της, για οποιοδήποτε λόγο και αν καταφεύγει
στην επιλογή αυτή, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί και δεν πρέπει να
επιφορτίζεται το ηθικό βάρος του τερματισμού μιας ανθρώπινης ζωής. Μπορεί να
καταστρέφει όντως την δυνατότητα της εκδήλωσης μιας ζωής, όμως για την ηθική
διαφορετικό πράγμα είναι η δυνατότητα και άλλο η πραγματικότητα.
Αναδημοσίευση από: http://www.cancer-society.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.